Του Μανόλη Καψή
Υπάρχει μια υπόκωφη οργή. Και όσοι νόμιζαν στην κυβέρνηση ότι η ιστορία της τραγωδίας των Τεμπών θα ξεχαστεί ή θα λήξει με τις εκλογές, έκαναν λάθος. Μεγάλο λάθος. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι όσοι επαγγελματίες της πολιτικής, δεξιά και αριστερά από το πολιτικό σύστημα, έδωσαν το παρών στη μεγάλη διαδήλωση στο Σύνταγμα, δεν είχαν και άλλες σκοπιμότητες, ούτε ότι όλα όσα ακούγονται για τα εύφλεκτα υλικά, για την έκρηξη, για μυστήρια βαγόνια ή για το "μπάζωμα" έχουν βάση. Είναι όλα υπό διερεύνηση. Αλλά η συμμετοχή του κόσμου, η συγκίνηση του κόσμου- που δεν κατέβηκε στη διαδήλωση με κομματική εντολή, ούτε είχε σκοπιμότητες πολιτικές- έδειξαν σίγουρα ένα πράγμα. Υπάρχει μια υπόκωφη οργή για τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η έρευνα για τα αίτια του δυστυχήματος. Γιατί; Γιατί δεν υπάρχει καμία εμπιστοσύνη. Και υπάρχει ένα μεγάλο αίτημα του κόσμου για να χυθεί φως στα αίτια της τραγωδίας. Αίτημα που δεν έχει απαντηθεί ακόμα.
Ναι, ορισμένοι θεωρούν ότι η συγκίνηση του κόσμου και η οργή, είναι η πλατφόρμα πάνω στην οποία θα οικοδομήσουν ένα αντικυβερνητικό αφήγημα και η βάση πάνω στην οποία θα στηθεί ένας αντικυβερνητικός συνασπισμός- "Λαϊκό Μέτωπο" ονειρεύεται ο κ. Χαρίτσης της Νέας Αριστεράς- άλλοι τοκίζουν πάνω στο συναίσθημα του κόσμου τις ελπίδες τους για πολιτική ανάκαμψη, άλλοι διακινούν για προσωπικό όφελος (και λόγω ιδιοσυγκρασίας) θεωρίες συνωμοσίας. Αλλά η συγκίνηση των ανθρώπων που συμμετείχαν στο συλλαλητήριο δεν ήταν υποκριτική και δεν είχε πολιτική στόχευση. Οφείλεται στο συγκλονιστικό γεγονός της απώλειας τόσων νέων στην πλειοψηφία τους ανθρώπων, οφείλεται στο γεγονός ότι όλοι μπαίνουμε έστω για λίγο- όσο αντέχουμε και όσο είναι εφικτό- στη θέση των γονέων που έχασαν τα παιδιά τους και ότι υπάρχει δυσπιστία, μεγάλη δυσπιστία, για το αν είναι αμερόληπτη και ανεξάρτητη η έρευνα που διεξάγει η Δικαιοσύνη. Για το αν θα εξηγήσει το πώς και το γιατί συνέβη το αδιανόητο.
Γιατί υπάρχει έλλειμμα εμπιστοσύνης; Γιατί σε πολλές πρόσφατες- πολιτικά ευαίσθητες- υποθέσεις που διερεύνησε η δικαιοσύνη (βλέπε υποκλοπές), δεν έπεισε ότι η κρίση της ήταν ανεξάρτητη των πιέσεων από την εκτελεστική εξουσία.
Δεν είναι μόνο η καθυστέρηση στην ανάκριση, εγγενής στο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης στην Ελλάδα, δεν είναι μόνο τα παράδοξα που έχουν να κάνουν με τις περίεργες απώλειες στοιχείων της δικογραφίας, δεν είναι μόνο η δυσπιστία στους θεσμούς, που είναι το κλίμα της εποχής. Είναι και οι κυβερνητικοί χειρισμοί, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε από την πρώτη στιγμή η υπόθεση. Με μια διάθεση να κλείσει η ιστορία όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και να πάμε παρακάτω. Να αφήσουμε την ιστορία πίσω μας. Να φορτωθεί την ευθύνη ο ανάξιος σταθμάρχης και να τελειώσει εκεί η ιστορία.
Από την πρώτη στιγμή υπήρχε η διάθεση να διαχυθεί η ευθύνη στους υπηρεσιακούς παράγοντες, στην ελληνική γραφειοκρατία και κακοδιοίκηση, στην οικονομική κρίση και στην ελληνική δημοσιοϋπαλληλία. Και στο ανθρώπινο λάθος φυσικά. Ναι υπάρχει διαχρονική ευθύνη για την εγκατάλειψη του σιδηρόδρομου στην Ελλάδα, ναι υπάρχει διαχρονική και διακομματική ευθύνη για τον "ωχαδερφισμό" στη δημόσια διοίκηση, αλλά όταν η ευθύνη διαχέεται, χάνεται η προσωπική ευθύνη. Όταν φταίμε όλοι, δεν φταίει κανείς. Και αυτή η υπόθεση δεν μπορεί να έχει μοναδικό ένοχο τον κακό μας εαυτό. Η μόνο τον σταθμάρχη.
Προφανώς και η αντιπολίτευση έψαχνε αφορμή για να στείλει στο Ειδικό δικαστήριο τα πολιτικά πρόσωπα που είχαν την ευθύνη των σιδηροδρόμων και να χρεώσει στην κυβέρνηση και στον πρωθυπουργό ένα "έγκλημα". Ακόμα και η χρήση της γλώσσας, αποκάλυπτε τις προθέσεις τους για την κομματική εκμετάλλευση. Αλλά και η σπουδή με την οποία έκλεισαν οι φάκελοι όταν έφθασαν στη Βουλή, η ταχύτητα με την οποία συντάχθηκαν τα απαλλακτικά πορίσματα, αποκάλυπταν την αγωνία της κυβερνητικής πλειοψηφίας, να αφήσει στο απυρόβλητο τους πολιτικά υπευθύνους.
Η πολιτική ευθύνη, που δεν την ανέλαβε κανείς- πόσο μάλλον που ο αρμόδιος υπουργός μετά την αυτονόητη παραίτηση, έθεσε και πάλι υποψηφιότητα για βουλευτής- ίσως εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και τη δυσφορία του κόσμου, και την υπόκωφη οργή και το έλλειμμα εμπιστοσύνης.
Θα δώσει απαντήσεις η εκτός ημερησίας διάταξης συζήτηση στη Βουλή για την οποία ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε τη (άνευ αντικειμένου) σύμπραξη όλης της αντιπολίτευσης; Προφανώς και όχι. Μια ευκαιρία για καυγά θα είναι και μια ακόμα απόπειρα να στηθεί το Λαϊκό Μέτωπο που ονειρεύεται ο κ. Χαρίτσης.
Ναι η συγκίνηση δεν είναι τεκμήριο ενοχής και η μόνη αρμόδια να κρίνει για τις ευθύνες και τους πρωταγωνιστές και υπευθύνους της τραγωδίας είναι η Δικαιοσύνη.
Θα δώσει όμως οριστικές απαντήσεις η ολοκλήρωση της δικαστικής έρευνας και η περάτωση της ανάκρισης; Φοβάμαι πώς όχι, πόσο μάλλον που όπως λένε οι πληροφορίες, και τα πορίσματα που αναμένονται από ειδικούς και θα ενσωματωθούν στη δικογραφία- όπως η έρευνα του ΕΜΠ- μπορεί να θέτουν ερωτήματα, μπορεί να αποκλείουν ορισμένα σενάρια, αλλά δεν δίνουν οριστικές απαντήσεις.
Δεν υπάρχει νομίζω αμφιβολία, ότι οι κινητοποιήσεις του κόσμου και οι διαδηλώσεις για τα Τέμπη, ευδοκιμούν σε ένα υπέδαφος δυσπιστίας και δυσφορίας για την κυβέρνηση και τους χειρισμούς της, σε άλλα πεδία της καθημερινότητας.
Ένας λόγος παραπάνω για μια γενναία πρωτοβουλία από πλευράς του πρωθυπουργού, να αποδείξει ότι δεν θέλει να μείνουν αμφιβολίες και σκοτεινά σημεία, όσον αφορά τα πραγματικά τουλάχιστον περιστατικά. Τις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρήκαν τον θάνατο τα παιδιά στο μοιραίο τρένο.
Μια διεθνής επιτροπή διερεύνησης του δυστυχήματος, με συμμετοχή ξένων ειδικών, χωρίς σχέσεις με το ελληνικό σύστημα, που θα επιχειρήσει να απαντήσει στα ερωτήματα που έχουν τεθεί, ίσως θα μπορούσε να είναι λυτρωτική.