Τρίτη, 17-Οκτ-2023 00:05
Η Χαμάς δεν είναι το μόνο πρόβλημα του Ισραήλ

Το προηγούμενο Σάββατο θα μείνει στη μνήμη μας ως μία από τις πιο καταστροφικές ημέρες στην Ιστορία του Ισραήλ.
Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα θυμίζουν πάρα πολύ τις επιθέσεις πριν από 50 χρόνια, κατά την έναρξη του Γιόμ Κιπούρ, της πιο ιερής ημέρας του εβραϊκού έτους. Εκείνη την ημέρα, του Οκτωβρίου 1973, το Ισραήλ δέχθηκε συντονισμένη επίθεση από έναν συνασπισμό αραβικών χωρών, η οποία πυροδότησε έναν βάναυσο πόλεμο τριών εβδομάδων. Η χώρα "επέζησε” μόνο και μόνο χάρη στην τεράστια θυσία των νέων ανδρών και γυναικών της. Ο πόλεμος εκείνος σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά Ισραηλινών και άλλαξε ριζικά τον λαό.
Το προηγούμενο Σάββατο είναι το δικό μας 1973.
Τα βίντεο που κυκλοφορούν και δείχνουν ανυπεράσπιστους Ισραηλινούς -γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένους- να πιάνονται όμηροι, θα μας στοιχειώνουν για πάντα. Οι εικόνες αποτελούν ανάθεμα όχι μόνο για το κυρίαρχο αίσθημα αυτοάμυνας των Ισραηλινών αλλά και για την ίδια την ύπαρξη της χώρας ως ασφαλές καταφύγιο για τους Εβραίους. Μας ταρακούνησαν συθέμελα, αλλά δεν έχουμε την πολυτέλεια να υποκύψουμε στο σοκ. Ούτε έχουμε τον χρόνο να χωνέψουμε αυτήν τη φρίκη. Οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις πρέπει να βρουν τη δύναμη να ανασυνταχθούν άμεσα και, αφού περιορίσουν την απειλή εντός των ισραηλινών συνόρων, να αναπροσαρμοστούν και να αντεπιτεθούν στρατηγικά, με τρόπο που να καθιστά τη Χαμάς και τους συμμάχους της υπόλογους. Η δε πολιτική ηγεσία μας πρέπει να επανεξετάσει την πολιτική που έχει χαράξει και να αλλάξει ριζικά ρότα.
Αυτά τα τραγικά γεγονότα έχουν έναν υπεύθυνο: τη Χαμάς. Ωστόσο, υπάρχουν δύο κενά στην οπτική μας που μάς εμπόδισαν να εντοπίσουμε και να αποτρέψουμε αυτό που έπρεπε να είχαμε προβλέψει. Το πρώτο σχετίζεται με την πολιτική κατευνασμού του εχθρού, με την ελπίδα ότι η Χαμάς τελικά θα απεκδυθεί τις τζιχαντιστικές καταβολές της. Αντ’ αυτού, όμως, η ένοπλη πτέρυγα της Χαμάς μεγεθύνθηκε - και κατέστη από ένας μικρός οργανισμός ένας ισχυρός στρατός. Το δεύτερο είναι ότι αναλωθήκαμε στις εσωτερικές πολιτικές διαφορές μας, γεγονός που απέσπασε την προσοχή μας από τις εξωτερικές απειλές και δίχασε την κοινωνία και κυρίως τον στρατό.
Σε διάστημα τεσσάρων ετών, το Ισραήλ διεξήγαγε τρεις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα κατά του Παλαιστινιακού Ισλαμικού Τζιχάντ, ενός οργανισμού που δρα ως πληρεξούσιος του Ιράν. Η Χαμάς, το κυβερνών κόμμα της Γάζας, που ελέγχει έναν στρατό εξοπλισμένο με δεκάδες χιλιάδες πυραύλους και επίλεκτες μονάδες κομάντο, αφέθηκε εν πολλοίς στο απυρόβλητο μετά την επιχείρηση Guardian of the Walls, το 2021. Πληρώσαμε το τίμημα του πολέμου -όπως και οι άμαχοι στη Γάζα- χωρίς ουσιαστικό στρατηγικό όφελος. Γιατί; Διότι ο Παλαιστινιακός Ισλαμίκος Τζιχάντ ήταν ο ευκολότερος στόχος. Το Ισραήλ ήθελε να αποφύγει έναν ευρύ πόλεμο στη Γάζα, και καταλήξαμε στη σφαγή του Ισραήλ.
Εν τω μεταξύ, η Χαμάς προετοιμαζόταν γι’ αυτήν τη στιγμή. Εξασφάλισε de facto ασυλία από τις στρατιωτικές δυνάμεις του Ισραήλ και τσέπωνε χρήματα από το Κατάρ κάθε μήνα για την κάλυψη βασικών αναγκών ώστε να διασφαλίσει πως δεν θα ξεσηκωθεί ο κόσμος. Τόσο οι πολιτικοί όσο και οι αξιωματούχοι του στρατού τα δύο τελευταία χρόνια έκαναν τον λαό μας να πιστεύει ότι η Χαμάς δεν ενδιαφέρεται πλέον για μια πλήρη κλιμάκωση της σύγκρουσης και εστιάζει στην ενίσχυση του εσωτερικού ρόλου της ως η νόμιμη κυβέρνηση της Γάζας.
Πλέον, όμως, πολλοί άνθρωποι στο Ισραήλ αναρωτιούνται, εύλογα, πώς μία από τις ικανότερες υπηρεσίες πληροφοριών στον κόσμο απέτυχε να εντοπίσει την απειλή. Μια απάντηση είναι ότι τείνουμε να αγνοούμε λεπτομέρειες που σχετίζονται με τις προκαταλήψεις μας - που στην προκειμένη περίπτωση επρόκειτο για μια εσφαλμένη αντίληψη όσον αφορά το ποιόν και τις προθέσεις της Χαμάς.
Αλλά αυτό είναι μόνο ένα μέρος της όλης ιστορίας.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, καθώς το Ισραήλ παρέπαιε ανάμεσα σε εναλλασσόμενες κυβερνήσεις και πολωτικές εκλογικές αναμετρήσεις, και πολύ περισσότερο τον τελευταίο χρόνο, από τότε που ο Μπενιαμίν Νετανιάχου επανεξελέγη πρωθυπουργός, η χώρα αναλώνεται σε μια εμφύλια διαμάχη. Το εβραϊκό κράτος φαίνεται να έχει ξεχάσει τον έτερο ρόλο που έχει σε αυτόν τον κόσμο, ως ο τόπος που ενσαρκώνει την ιδέα της εβραϊκής αλληλεγγύης. Αντ’ αυτού, οι Ισραηλινοί ενεπλάκησαν σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο - όχι έναντι των τρομοκρατών αλλά αναμεταξύ τους.
Τις τελευταίες 40 εβδομάδες περίπου, και εν μέσω της βίαιης κόντρας που ξέσπασε με αφορμή τη ριζική μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος, παλιά ζητήματα ταυτότητας και θρησκευτικών πεποιθήσεων, καθώς και εθνοτικού και ταξικού χαρακτήρα, διέρρηξαν την ενότητα του λαού. Στόχος είναι ένα Ισραήλ πιο εβραϊκό ή πιο δημοκρατικό; Μια ανησυχία κατέλαβε πολλούς ανθρώπους στο Ισράηλ: η δικαστική μεταρρύθμιση, που προωθεί η πιο δεξιά κυβέρνηση στην ιστορία της χώρας, φάνηκε να απειλεί το ελεύθερο πνεύμα που διέπει τη χώρα τους. Αισθάνθηκαν ότι πολεμούν για την ψυχή του έθνους και ότι σε αυτή τη μάχη όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά και τίποτα δεν είναι θέσφατο - ακόμη και η μέχρι πρότινος αδιανόητη σκέψη να αποφύγουν να υπηρετήσουν ως έφεδροι στον στρατό. Παρά τις διαδηλώσεις, η κυβέρνηση συνασπισμού αρνήθηκε να αποδεχθεί το γεγονός ότι η μικρή πλειοψηφία της δεν μπορούσε να επιβάλλει τόσο μεγάλες αλλαγές χωρίς ευρύτερη συναίνεση, συνεχίζοντας να προωθεί ολοένα και πιο ανησυχητικές πολιτικές, μέρα με την ημέρα.
Οι Ισραηλινοί αντέδρασαν ωσάν το έθνος να μπορεί να αντέξει την πολυτέλεια ενός φαύλου εσωτερικού πολέμου, όπου ο πολιτικός αντίπαλος εξελίσσεται σε εχθρό. Αφήσαμε την έχθρα, τη δημαγωγία και τη δηλητηριώδη ρητορική των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να αλώσουν την κοινωνία, να διαλύσουν τον μόνο εβραϊκό στρατό στον κόσμο. Αυτή είναι η τραγωδία μας. Και αποτελεί μάθημα για πολλές δημοκρατίες όπου κυριαρχεί η πόλωση: υπάρχει κάποιος εκεί έξω που περιμένει να επωφεληθεί από την αυτο-αποδυνάμωσή σου. Αυτός είναι ο εχθρός.
Για να μπορέσει να υπάρξει μια συμφιλίωση μετά από αυτές τις μαύρες μέρες, θα πρέπει το Ισραήλ να επιστρέψει τις βασικές αξίες του, να αφήσει πίσω του την πολιτική κρίση και να σχηματίσει μια κυβέρνηση ενότητας. Πρέπει να ληφθούν πολλές δύσκολες αποφάσεις μετά το πένθος μας, με κυριότερη το πώς θα φέρουμε πίσω στην πατρίδα τα παιδιά και τόσους άλλους που πιάστηκαν όμηροι από τους τρομοκράτες της Χαμάς.
Οι πράξεις βαθιάς αλληλεγγύης που είδαμε τις προηγούμενες ημέρες, μας υπενθυμίζουν την πραγματική μας φύση, πέρα από τις πολιτικές διαφορές και τις μνησικακίες του παρελθόντος. Είναι τεράστιος ο αριθμός των ανθρώπων που άνοιξαν τα σπίτια τους σε οικογένειες που φεύγουν από τη φρίκη του νότου, που περιμένουν υπομονετικά επί ώρες στις ουρές για να προσφέρουν τρόφιμα, νερό και αίμα. Αλλά πολλοί είναι και οι ήρωες, που ρισκάρουν -και σε πολλές περιπτώσεις θυσιάζουν- τις ζωές τους πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι, σώζοντας τη μια οικογένεια μετά την άλλη.
Το Σάββατο ήταν μια καλή μέρα για τους τζιχαντιστές και τους υποστηρικτές τους ανά τον κόσμο, για όσους ευφραίνονται για τις δολοφονίες αμάχων, που ζουν για το μίσος και τη βία. Αύριο, οι Ισραηλινοί θα θάψουν τους νεκρούς τους. Θα σκεφτούν τους αιχμαλώτους, θα ανασυνταχθούν και θα παλέψουν για να κερδίσουν αυτήν τη μάχη. Αλλά η ενδοσκόπηση θα πρέπει τελικά να γίνει.
*Η Shimrit Meir ήταν ανώτερος σύμβουλος του πρώην πρωθυπουργού του Ισραήλ Naftali Bennett.
© 2023 Διατίθεται από το "The New York Times Licensing Group"