Του Μανόλη Καψή
Η εκδημία του σπουδαίου Πέτρου Μολυβιάτη, μας θύμισε ότι πολιτικοί μεγάλου διαμετρήματος, όπως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, είχαν πάντως απόλυτη επίγνωση ότι η διατήρηση της εκκρεμότητας των ελληνοτουρκικών δεν είναι προς το συμφέρον της Ελλάδος και ότι κρύβει μεγάλους κινδύνους.
Η επικοινωνία του προέδρου Τραμπ με τον Ερντογάν ήταν- λέει- πολύ καλή και πολύ παραγωγική- άλλωστε οι σχέσεις των δυο ηγετών είναι κάτι περισσότερο από εγκάρδιες, όπως έγραψε ο ίδιος ο κ. Τραμπ στον λογαριασμό του στο Truth Social- και αφορούσε τη Γάζα, την Συρία και τον "παράλογο" πόλεμο στην Ουκρανία. Συζήτησαν και κάτι άλλο; Άγνωστο, αλλά μάλλον απίθανο.
Δεν ξέρω αν εξέπληξε κάποιους και πόσους, αλλά πουθενά δεν αναφέρεται ότι οι δυο ηγέτες συζήτησαν τα θέματα της ανατολικής Μεσογείου ή τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ελλάδα ή με άλλους γείτονές της. Όπως δεν αναφέρεται- εννοείται αυτό- και πουθενά το κυπριακό. Η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στα ελληνοτουρκικά, μας δίνει ίσως και ένα μέτρο για να εκτιμήσουμε ποια είναι η σημασία της Ελλάδας για τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών. Που στέλνει για πρέσβη στην Αθήνα μια influencer των Ρεπουμπλικάνων, σαν χρυσή εξορία για την πρώην φιλενάδα του γιου του.
Μπορούμε όμως να υποθέσουμε ότι αν είχε γίνει μια τέτοια επικοινωνία με έναν άλλο πρόεδρο, ας πούμε με τον πρόεδρο Μπάιντεν, θα υπήρχε σίγουρα μια αναφορά στην ανάγκη να επικρατήσουν σχέσεις καλής γειτονίας στην ευρύτερη περιοχή, όπως και στην ανάγκη οι λύσεις στις όποιες διαφορές να επιδιωχθούν με γνώμονα το διεθνές δίκαιο κτλ κτλ. Και η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς δεν έχει να κάνει μόνο με το γεγονός ότι οι παλιές διπλωματικές πρακτικές για τις "συμφωνημένες διαρροές", έχουν δώσει τη θέση τους σε αναρτήσεις στα social του κ. Τραμπ. Η Ελλάδα μάλλον δεν βρίσκεται στο ραντάρ του προέδρου της υπερδύναμης.
Το νέο περιβάλλον που διαμορφώνει η εκλογή Τραμπ στα ελληνοτουρκικά, παράγωγο της διάρρηξης των σχέσεων της νέας αμερικανικής ηγεσίας με τη Δύση και την Ευρώπη, συμπίπτει με μια περίοδο μακράς νηνεμίας στο Αιγαίο που όμως δείχνει να φθάνει στα όριά της, όπως έδειξε η υπόθεση του καλωδίου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας και Κύπρου.
Οι δυο πλευρές αποφεύγουν την αντιπαράθεση, αλλά διατηρούν ακέραιες φυσικά τις διαφορετικές απόψεις τους, με την Τουρκία να εμποδίζει την Ελλάδα να ασκήσει τα όσα εκείνη θεωρεί νόμιμα δικαιώματά της, ελλείψει μια συμφωνίας των δυο πλευρών.
Ο καθηγητής και πρώην πρέσβης Παναγιώτης Ιωακειμίδης, έγραψε πρόσφατα ότι η Ελλάδα απέτυχε στις δυο "μακροστρατηγικές" της στα ελληνοτουρκικά, που ήταν πρώτον, λέει, η αποτροπή της ανάδειξης της Τουρκίας σε περιφερειακή υπερδύναμη και δεύτερον, ο περιορισμός ή ο μηδενισμός της τουρκικής διεκδικητικότητας. Αποτύχαμε και στα δύο, όπως γράφει (βλ. Τα Νέα, Η μακροστρατηγική της χώρας απέτυχε, 05/05/25), αφού η Τουρκία λογίζεται από όλον τον κόσμο σαν κάτι παραπάνω από περιφερειακή υπερδύναμη και επίσης έχει διευρύνει θεαματικά τη γκάμα των διεκδικήσεών της στο Αιγαίο και όχι μόνο.
Δεν ξέρω αν είναι ο σωστός ορισμός αυτού που ο κ. Ιωακειμίδης αποκαλεί "μακρο-στρατηγική" της Ελλάδας, αλλά σίγουρα η μεταμόρφωση της γειτονικής χώρας, ειδικά τα τελευταία 20 χρόνια, σε οικονομική και στρατιωτική υπερδύναμη, μάλλον δεν είχε προβλεφθεί από τους πολιτικούς παράγοντες της εποχής της μεταπολίτευσης. Ορισμένοι εκ των οποίων ονειρεύονταν πάντα κάποιες φανταστικές "καλύτερες συνθήκες διαπραγμάτευσης", που θα προέκυπταν υποτίθεται στο μέλλον, από μια μεγάλη κρίση που θα αντιμετώπιζε η Τουρκία. Παραμύθια.
Η Ελλάδα από τη μεταπολίτευση και μετά, επιδιώκει πάντως βασικά τη διατήρηση πάση θυσία του status quo. Αυτό ήταν και είναι το Ευαγγέλιο της εξωτερικής μας πολιτικής.
Αυτή η προστασία και υπεράσπιση των δικαιωμάτων μας που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο- όπως τουλάχιστον το διαβάζει η Αθήνα- είχε και το αβαντάζ, ότι δεν ασκούσε πίεση στις πολιτικές ηγεσίες να αναλάβουν πρωτοβουλίες και να επιδιώξουν συμφωνίες ή και συμβιβασμούς. Ορισμένοι μάλιστα θεωρούσαν ότι η Ελλάδα ήταν και η μεγάλη ευνοημένη από τις ρυθμίσεις του Δικαίου της Θάλασσας και συνεπώς δεν υπήρχε και καμία ανάγκη για διαπραγμάτευση. "Ας πρόσεχε η Τουρκία", είναι η φράση που αποδίδεται σε έναν από τους θεωρητικούς αυτής της άποψης.
Με αποτέλεσμα σήμερα η Αθήνα να υπερασπίζεται θεωρητικά μόνο τα δικαιώματά της, αλλά να μην μπορεί να τα ασκήσει, αφού η Τουρκία απειλεί με θερμό επεισόδιο ή ακόμα και με πόλεμο, αν η χώρα μας προχωρήσει στην άσκηση (μονομερώς) των δικαιωμάτων της.
Η εκδημία του σπουδαίου Πέτρου Μολυβιάτη, μας θύμισε ότι πολιτικοί μεγάλου διαμετρήματος όπως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, είχαν πάντως απόλυτη επίγνωση ότι η διατήρηση της εκκρεμότητας των ελληνοτουρκικών δεν είναι προς το συμφέρον της Ελλάδος και ότι κρύβει μεγάλους κινδύνους.
Όπως είχε πει σε συνέντευξή του στον Αλέξη Παπαχελά ο πρώην υπουργός Εξωτερικών (βλ. Πέτρος Μολυβιάτης, Η Βέρνη, ο Καραμανλής και οι Τούρκοι, εφημερίδα Καθημερινή, 02/12/24), ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε στόχο της ζωής του την εξομάλυνση των σχέσεων της Ελλάδας με την Τουρκία και ήταν μια από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις της καριέρας του, το ότι δεν τα κατάφερε.
Το πολιτικό μας προσωπικό, αλλεργικό στο ρίσκο, βολεύεται σήμερα από την ακινησία της μη- διαπραγμάτευσης, παραπέμποντας τα δύσκολα στους επόμενους. Η όπως λέει ο κ. Ιωακειμίδης, "αγοράζουμε χρόνο και αεροπλάνα εκτοξεύοντας το οικονομικό και κοινωνικό κόστος του προβλήματος". Εως την επόμενη κρίση.