Συνεχης ενημερωση

    Δευτέρα, 21-Οκτ-2024 00:05

    Πώς βλέπουν οι ηγέτες της Κίνας άλλη μια θητεία Τραμπ

    Πώς βλέπουν οι ηγέτες της Κίνας άλλη μια θητεία Τραμπ
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Στην αρχή της προεδρίας Μπάιντεν, πολλοί από εμάς στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, μετά από μια ενημερωτική συνάντηση για την Κίνα, καταλήξαμε σε ένα βασικό συμπέρασμα: Η δεκαετία του 2020 θα ήταν αυτό που ονομάζαμε η "αποφασιστική δεκαετία" στον ανταγωνισμό ΗΠΑ - Κίνας.

    Το Πεκίνο επιδιώκει να εκθρονίσει την Αμερική από την παγκόσμια ηγετική της θέση και είναι ένας τρομερός ανταγωνιστής. Είναι ο πρώτος γεωπολιτικός αντίπαλος που ξεπερνά το 70% του ΑΕΠ των ΗΠΑ, εμφανίζει καλύτερο βιομηχανικό δυναμικό και προηγείται σε πολλούς τεχνολογικούς τομείς, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα, τα υπερηχητικά όπλα και η τεχνολογία πυρηνικής ενέργειας. Χωρίς διορθωτικά μέτρα, οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να χάσουν την τεχνολογική τους υπεροχή, να βρεθούν να εξαρτώνται οικονομικά από την Κίνα ακόμα και να αντιμετωπίσουν το φάσμα της ήττας από τον κινεζικό στρατό στα στενά της Ταϊβάν ή στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Ο τρόπος με τον οποίο ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ θα πορευτεί τα επόμενα χρόνια αυτής της αποφασιστικής δεκαετίας θα έχει ευρύτατες επιπτώσεις για την Αμερική και τον υπόλοιπο κόσμο.

    Τα καλά νέα είναι ότι παρά τις βαθιές διαφωνίες στην αμερικανική πολιτική σκηνή, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι συμφωνούν πλέον σε γενικές γραμμές για την ανάγκη να ανταγωνιστούμε την Κίνα. Έχουν θεσπίσει νόμους για την ενίσχυση της τεχνολογικής μας ηγεσίας, την αναζωογόνηση της εγχώριας μεταποίησης, την προώθηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε όλο τον κόσμο, την ενίσχυση της αμερικανικής αποτροπής στα στενά της Ταϊβάν και την τόνωση των συμμαχιών μας στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού.

    Αυτό το ενιαίο μέτωπο θα υπονομευτεί εάν ο Ντόναλντ Τραμπ εκλεγεί ξανά. Κατά ειρωνικό τρόπο, αν και ο Τραμπ βοήθησε να δημιουργηθεί η τρέχουσα δικομματική προσέγγιση ως πρόεδρος, ανατρέποντας τη μακροπρόθεσμη πολιτική των ΗΠΑ που έδινε έμφαση στη συνεργασία έναντι του ανταγωνισμού, ποτέ δεν ασπάστηκε πλήρως αυτήν τη νέα συναίνεση και πλέον βρίσκεται τελείως εκτός αυτού του πολιτικού πλαισίου. Σήμερα ο Τραμπ συχνά έρχεται σε αντίθεση με πρώην μέλη του επιτελείου του, τους συμβούλους του, την εθνικιστική πτέρυγα του κόμματός του, ακόμα και με τον άνθρωπο που επέλεξε για αντιπρόεδρο -  όλοι βλέπουν τις προκλήσεις που δημιουργεί το Πεκίνο πιο ξεκάθαρα από εκείνον. Αφημένος στις δικές του απρόβλεπτες παρορμήσεις, ο Τραμπ θα μπορούσε πολύ εύκολα να χάσει αυτή την αποφασιστική δεκαετία για την Αμερική.

    Κανείς δεν το αντιλαμβάνεται αυτό καλύτερα από τους ηγέτες της Κίνας. Είδαν τη θητεία του ως επιταχυντή για αυτό που οι ίδιοι βλέπουν ως παρακμή της αμερικανικής ισχύος και όχι χωρίς λόγο. Ο Τραμπ εστίασε στις εξαγωγές εμπορευμάτων των ΗΠΑ αντί στη μακροπρόθεσμη παραγωγική ισχύ. Αποξένωσε συμμάχους και εταίρους, χειρίστηκε λάθος την αντιμετώπιση της πανδημίας και έδειξε επανειλημμένα αδιαφορία για τους δημοκρατικούς κανόνες. Όσον αφορά την πολιτική για την Κίνα, έθεσε τακτικά το προσωπικό του όφελος πάνω από τα συμφέροντα της Αμερικής και υπονόμευε σημαντικά βήματα που έκαναν τα μέλη του προσωπικού του για να ανταγωνιστούν το Πεκίνο. Ως αποτέλεσμα, ο Τραμπ χλευάστηκε ευρέως από τους Κινέζους πολίτες, οι οποίοι του έδωσαν το παρατσούκλι "Chuan Jianguo" (χτίστε το έθνος – Τραμπ) με το έθνος να είναι όμως η Κίνα. Η κυβέρνησή του οδήγησε τον Πρόεδρο της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ να δηλώσει ότι ο κόσμος γνωρίζει "μεγάλες αλλαγές, πρωτόγνωρες τον τελευταίο αιώνα", καθώς η Αμερική έχανε την κυριαρχία της.

    Δεν υπάρχει κανένας λόγος να θεωρήσουμε ότι σε μια δεύτερη θητεία, ο Τραμπ θα παρεκκλίνει από την προηγούμενη προσέγγιση που αποδυνάμωσε την Αμερική κατά τη διάρκεια της προεδρίας του.

    Ας εξετάσουμε το πολιτικό πλαίσιο στην τεχνολογία: Όταν ο Τραμπ ήταν στην εξουσία, η κυβέρνησή του δικαίως επέβαλε ελέγχους εξαγωγών στις Huawei και ZTE, κινεζικές εταιρείες τηλεπικοινωνιών που οι υπηρεσίες πληροφοριών είχαν προειδοποιήσει ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν φορείς κατασκοπείας και κυβερνοεπιθέσεων. Έβαλε όμως πρώτα το δικό του συμφέρον. Υποσχέθηκε στον Σι ότι θα άρει τους ελέγχους (και τελικά το έκανε για τη ZTE, παρά τις αντιρρήσεις και των δύο κομμάτων) σε αντάλλαγμα για αγορές αμερικανικών γεωργικών και ενεργειακών προϊόντων που θεωρούσε ότι θα βοηθούσαν τις προοπτικές επανεκλογής του.

    Σήμερα ο Τραμπ αντιτίθεται στη νομοθεσία -που έχει συντριπτική δικομματική στήριξη- για την απαγόρευση του TikTok, εκτός και εάν οι ιδιοκτήτες της εφαρμογής που εδρεύουν στην Κίνα το πουλήσουν. Ο στόχος είναι να μην μπορεί το Πεκίνο να διαμορφώνει την κοινή γνώμη στις ΗΠΑ, χειραγωγώντας τις ειδήσεις για 170 εκατ. χρήστες της εφαρμογής ή να έχει πρόσβαση σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα. Αρχικά είχε υποστηρίξει αυτήν την προσέγγιση, αλλά φαίνεται να έκανε στροφή 180 μοιρών μετά από μια συνάντηση με κορυφαίο δωρητή που έχει μερίδιο περίπου 30 δισ. δολ. στην εφαρμογή.

    Ο Πρόεδρος Μπάιντεν έκανε σημαντικά βήματα για να στερήσει από την Κίνα τους προηγμένους ημιαγωγούς που χρειάζεται για να αποκτήσει ηγετικό ρόλο στην τεχνητή νοημοσύνη και να βελτιώσει τα στρατιωτικά της όπλα της, ενώ έχει δρομολογήσει μέτρα για να ενισχύσει τις άμυνες της Αμερικής απέναντι στη δημόσια τεκμηριωμένη εκστρατεία του Πεκίνου να θέσει σε κίνδυνο κρίσιμες υποδομές στις ΗΠΑ, όπως το νερό, το φυσικό αέριο, οι τηλεπικοινωνίες και οι μεταφορές αν οι δύο χώρες βρεθούν σε πορεία σύγκρουσης. Εάν, σε μια δεύτερη θητεία, ο Τραμπ βάλει ξανά τα προσωπικά του συμφέροντα πάνω από την προσέγγιση της χώρας στον τεχνολογικό ανταγωνισμό, θα έθετε σε κίνδυνο αυτές τις κρίσιμες προσπάθειες.

    Η εικόνα είναι παρόμοια στον κλάδο της μεταποίησης: Όπως έδειξε μια πρόσφατη έκθεση του γερουσιαστή Μάρκο Ρούμπιο, η Κίνα ήδη "ηγείται σε πολλούς από τους κλάδους που θα καθορίσουν τη γεωπολιτική υπεροχή". Στελέχη και των δύο κομμάτων αναγνωρίζουν ότι απαιτείται επείγουσα δράση για την εκ νέου εκβιομηχάνιση της Αμερικής καθώς μια νέα "πλημμύρα" κινεζικών εξαγωγών απειλεί βασικές βιομηχανίες των ΗΠΑ.

    Ο Τραμπ δεν φαίνεται να συμμερίζεται αυτήν την άποψη. Ως πρόεδρος, σπατάλησε τα όποια οφέλη από την αύξηση των δασμών, αποδεχόμενος μια κακή εμπορική συμφωνία που ήλπιζε ότι θα βοηθούσε τις προοπτικές επανεκλογής του. Η συμφωνία επέτρεψε στο Πεκίνο να διατηρήσει τις αθέμιτες πρακτικές του και να συνεχίσει να πουλάει στους Αμερικανούς βιομηχανικά προϊόντα, με την υπόσχεση η Κίνα να αγοράσει κάποια προϊόντα από τις ΗΠΑ. Περισσότερες κακές συμφωνίες όπως αυτή σε μια δεύτερη θητεία Τραμπ θα μπορούσαν να κοστίσουν εκατομμύρια θέσεις εργασίας, να οδηγήσουν την Αμερικανή να χάσει την πρώτη θέση στη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας και να επιταχύνουν την πτώση της, μετατρέποντας τη χώρα σε προμηθευτή εμπορευμάτων που θα εξαρτάται από κινεζικά προϊόντα.

    Με τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα υπό πίεση σε όλο τον κόσμο, η αμερικανική ηγεσία στην υπεράσπιση αυτών των αξιών είναι επιτακτική. Ωστόσο, ο Τραμπ νιώθει μια φυσική στενή σχέση με αυταρχικούς ηγέτες όπως ο Σι και ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, κάτι που δεν ταιριάζει με το πώς βλέπουν τον κόσμο τα δύο κόμματα. Ο Τραμπ επαίνεσε κάποτε την απάντηση της Κίνας στη σφαγή στην Πλατεία Τιεν Αν Μεν και απείλησε να ασκήσει βέτο σε σχεδόν ομόφωνη νομοθεσία που καταδίκαζε την καταστολή της Κίνας στο Χονγκ Κονγκ δηλώνοντας: "Πρέπει να σταθούμε με το Χονγκ Κονγκ, αλλά είμαι και με τον Πρόεδρο Σι". Σύμφωνα με τον πρώην σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας, Τζον Μπόλτον, ο Τραμπ ενθάρρυνε ιδιωτικά τον Σι να χτίσει τις φυλακές επανεκπαίδευσης στις οποίες η Κίνα φυλάκισε περίπου ένα εκατομμύριο Ουιγούρους. Μια δεύτερη θητεία Τραμπ θα μπορούσε να διευκολύνει ακόμα περισσότερο την καταστολή και τις προσπάθειες της Κίνας να αποδυναμώσει τις δημοκρατίες αξίες και την αμερικανική ηγεσία σε όλο τον κόσμο.

    Οι ιδέες του Τραμπ για την Ταϊβάν είναι ένα σχέδιο για την καταστροφή. Για δεκαετίες, η Ουάσιγκτον αποτρέπει την Κίνα από μια εισβολή στην Ταϊβάν με μια δικομματική πολιτική στρατηγικής ασάφειας σχετικά με το αν οι ΗΠΑ θα υπερασπίζονταν το νησί. Ο Τραμπ απειλεί να αποδυναμώσει αυτή την αποτροπή. Είπε πρόσφατα ότι η Ταϊβάν πρέπει να πληρώσει την Αμερικανική για να υπερασπιστεί το νησί, το οποίο διοικείται δημοκρατικά, ενώ ο ίδιος με υπεροψία αμφισβητεί την ικανότητα της Αμερικής να κάνει ακριβώς αυτό.

    Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Το να δείχνεις έλλειψη αποφασιστικότητας θα μπορούσε μια μέρα να ενθαρρύνει την Κίνα να καταλάβει το νησί, πυροδοτώντας μια ευρύτερη σύγκρουση με καταστροφικές συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία. Και το Πεκίνο το έχει ήδη προσέξει: γίνεται ολοένα και πιο γνωστό σε δυτικούς διπλωματικούς και ακαδημαϊκούς κύκλους ότι Κινέζοι αξιωματούχοι και εμπειρογνώμονες από δεξαμενές σκέψης προσπαθούν να μάθουν αν ο Τραμπ θα μπορούσε να συναινέσει σε κινεζική στρατιωτική δράση κατά της Ταϊβάν, εφόσον επανεκλεγεί.

    Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι θεωρούν ότι η ενίσχυση των παγκόσμιων συμμαχιών είναι ένας από τους καλύτερους τρόπους αντιμετώπισης της Κίνας. Αλλά ο Τραμπ έχει δείξει ότι εξακολουθεί να μην εκτιμά τις διεθνείς φιλίες των ΗΠΑ. Για άλλη μια φορά απειλεί ότι θα αυξήσει τους δασμούς στους συμμάχους, θα τους κάνει να πληρώσουν περισσότερα για τη συλλογική άμυνα και θα αρνηθεί τις αμυντικές δεσμεύσεις των ΗΠΑ. Χωρίς τους συμμάχους της, η Αμερική θα στεκόταν μόνη απέναντι στο Πεκίνο.

    Η Κίνα είναι ο πιο τρομερός γεωπολιτικός αντίπαλος της Αμερικής εδώ και έναν αιώνα και χάρη στη θητεία του Τραμπ, οι Κινέζοι ηγέτες έχουν πλήρη επίγνωση τι επιδιώκει και πώς να τον χειραγωγήσουν. Πιστεύουν ότι η Κίνα ανεβαίνει και η Αμερική παρακμάζει. Υπάρχει ο κίνδυνος, μια εκλογή του Τραμπ τον επόμενο μήνα να αποδείξει πως έχουν δίκιο.

    *Ο Rush Doshi διετέλεσε αναπληρωτής ανώτερος διευθυντής για Υποθέσεις Κίνας και Ταϊβάν στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας του Προέδρου Μπάιντεν

    © 2024 Διατίθεται από το "The New York Times Licensing Group"

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ