Κυριακή, 16-Νοε-2025 11:39
Γιατί το Ισραήλ βλέπει την Τουρκία ως εχθρό και γιατί οι ΗΠΑ διαφωνούν
Καθώς η εκεχειρία στη Γάζα μπαίνει με δυσκολία στον δεύτερο μήνα της, αρχίζει να φαίνεται μια ουσιαστική απόκλιση ανάμεσα στη στάση του Ισραήλ και εκείνη του βασικού συμμάχου του, των Ηνωμένων Πολιτειών, για το τι πρέπει να ακολουθήσει. Η διαφορά αυτή αντανακλά βαθύτερα χάσματα στον τρόπο που Ιερουσαλήμ και Ουάσινγκτον αντιλαμβάνονται τις δυνάμεις που δρουν σήμερα στη Μέση Ανατολή. Στο επίκεντρο βρίσκεται η Τουρκία.
Η Άγκυρα έχει εκφράσει την επιθυμία να συμμετάσχει στη "διεθνή δύναμη σταθεροποίησης" που, σύμφωνα με το 20-σημείων σχέδιο του προέδρου Τραμπ, θα αναλάβει τον έλεγχο της ασφάλειας στη Γάζα αντί του IDF και της Χαμάς. Φαίνεται μάλιστα ότι έπαιξε κρίσιμο ρόλο στην επίτευξη της εκεχειρίας της 10ης Οκτωβρίου. Τώρα, η Τουρκία διεκδικεί κεντρικό ρόλο στις μελλοντικές ρυθμίσεις, τόσο στρατιωτικά όσο και πολιτικά.
Το Ισραήλ, όμως, απορρίπτει κατηγορηματικά κάθε τουρκική ανάμιξη στην ασφάλεια της Γάζας. Αν και δέχεται, με επιφυλάξεις, κάποια πολιτική παρουσία, η εμπλοκή του τουρκικού ΙΗΗ, συνδεδεμένου με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, προκαλεί βαθιά καχυποψία. Το ΙΗΗ είχε οργανώσει τον γνωστό "στολίσκο" του 2010 που προσπάθησε να σπάσει τον ναυτικό αποκλεισμό. Παρ’ όλα αυτά, μια περιορισμένη τουρκική πολιτική παρουσία φαίνεται σχεδόν αναπόφευκτη, όχι όμως και τουρκικά στρατεύματα.
Ο λόγος είναι ότι το Ισραήλ θεωρεί πλέον την Τουρκία, στη σημερινή της μορφή, σχεδόν εχθρικό κράτος. Η Ιερουσαλήμ υποστηρίζει ότι η Άγκυρα επιτρέπει στη Χαμάς να διατηρεί μεγάλο γραφείο στην Κωνσταντινούπολη, από το οποίο οργανώνει στρατιωτικές επιχειρήσεις, επιθέσεις, πολιτική δράση και προπαγάνδα. Επίσης, σύμφωνα με το Ισραήλ, η Τουρκία διευκολύνει τα ταξίδια στελεχών της Χαμάς παρέχοντας τουρκικά διαβατήρια.
Ο Ταγίπ Ερντογάν δεν έχει καταδικάσει ποτέ τις σφαγές της 7ης Οκτωβρίου 2023. Αντίθετα, χαρακτηρίζει τη Χαμάς "όχι τρομοκρατική οργάνωση αλλά ομάδα απελευθέρωσης, μουτζαχεντίν που πολεμούν για τη γη και τον λαό τους". Αντίθετα, η ρητορική του για την ισραηλινή ηγεσία είναι ιδιαίτερα σκληρή – η Τουρκία εξέδωσε πρόσφατα εντάλματα σύλληψης για "γενοκτονία" κατά του Νετανιάχου και 36 Ισραηλινών αξιωματούχων.
Το 2024, εν μέσω πολέμου στη Γάζα, ο Ερντογάν ανακοίνωσε ότι "οι σχέσεις με το Ισραήλ έχουν διακοπεί". Αργότερα διευκρινίστηκε ότι αναφερόταν κυρίως στο εμπόριο, αλλά το μήνυμα ήταν σαφές: οι σχέσεις βρίσκονται στο ναδίρ.
Το Ισραήλ αντιμετωπίζει τις κινήσεις της Τουρκίας ως μέρος ενός ευρύτερου στρατηγικού σχεδίου επέκτασης επιρροής: στρατιωτικές επιχειρήσεις σε Συρία και Ιράκ, χρήση drones και μισθοφόρων σε Αζερμπαϊτζάν και Λιβύη, προσπάθεια διείσδυσης στον Λίβανο, τη Δυτική Όχθη και την Ιερουσαλήμ, στενή συμμαχία με το Κατάρ και η στρατηγική "Γαλάζια Πατρίδα" στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σε όλα αυτά, το Ισραήλ βλέπει μίγμα πολιτικού ισλαμισμού και νεοοθωμανικών φιλοδοξιών, όπως φάνηκε και στη δήλωση Ερντογάν ότι η "πνευματική γεωγραφία" της Τουρκίας εκτείνεται από τη Συρία μέχρι τη Γάζα, από το Χαλέπι ως το Ταμπρίζ και από τη Μοσούλη μέχρι την Ιερουσαλήμ.
Το Ισραήλ υποψιάζεται ότι η Τουρκία θέλει να χρησιμοποιήσει τη διεθνή δύναμη στη Γάζα ως όχημα για να επιστρέψει στρατιωτικά στο παλαιστινιακό ζήτημα και να ενισχύσει την επιρροή της – πιθανόν μέσω σιωπηρής συνεργασίας με τη Χαμάς.
Οι ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, όμως, δεν συμμερίζονται αυτές τις ανησυχίες. Αντίθετα, βλέπουν την Τουρκία ως ισχυρό και αξιόπιστο σύμμαχο ικανό να σταθεροποιήσει την περιοχή. Ο Τραμπ αποκαλεί τον Ερντογάν "μεγάλο ηγέτη" και θεωρεί την τουρκική συμβολή στη Συρία καθοριστική. Η Ουάσινγκτον φαίνεται να υιοθετεί την τουρκική οπτική, πιστεύοντας ότι η δύναμη της Άγκυρας μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια και να αποτρέψει την επιστροφή του ISIS.
Επιπλέον, η Τουρκία δεσμεύθηκε να επιτρέψει στις ΗΠΑ πρόσβαση στα αποθέματα λιθίου και άλλων κρίσιμων ορυκτών της – κάτι που ενισχύει ακόμη περισσότερο τη σχέση. Το αυταρχικό μοντέλο εξουσίας της Τουρκίας, ο φαινομενικά αποτελεσματικός τρόπος δράσης και οι φυσικοί πόροι της αποτελούν στοιχεία που φαίνεται να γοητεύουν τον Τραμπ.
Για την αμερικανική κυβέρνηση, όλα αυτά είναι πρακτικά: Άγκυρα και σύμμαχοί της έχουν ισχύ, χρήματα και μπορούν "να κάνουν δουλειά". Αλλά εδώ βρίσκεται και το χάσμα με το Ισραήλ. Η προσέγγιση Τραμπ που αντιμετωπίζει τη διπλωματία σαν μια συμφωνία ακινήτων αγνοεί παράγοντες όπως ο θρησκευτικός φανατισμός ή ο εθνικισμός, θεωρώντας τα ρητορική και όχι πραγματικά κίνητρα κρατικής πολιτικής.
Το Ισραήλ, μετά την 7η Οκτωβρίου, δεν κάνει πια τέτοια λάθη. Οι ΗΠΑ όμως συνεχίζουν να βλέπουν την περιοχή περισσότερο ως "συναλλαγή" παρά ως περίπλοκο πεδίο ιστορίας, ιδεολογίας και συγκρούσεων. Και η εμπειρία δείχνει ότι όποιος αγνοεί αυτή την πραγματικότητα, αργά ή γρήγορα θα το πληρώσει.
ΠΚ