του Μανόλη Καψή
Πώς ερμηνεύουν το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών οι Αμερικανοί συνάδελφοι, που υποθέτω κάτι παραπάνω ξέρουν για την Αμερική από εμάς που την ξέρουμε από το netflix; Ο Τραμπ κέρδισε λέει επειδή είναι μισογύνης και ρατσιστής και αυτό τελικά μάλλον αρέσει σε αυτούς τους πολλούς που τον ψηφίζουν. Ακουμπάει σε κάτι πολύ πρωτόγονο και αν και δεν σε κάνει και πολύ αισιόδοξο για την έννοια της προόδου, αυτή είναι η πικρή αλήθεια. Αυτή η ανάλυση - που μοιάζει βαθιά προκατειλημμένη- έχει το avantage ότι επιβεβαιώνει όλα τα κλισέ για τους ψηφοφόρους του Τραμπ, και δικαιώνει τον υποτιμητικό τρόπο που τους αντιμετωπίζουν οι άλλοι. Η γνωστή ιστορία με τα σκουπίδια. Αλλά ακόμα και αν έχει μια βάση, να είναι μόνο αυτό;
Άλλοι αναλυτές για παράδειγμα, επισημαίνουν ότι η πλατφόρμα του Τραμπ για απελάσεις παράνομων μεταναστών και για μειώσεις φόρων, συν τους δασμούς στις εισαγωγές - μπορεί να πάσχει για τους φιλελεύθερους οικονομολόγους που βλέπουν τον κίνδυνο για μια νέα ύφεση και έναν εμπορικό πόλεμο προ των πυλών - αλλά σε κάθε περίπτωση ήταν ένα ελκυστικό πακέτο για το μέσο ψηφοφόρο και η επιλογή του δεν ήταν καθόλου, μα καθόλου ανορθολογική.
Άλλωστε η Κάμαλα Χάρις, επισημαίνουν, είχε ένα μεγάλο desavantage.
Είχε να διαχειριστεί την κληρονομιά του Τζο Μπάιντεν και τα λάθη της δικής του θητείας- κυρίως τον πληθωρισμό, που ροκάνισε το εισόδημα του μέσου Αμερικανού - ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ εκπροσωπούσε το νέο, το διαφορετικό και την αλλαγή. Δύσκολα το αντιμετωπίζεις αυτό στην πολιτική, είτε στις ΗΠΑ είτε στην Ελλάδα, πόσο μάλλον αν κάνεις και τόσο κακή διαχείριση της κληρονομιάς, όσο έκανε η υποψήφια των Δημοκρατικών. Που έκανε την κορυφαία γκάφα όταν ρωτήθηκε αν και τι θα άλλαζε στην πολιτική Μπάιντεν και εκείνη απάντησε: "Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι να αλλάξω".
"Μα είναι δυνατόν;", εξανίσταται η άλλη πλευρά. Αυτός επιχείρησε να κλέψει τις εκλογές, να παραμείνει στον Λευκό Οίκο με τη βία, να ανατρέψει το αποτέλεσμα της κάλπης, δεν κρύβει τις αυταρχικές του τάσεις, έχει καταδικαστεί για ατιμωτικά αδικήματα (και εκκρεμούν και άλλες κατηγορίες από τις οποίες θα γλυτώσει), είναι χυδαίος, προσβλητικός, διχαστικός και όλοι οι πρώην συνεργάτες του προειδοποιούν ότι είναι και επικίνδυνος και άσχετος. "Αυτόν ψηφίσατε;".
Οι διαμαρτυρίες και οι κατηγορίες είναι απολύτως κατανοητές και καθόλου υπερβολικές, αλλά θα πρέπει ταυτόχρονα να κοιταχτούν στον καθρέπτη και να αναρωτηθούν και οι αντίπαλοι του Τραμπ: Πώς είναι δυνατόν να είναι η δική τους πρόταση για Πρόεδρο, χειρότερη (για τους ψηφοφόρους), από έναν τόσο κακό υποψήφιο, με τόσα ελαττώματα όπως ο Τραμπ; Πώς το κατάφεραν αυτό; Δεν μπορεί, κάτι δεν πάει καλά…
Και πώς κατάφερε αυτός που μετά τα επεισόδια στο Καπιτώλιο το 21, ακόμα και επιφανείς Ρεπουμπλικάνοι σχολίαζαν ότι είναι πλέον "μη εκλόγιμος", πώς τα κατάφερε να επανέλθει και να σαρώσει; Δεν μπορεί, κάτι κάνει καλά…
Και αυτό που φαίνεται ότι κάνει εξαιρετικά και είναι πολύ αποτελεσματικός, είναι να αξιοποιεί προς όφελός του, την πόλωση και τον διχασμό που επικρατούν στην αμερικανική πολιτική σκηνή. Είναι αυτό που οι πανεπιστημιακοί ονόμασαν "negative partisanship” (το μετέφρασα ως αρνητική στράτευση) και είναι η τάση πολλών ανθρώπων να θεωρούν "σκουπίδια" τους οπαδούς του άλλου κόμματος. Γι' αυτό και ψηφίζουν το κόμμα που ψηφίζουν, για να τιμωρήσουν τα σκουπίδια.
Είναι μια τάση σε πολλούς ψηφοφόρους σε πολλές χώρες, που συναντάμε όλο και πιο συχνά εντός και εκτός ΗΠΑ, που έχει προφανώς πολλά πλεονεκτήματα. Αφού τους συσπειρώνει, τους κινητοποιεί και τους στέλνει στις κάλπες. Το είδαμε και την περασμένη Τρίτη. Ο πρόεδρος (πλέον) Τραμπ έκανε καμπάνια αποκαλώντας την Κάμαλα Χάρις, "σκ@@ αντιπρόεδρο, μαρξίστρια και φασίστρια" και του βγήκε.
Αυτή η στάση κάνει ζημιά όμως στη Δημοκρατία. Και είναι ο λόγος για τον οποίο η αμερικανική Δημοκρατία χαρακτηρίζεται dysfunctional. Γιατί η Δημοκρατία απαιτεί διάλογο και συμβιβασμούς, αλλιώς δεν λειτουργεί. Και όταν θεωρείς τον άλλο σκουπίδι ή μαρξιστή που θέλει να καταστρέψει τη χώρα σου, ούτε σε διάλογο μπαίνεις, ούτε κάνεις συμβιβασμούς. Παλεύεις μέχρι την τελική νίκη. Μέχρι να εξαφανίσεις τον άλλο. Και πλέον οι ψηφοφόροι δεν θεωρούν την πολιτική πεδίο συγκλίσεων για την αναζήτηση της καλύτερης λύσης, αλλά πεδίο σύγκρουσης, όπου όλα τα χτυπήματα επιτρέπονται.
Και μετά αρχίζουν τις μπουνιές, μεταφορικώς και κυριολεκτικώς… Και έτσι χάνεται κάθε εμπιστοσύνη στην πολιτική.
Όπως έχει ήδη συμβεί στις Ηνωμένες Πολιτείες, με μεγάλη ευθύνη Τραμπ και Ρεπουμπλικάνων, αλλά όχι μόνο.
Στο αφιέρωμά του στην "αρνητική στράτευση" ή την πόλωση όπως θα λέγαμε εμείς στην Ελλάδα, το περιοδικό Economist δίνει σαν παράδειγμα το Ηνωμένο Βασίλειο και τον καταστροφικό τρόπο με τον οποίο έγινε το Brexit, γιατί τα πολιτικά κόμματα, μετά το δημοψήφισμα, δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν σε μια κοινή γραμμή άμυνας. Θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει και το παράδειγμα της Ελλάδας, όπου μετά τη χρεοκοπία, η αδυναμία συνεννόησης των κομμάτων οδήγησε στην παράταση της κρίσης και σε νέα μνημόνια.