Του Νικήτα Σίμου
Οι επιθέσεις κατά αμερικανικών στόχων στη Συρία και το Ιράκ, από μουσουλμανικές ομάδες, τις οποίες ελέγχει η Τεχεράνη, έχουν πολλαπλασιαστεί τους τελευταίους μήνες (115 στην περίοδο 18/10-15/12). Οι αμερικανικές δυνάμεις φυσικά απάντησαν. Το Ιράν διατηρεί την πρωτοβουλία δοκιμάζοντας την ανοχή των ΗΠΑ, αν και δεν είναι σαφές ως ποιο βαθμό επιθυμεί την κλιμάκωση και αν την ελέγχει απόλυτα, όπως πχ στην περίπτωση των επιθέσεων των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα. Το προκείμενο έχει ενδιαφέρον, διότι τελικά οι επιθέσεις αυτές δίνουν, καθώς φαίνεται, την ευκαιρία ισχυρής ναυτικής παρουσίας του δυτικού παράγοντα στην περιοχή, δυνατότητα την οποία δεν θα επιθυμούσε απαραίτητα το Ιράν.
Ελεγχόμενη κρίση
Οι ΗΠΑ βρίσκονται σε μια κλιμακούμενη στρατιωτική αντιπαράθεση με ομάδες τις οποίες υποστηρίζει το Ιράν στη Μ. Ανατολή. Η αντιπαράθεση αυτή ξεκίνησε στα μέσα Οκτωβρίου, ως αντίδραση της εισβολής στη Γάζα, κυρίως με επιθέσεις δρόνων κατά των αμερικανικών δυνάμεων, οι οποίες είναι σταθμευμένες στη Συρία και το Ιράκ. Παρά τις αμερικανικές απαντήσεις με αεροπορικές επιδρομές, οι επιθέσεις των εξτρεμιστών συνεχίζονται έχοντας προκαλέσει το τραυματισμό 50 Αμερικανών. Σύμφωνα με το Πεντάγωνο, επιπλέον δύναμη προσωπικού 900 ατόμων έχει αναπτυχθεί στην περιοχή.
Επί του παρόντος φαίνεται ότι καμία πλευρά δεν επιθυμεί μια μείζονα αντιπαράθεση, όμως ενόσω οι επιχειρήσεις στη Γάζα συνεχίζονται τόσο ο κίνδυνος για αυτό το ενδεχόμενο αυξάνει. Την ευθύνη των Μουσουλμανικών επιθέσεων αναλαμβάνει μια νεοπαγής οργάνωση, η Ισλαμική Αντίσταση, η οποία συμπεριλαμβάνει κυρίως ιρακινές σιιτικές ομάδες οι οποίες είναι συνδεδεμένες με τον "άξονα της αντίστασης" - δηλ. το δίκτυο χωρών ευθυγραμμισμένων με το Ιράν όπως η Συρία και μη-κρατικούς δρώντες όπως οι Χούθι στην Υεμένη, η Χεζμπολλάχ στον Λίβανο και παλαιστινιακές ομάδες όπως η Χαμάς.
Οι αμερικανικές αντεπιθέσεις πλήττουν εκείνες τις βάσεις των ιρακινών ομάδων, οι οποίες βρίσκονται επί συριακού εδάφους (Abu Kamal) και όχι αυτές οι οποίες είναι εντός του Ιράκ, αν και οι επιθέσεις των εξτρεμιστών εκτιμάται ότι εξαπολύονται τόσο από το έδαφος του Ιράκ όσο και από της Συρίας. Ο λόγος είναι ότι η διοίκηση Μπάϊντεν δεν θα επιθυμούσε να διαταράξει τις σχέσεις της με την Βαγδάτη, αποφεύγοντας ένα σενάριο κατά το οποίο η ιρακινή κυβέρνηση υπό την εσωτερική πολιτική πίεση, σε περίπτωση αμερικανικής ανταπόδοσης των πληγμάτων εντός ιρακινού εδάφους, θα ήταν αναγκασμένη να ζητήσει από τις ΗΠΑ να αποσύρουν τις δυνάμεις τους από τη χώρα.
Γίνεται αντιληπτό, ότι οι εξτρεμιστικές ομάδες επιτίθενται κατά των αμερικανικών δυνάμεων τόσο, όσο τα ανταποδοτικά πλήγματα των τελευταίων δεν είναι καταλυτικά για αυτές. Εκ πρώτης απόψεως φαίνεται σαν μια ισόρροπη διαδικασία διερεύνησης των προθέσεων του αντιπάλου, δεν πρέπει όμως να διαφεύγει ότι οι εξτρεμιστικές ομάδες, τις οποίες ελέγχει το Ιράν, αυξάνουν σε αριθμό και γεωγραφική διασπορά ενεργοποίησης. Σκοπός των ενεργειών αυτών, από την πλευρά της Τεχεράνης είναι η διατήρηση, των δυνάμεών της σε ετοιμότητα και του αντι-δυτικού δόγματός της ενεργού, καθώς και η κατατριβή του αντιπάλου, ώστε να βρίσκεται ο τελευταίος σε κατάσταση σύγχυσης για τις πραγματικές επιδιώξεις των Ιρανών. Η Τεχεράνη επιδιώκει να διατηρεί την πρωτοβουλία των ενεργειών.
Οι προειδοποιήσεις Μπάϊντεν στο τέλος Οκτωβρίου προς τους Ιρανούς για παύση των επιθέσεων προς τις αμερικανικές δυνάμεις στην περιοχή, με τη διασάφηση ότι ήταν άσχετες από τις εξελίξεις στη Γάζα και αφορούσαν τις απευθείας σχέσεις Ουάσιγκτον-Τεχεράνης, αν και υπογράμμιζαν την αποφασιστικότητα του Αμερικανού προέδρου δεν έδειξαν κάποια κατεύθυνση των αμερικανικών προθέσεων. Σύμφωνα με το ιρανικό πρακτορείο ειδήσεων, οι ΗΠΑ έχουν διαμηνύσει στην Τεχεράνη και στη Χεζμπολλάχ, ότι δεν επιδιώκουν την επέκταση των συγκρούσεων και τις παροτρύνουν να δείξουν αυτοσυγκράτηση.
Η είδηση αυτή θα μπορούσε να ερμηνευθεί και ως η αντίληψη των Ιρανών για τις επί του προκειμένου ανταλλαγές πληγμάτων.
Σκληροτράχηλοι αντάρτες
Οι δυνατότητες των σιιτών Χούθι της Υεμένης και η τόλμη τους να προκαλούν τον διεθνή παράγοντα στην Ερυθρά, καλλιεργήθηκαν μέσα σ’ ένα πολυετή εμφύλιο πόλεμο με τις υπέρτερες σουνιτικές δυνάμεις της κυβέρνησης, την οποία υποστήριζε η Σ. Αραβία. Το 2014 οι αντάρτες κατέλαβαν τη Σαναά και ίδρυσαν ένα ιδιότυπο αυταρχικό κράτος κατέχοντας τελικά σημαντικό μέρος της χώρας στα δυτικά και βόρεια με παράλια στην Ερυθρά Θάλασσα, όπου και το σημαντικό λιμάνι της Hodeida.
Οι Χούθι υποστηριζόμενοι και εμπνεόμενοι από τη Χεζμπολλάχ, είναι το σταθερό αποτύπωμα της ιρανικής φιλοδοξίας κατά του ηγετικού ρόλου της σουνιτικής Σ. Αραβίας, σε μια ιδιαίτερα σημαντική γεωστρατηγική θέση για τον έλεγχο του διάπλου της Ερυθράς.
Η ιδεολογία των Χούθι κατά των ΗΠΑ και του Ισραήλ παραμένει σταθερή για 10ετίες. Πριν τον πόλεμο της Γάζας είχαν κάποιες επαφές με τις ΗΠΑ, με Σαουδική διαμεσολάβηση, προκειμένου να αναγνωρισθεί η θέση τους και να υπάρξει κάποια ειρηνευτική διαδικασία. Όμως με αφορμή τον πόλεμο στη Γάζα, τους δόθηκε η ευκαιρία, να εξαπολύσουν πολλές επιθέσεις με δρόνους και πυραύλους (ιρανικής προέλευσης), πειρατικά πλοιάρια και αερομεταφερόμενους από ελικόπτερα κομάντος, εναντίον εμπορικών πλοίων τα οποία διέπλεαν την Ερυθρά Θάλασσα. Σημαντικός αριθμός από τα πλοία αυτά – ισραηλινών συμφερόντων ή με προορισμό το Ισραήλ– επλήγησαν, παρά το γεγονός ότι περιπολούντα κυρίως αμερικανικά πολεμικά πλοία αναχαίτισαν δρόνους και πυραύλους. Σε δυο περιπτώσεις πύραυλοι κρουζ έφθασαν μέχρι το νότιο Ισραηλινό λιμάνι του Εϊλάτ.
Οι προθέσεις των Χούθι είναι σαφείς, καθώς εκμεταλλεύονται άριστα τη γεωγραφία της χώρας τους για τους σκοπούς τους. Οι ενέργειές τους εμφανώς αποβλέπουν στο να αποκόψουν το Ισραήλ από το θαλάσσιο εμπόριο και τροφοδοσία ως αντίποινα για την ισραηλινή εμπλοκή στον πόλεμο της Γάζας. Έμμεσα όμως, επεκτείνουν και τον ιρανικό έλεγχο στην Ερυθρά.
Επιπτώσεις στη διεθνή ναυσιπλοΐα και μεταφορές
Μετά τις επιθέσεις των Χούθι πολλές μείζονες διεθνείς ναυτιλιακές εταιρείες (Maersk, Hapag-Lloyd, CMA, CGM) ανέστειλαν "προς το παρόν" τις μεταφορές τους μέσω Ερυθράς και ακολούθησε η BP.
Η νέα γραμμή μεταφορών για τις εταιρείες αυτές και όσες ακολουθήσουν είναι η από τον Ινδικό παράκαμψη της Αφρικής, γεγονός το οποίο αναμένεται να αυξήσει κατά 12-15 ημέρες, περίπου 35.000 θαλάσσια ταξίδια τον χρόνο μεταξύ Ευρώπης, Μ. Ανατολής και Ασίας, τα οποία υπό κανονικές συνθήκες θα διεξάγονταν μέσω Ερυθράς Θάλασσας, Σουέζ και Μεσογείου.
Αυτή η εναλλακτική ενέργεια αντιπροσωπεύει περίπου το 10% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Η αύξηση κόστους των αντίστοιχων αλυσίδων τροφοδοσίας και της επιβάρυνσης του τελικού καταναλωτή δεν έχει εκτιμηθεί ακόμη, θα είναι όμως σημαντική, κρίνοντας από τη σημαντική χρονική επιμήκυνση των ταξιδιών, και την αναμενόμενη αύξηση των ασφαλίστρων, των καυσίμων, των ναυτοωρών κτλ. Προφανώς, δημιουργείται σημαντικό πρόβλημα τροφοδοσίας και κόστους για τις χώρες της Μ.Ανατολής και της Μεσογείου.
Είναι ένα σημαντικό ερώτημα όμως, αν αυτή η εξέλιξη ήταν στις προθέσεις της Τεχεράνης, και αν είχε προεξοφληθεί η Δυτική αντίδραση και οι στρατηγικές επιπτώσεις της για το έλεγχο της περιοχής.
Η Δυτική αντίδραση
Βασισμένοι στην πρόσφατη εμπειρία από τη δυνατότητα του αμερικανικού αντιτορπιλικού να αναχαιτίσει με αποτελεσματικότητα δρόνους και πυραύλους των Χούθι, οι Αμερικανοί προωθούν τη δημιουργία μιας σημαντικής αμυντικής ναυτικής δύναμης στην Ερυθρά Θάλασσα. Εκτός των ΗΠΑ, θα συμμετέχουν οι, Η.Β, Μπαχρέϊν, Καναδάς, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Ολλανδία, Νορβηγία και Σεϊχέλες. Προ ολίγου ανακοίνωσε και η Ελλάδα τη συμμετοχή με κατάλληλα εξοπλισμένη φρεγάτα. Παρά ταύτα θα υπάρχει σημαντική πρόκληση για τους συμμετέχοντες καθώς τα σκάφη της συμμαχικής δύναμης θα πρέπει να κατευθύνονται σε φιλικά λιμάνια για αναπλήρωση πολεμοφοδίων, τυχόν επισκευές κ.α. Πάντως, κατά τον S. Kaushal του Royal United Services Institute του Λονδίνου, κανείς από τους εμπλεκομένους, Χούθι, Ιράν, ΗΠΑ, δεν επιθυμεί την παραπέρα κλιμάκωση στην τρέχουσα χρονική στιγμή, μετά την υπό διαμόρφωση ασταθή ισορροπία δυνάμεων.
Κατά την άποψή μας, η εξέλιξη των γεγονότων ευνοεί στρατηγικά τη Δύση, η οποία έχει τη δυνατότητα και το ηθικό έρεισμα ισχυρής ναυτικής παρουσίας στην Ερυθρά, εφόσον απειλείται η τροφοδοσία σημαντικού αριθμού ευρωπαϊκών χωρών με απαραίτητα αγαθά της διεθνούς παραγωγής. Επιπλέον, η πρωτοβουλία αυτή δίνει στις ΗΠΑ και τη Δύση την ευκαιρία μιας προβολής στρατιωτικής ισχύος στην περιοχή, σε εποχή που υπερτονίζεται ο αμερικανικός "αναχωρητισμός" και η δημιουργία κενού του οποίου επωφελούνται η Κίνα και η Ρωσία. Ο συνασπισμός αυτός, είναι συγκυριακά, ίσως μια απάντηση στη ναυτική άσκηση Ιραν-Ρωσίας-Κίνας στα στενά του Ορμούζ τον περασμένο Φεβρουάριο.
Μια γενικότερη διαπίστωση είναι, ότι παρά τις απευκταίες κλιμακώσεις αυτές συμβαίνουν, μάλλον όχι τυχαία, και οι βραχυχρόνιες ισορροπίες που ακολουθούν ανατρέπονται. Ως πότε και μέχρι πού;
* Ο Νικήτας Σίμος είναι Οικονομολόγος, Γεωπολιτικός Αναλυτή