Συνεχης ενημερωση

    Κυριακή, 19-Νοε-2023 20:00

    Μεγάλες προσδοκίες για το Χρηματιστήριο Αθηνών και τα ελληνικά ομόλογα το 2024

    χρηματιστηριο γενικη
    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Της Ελευθερίας Κούρταλη

    Μεγάλες προσδοκίες για ένα καλό κλείσιμο του έτους και ένα αρκετά θετικό 2024 έχουν καλλιεργηθεί στη Λεωφόρο Αθηνών, με τα σημαντικά roadshows που θα φανερώσουν τις διαθέσεις των ισχυρών επενδυτών απέναντι στην ελληνική αγορά να είναι μπροστά μας το αμέσως επόμενο διάστημα. 

    Με αφορμή τις ταχείες εξελίξεις στις ελληνικές τράπεζες, με την αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να επιταχύνεται, το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει έναν σημαντικό καταλύτη για αυτονόμηση το επόμενο διάστημα. Αναλυτές είχαν επισημάνει εδώ και καιρό πως η αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις ελληνικές τράπεζες θα αποτελούσε τον καταλύτη για την επιστροφή του επενδυτικού ενδιαφέροντος στο Χ.Α., το οποίο, έπειτα από τα υψηλά εννέα ετών που είχε αγγίξει το καλοκαίρι, ακολούθησε μια υποτονική πορεία.

    Εάν αυτό συνδυαστεί με τις εκτιμήσεις για υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας το 2024 σε σχέση με την Ευρωζώνη και το γεγονός ότι η επενδυτική βαθμίδα από όλους τους οίκους αξιολόγησης είναι εξαιρετικά πιθανή το επόμενο έτος –απομένει να δοθεί από Fitch και Moody’s–, διευκολύνοντας έτσι τον δρόμο προς την ένταξη του Χ.Α. στην πίστα των ανεπτυγμένων αγορών, τα ισχυρά κέρδη που σημειώνει ο Γενικός Δείκτης φέτος, τα οποία ξεπερνούν το 30% και είναι από τα υψηλότερα διεθνώς, δεν τα εμποδίζει τίποτα από το να συνεχιστούν.

    "Ψηφίζουν" ελληνικές μετοχές για το 2024

    Οι διεθνείς οίκοι εμφανίζονται, μάλιστα, αισιόδοξοι για το Χ.Α. το επόμενο διάστημα. Η Goldman Sachs, στην έκθεση στρατηγικής για τις αναδυόμενες αγορές το επόμενο έτος, προβλέπει ότι ο Γενικός Δείκτης θα διαμορφωθεί στις 1.325 μονάδες στο τέλος του 2024, καταγράφοντας άνοδο 10%, ενώ η μερισματική απόδοση της ελληνικής αγοράς τοποθετείται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα και στο 6%.

    Γενικά, η Goldman εκτιμά πως το μακροοικονομικό σκηνικό για τα περιουσιακά στοιχεία των αναδυόμενων αγορών –όπως η ελληνική– το 2024 θα είναι καλύτερο από το φετινό. Το 2023, όπως σημειώνει, ήταν μια χρονιά σημαντικής εναλλαγής των τοποθετήσεων στις αναδυόμενες, με τους "χαμένους" του 2022 να ανακάμπτουν σημαντικά και να αναδεικνύονται φέτος οι μεγάλοι νικητές. Οι πέντε αναδυόμενες αγορές με τις καλύτερες επιδόσεις φέτος είναι, όπως επισημαίνει, οι Ελλάδα, Ουγγαρία, Πολωνία, Αίγυπτος και Τσεχία, με την Ελλάδα σαφώς να ξεχωρίζει.

    Ιδιαίτερα θετική για τις ελληνικές μετοχές το 2024 δηλώνει η HSBC, διατηρώντας τη συστάση "Οverweight". Στο περιβάλλον των αναδυόμενων αγορών, οι ελληνικές μετοχές, και ειδικά οι ελληνικές τράπεζες, αποτελούν από τα μεγαλύτερα stories του επόμενου διαστήματος, τη στιγμή που έχουν και πολύ ελκυστικές αποτιμήσεις, όπως επισημαίνει. Μάλιστα πρόσφατα τόνισε πως η Ελλάδα αποτελεί ένα από τα μεγάλα stories διαρθρωτικής ανάπτυξης. Κατά την ίδια, το ελληνικό οικονομικό μοντέλο έχει αλλάξει εντελώς σε σχέση με πριν από την εποχή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και οι προοπτικές είναι πλέον πολύ καλύτερες και πολύ πιο βιώσιμες. Οι κύριοι παράγοντες ανάπτυξης σχετίζονται περισσότερο με τις εξαγωγές και τις επενδύσεις και, μετά την επιτυχία της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές, περαιτέρω μεταρρυθμίσεις θα υποστηρίξουν το νέο μοντέλο ανάπτυξης. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος αποδέκτης της χρηματοδότησης της Ε.Ε. για την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητα σε σχέση με το ΑΕΠ, καθιστά την Ελλάδα ένα από τα πιο βιώσιμα stories διαρθρωτικής ανάπτυξης στις αναδυόμενες αγορές, όπως εξήγησε.

    Όπως προαναφέραμε, οι εκτιμήσεις αλλά και οι διαθέσεις των ισχυρών παικτών για το Χ.Α. το επόμενο διάστημα θα "ξετυλιχθούν" στα προσεχή roadshows σε Λονδίνο και Νέα Υόρκη. Στις 27-28 Νοεμβρίου πραγματοποιείται το Επενδυτικό Roadshow στο Λονδίνο σε συνεργασία με τη Morgan Stanley, όπου έχουν προσκληθεί ήδη πάνω από 30 ελληνικές εισηγμένες, ενώ έχει κληθεί να συμμετάσχει και ο Έλληνας πρωθυπουργός, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης. Στις 11 Δεκεμβρίου, 21 εισηγμένες θα παρευρεθούν στο 25ο Ετήσιο Συνέδριο Capital Link Invest in Greece στη Νέα Υόρκη, όπου και θα έχουν one-on-one συναντήσεις με ξένους επενδυτές. Το θέμα του φετινού συνεδρίου είναι η επιτάχυνση των επενδύσεων για τη διατήρηση της ανάπτυξης και θα πραγματοποιηθεί στο Metropolitan Club. Τέλος, όπως ανακοινώθηκε πρόσφατα και από τον CEO του Χ.Α., κ. Γιάννο Κοντόπουλο, το Χ.Α. θα διοργανώσει με την J.P. Morgan Επενδυτικό Roadshow στη Νέα Υόρκη στις 25 Ιανουαρίου του 2024.

    Ανοίγει ο κύκλος εισροών από επενδυτές μακράς πνοής στο Χ.Α.

    Οι εξελίξεις σχετικά με την αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις ελληνικές τράπεζες (Alpha Bank και Εθνική Τράπεζα την περασμένη εβδομάδα) βοήθησαν στην ολοκλήρωση, πιθανότατα, του σκηνικού συσσώρευσης του Γενικού Δείκτη γύρω από τις 1.200 μονάδες, όπως σχολιάζει ο Δημήτρης Τζάνας, σύμβουλος διοίκησης της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ. Ενδεχομένως, δε, όπως σημειώνει, να ακολουθήσει με ανάλογη διαδικασία και το ύψους 27% ποσοστό του ΤΧΣ στην Πειραιώς, σηματοδοτώντας την ολική μετοχική έξοδο του κράτους από τις συστημικές τράπεζες. Η επιβεβαίωση της στήριξης στις 1.196 μονάδες και το κρεσέντο εξελίξεων στον τραπεζικό κλάδο με την ηχηρή ψήφο εμπιστοσύνης των επενδυτών εξωτερικού για τις ελπιδοφόρες προοπτικές του τραπεζικού κλάδου αλλάζουν την επενδυτική ψυχολογία, όπως τονίζει, ενώ εκτιμά ότι ο επτάμηνος κύκλος των ύψους 617 εκατ. ευρώ εκροών των ξένων επενδυτών κλείνει και ανοίγει ο κύκλος εισροών από επενδυτές μακράς πνοής.

    Πλέον μένουν λίγες εβδομάδες για να κλείσει μια χρονιά με σημαντικά κέρδη για την αγορά, τονίζει από την πλευρά τους ο Ηλίας Ζαχαράκης της Fast Finance, προσθέτοντας πως συνήθως οι πρωταθλητές σε αποδόσεις δύσκολα "τα χαλάνε" στο τέλος μιας περιόδου. Η ελληνική οικονομία ξεκάθαρα κάνει τη διαφορά και όλα δείχνουν ότι το 2023 θα κλείσει με σημαντική αύξηση του ΑΕΠ, όπως προσθέτει. Πάντως, αν δει κάποιος το ετήσιο γράφημα του Γενικού Δείκτη, θα δει ότι τα τελευταία 12 χρόνια το υψηλό του είναι οι 1.379 μονάδες του 2014. Η διαφορά είναι ότι πολλοί τίτλοι είναι αισθητά υψηλότερα από τότε, ενώ ο τραπεζικός κλάδος ακόμα είναι στο -99% από τότε, εξηγεί ο αναλυτής. Ο κλάδος είναι σε διαδικασία να περάσει και πάλι στα χέρια ιδιωτών μέσω πακέτων, με το ΤΧΣ να παίρνει πίσω μέρος των χρημάτων του, μιας και το Ελληνικό Δημόσιο και οι τσέπες των φορολογουμένων έχουν φορτωθεί με αρκετά δισ. χρέους εκ μέρους τους. "Το γεγονός αυτό είναι και ο λόγος που βλέπουμε την αγορά να διορθώνει και κωλυσιεργεί το τελευταίο τετράμηνο, θυμίζοντας παράλληλα ότι το προηγούμενο διάστημα έχει δώσει σημαντικά κέρδη", συμπληρώνει. 

    "Εν κατακλείδι, την αγορά συνεχίζουμε να τη βλέπουμε αισιόδοξα μεσομακροπρόθεσμα. Της λείπει μόνο ο νέος χάρτης του τραπεζικού κλάδου, που θα αλλάξει σύντομα σημαντικά", καταλήγει ο κ. Ζαχαράκης.

    H "ψήφος εμπιστοσύνης" των διεθνών επενδυτών στις ελληνικές τράπεζες (βλ. υπερκάλυψη του βιβλίου προσφορών για την απόκτηση του 20% της Εθνικής από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και η είσοδος της UniCredit στο μετοχολόγιο της Alpha ως στρατηγικός επενδυτής με αγορά πακέτου σε τιμή άνω της επικρατούσας στο ταμπλό του Χ.Α.) αποτελούν βάσιμα εχέγγυα αισιοδοξίας για τη συνέχιση της ανοδικής κίνησης του κλάδου, εκτιμά από την πλευρά του ο Πέτρος Στεριώτης, CEO ΚΕΠΕΥ. Δεδομένης της τραπεζο-κεντρικότητας του Χ.Α., οι τίτλοι του κλάδου αναμένεται να συμπαρασύρουν εφεξής ολόκληρο το ταμπλό και να αναβαθμίσουν τις προοπτικές χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας, όπως προσθέτει.

    Σε αυτήν τη συγκυρία, τα εμπλεκόμενα επαγγελματικά χαρτοφυλάκια έχουν άριστες πληροφορίες, ισχύ και χαρακτήρα μακρόχρονης διακράτησης, και λογικά προδικάζουν ότι σε εύλογο χρονικό διάστημα θα αποκομίσουν κεφάλαιο συν κέρδος. "Αναμένουμε τις εξελίξεις και συνιστούμε στους Έλληνες επενδυτές λιανικής –"καμένους" και μη– την αποφυγή βιαστικών κινήσεων και μαζικής ψυχολογίας", επισημαίνει ο κ. Στεριώτης. Όπως καταλήγει, διεθνώς, ο τραπεζικός κλάδος ευνοήθηκε θεωρητικά φέτος από την άνοδο των επιτοκίων και το άνοιγμα της "ψαλίδας" μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων. Θετικό για τις αποτιμήσεις τους και το γεγονός ότι αποφεύγεται το σενάριο της παγκόσμιας ύφεσης και, άρα, οι προοπτικές για βιομηχανία, μεταποίηση, κατανάλωση και αποπληρωμή παλαιότερων δανείων είναι αρκετά ευοίωνες.

    "Δυνατή" η ελληνική οικονομία το 2024 - 2025

    Ειδικά σε ό,τι αφορά την οικονομία, οι εκτιμήσεις των μεγάλων οίκων είναι ιδιαίτερα αισιόδοξες. Η UBS εκτιμά πως η ανάπτυξη στην Ελλάδα το 2024 αλλά και το 2025 θα διαμορφωθεί στο 3%, η Wood την τοποθετεί στο 3,5% για το 2024, από 2,8% φέτος, και στο 4% το 2025 και η Morgan Stanley βλέπει ανάπτυξη 2,4% την επόμενη διετία, από 2,3% φέτος. 

    Όπως τόνισε, μάλιστα, η M.S. σε έκθεσή της την περασμένη εβδομάδα, οι επενδύσεις θα γίνουν η βασική κινητήριος δύναμη της ανάπτυξης το 2024 και το 2025, χάρη στην αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. Αυτό αντισταθμίζει σε σημαντικό βαθμό τις επιπτώσεις από τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής και την αύξηση του κόστους δανεισμού. Παράλληλα, θεωρεί ότι είναι θέμα χρόνου η Ελλάδα να αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα και από τις Moody’s και Fitch, το αργότερο μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2024. 

    Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, πως η επιστροφή στην κανονικότητα, την οποία "επισφραγίζει" η επενδυτική βαθμίδα, όσο σημαντικό επίτευγμα και αν είναι, δεν σημαίνει πως βάζει τέλος στις προκλήσεις για την Ελλάδα. Η χώρα ουσιαστικά παύει να αποτελεί εξαίρεση στην Ευρωζώνη, αλλά η επενδυτική βαθμίδα δεν είναι πανάκεια.

    Όπως σημείωσε πρόσφατα και ο ESM, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας είναι μόνο το πρώτο βήμα. Για να διατηρήσει και, κυρίως, να ενισχύσει αυτό το καθεστώς, η Ελλάδα πρέπει να ολοκληρώσει τον εκσυγχρονισμό της και να διατηρήσει τη μεταρρυθμιστική της δυναμική. "Η επενδυτική βαθμίδα είναι θέμα εμπιστοσύνης", ανέφερε.

    Η αξιολόγηση μιας χώρας δεν αποτελεί το βασικό και μοναδικό κριτήριο για τους επενδυτές, καθώς πλέον "ζυγίζουν" τις οικονομικές προοπτικές, επιβραβεύουν τη δημοσιονομική σύνεση και κλείνουν την πόρτα όπου βλέπουν κινδύνους πολιτικής (βλ. Ιταλία). Συνεπώς, η δημοσιονομική σύνεση πρέπει να είναι διαρκής. Άλλωστε, είναι απαραίτητη για να έρθουν και άλλες αναβαθμίσεις. Πριν από την κρίση χρέους η Ελλάδα βαθμολογούνταν με έως και "Α+", πέντε βαθμίδες πάνω από το χαμηλό investment grade που έχει αυτή τη στιγμή.

    Το "θαύμα" των ελληνικών ομολόγων συνεχίζεται

    Η αγορά ομολόγων, από την πλευρά της, συνεχίζει να είναι ιδιαίτερα υποστηρικτική για τις αποτιμήσεις των ελληνικών μετοχών, με τις αποδόσεις των κρατικών τίτλων να πλησιάζουν αυτές της Ισπανίας πλέον, έχοντας αφήσει αρκετά μέτρα πίσω –εδώ και μήνες– τις αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων. Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς κινείται γύρω από το επίπεδο του 3,79% και στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Ιούλιο, με το spread να υποχωρεί στις 117 μονάδες βάσης, από περίπου 235 μ.β. τον Ιανουάριο. Το μεγάλο ατού της Ελλάδας είναι ότι αποτελεί το μοναδικό story αναβάθμισης σε νέα επενδυτική πίστα διεθνώς, τη στιγμή που η ελληνική αγορά ομολόγων χαρακτηρίζεται από έλλειψη τίτλων (scarcity), γεγονός που τα κάνει περιζήτητα. 

    Παράδειγμα αυτής της ισχυρής ζήτησης ήταν η δημοπρασία για την επανέκδοση του τίτλου λήξης Ιουνίου 2033, όπου η απόδοση διαμορφώθηκε στο 3,76%, από 4,34% κατά την προηγούμενη αντίστοιχη δημοπρασία τον Οκτώβριο, με το Ελληνικό Δημόσιο να αντλεί 200 εκατ. ευρώ. Η Citigroup, μάλιστα, χαρακτήρισε τη συγκεκριμένη δημοπρασία –που είναι και η τελευταία για το έτος– μια σημαντική ευκαιρία για τους επενδυτές να τοποθετηθούν στους ελληνικούς τίτλους εν όψει της αξιολόγησης της Fitch την 1η Δεκεμβρίου, όταν η αναβάθμιση κατά μία βαθμίδα –έπειτα από ανάλογη κίνηση της S&P πρόσφατα– θα καθιστούσε τα ελληνικά ομόλογα επιλέξιμα για συμπερίληψη στον δείκτη του Bloomberg Barclays Treasury. Στην εγχώρια καμπύλη, όπως σημείωσε η Citi, βλέπει ελκυστικό σημείο εισόδου στα ελληνικά ομόλογα λήξης Ιουνίου 2031, Ιουνίου 2033 και Φεβρουαρίου 2045.

    Η Goldman Sachs, από την πλευρά της, συνέστησε στους επενδυτές να τοποθετηθούν στα ελληνικά ομόλογα το 2024, χαρακτηρίζοντάς τα "καλής ποιότητας" τίτλους. Η αμερικανική τράπεζα αναμένει πως θα συνεχίσουν την υπεραπόδοσή τους χάρη στη χαμηλή εκδοτική δραστηριότητα του Ελληνικού Δημοσίου το επόμενο έτος, στην ισχυρή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και στο γεγονός ότι οι αγορές αναμένεται να ανταμείψουν τους κρατικούς τίτλους των χωρών που σημειώνουν βελτίωση στα δημοσιονομικά τους μεγέθη.
     

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ