Συνεχης ενημερωση

    Τετάρτη, 07-Μαϊ-2014 09:10

    Οικονομικό ρίσκο έναντι πολιτικού κινδύνου στη Λεωφόρο Αθηνών

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Βασίλη Γεώργα 

    Για περίπου δύο χρόνια το ρίσκο του να επενδύσει κανείς στο ελληνικό χρηματιστήριο ήταν περισσότερο οικονομικό και λιγότερο πολιτικό. Το σκηνικό άρχισε να αλλάζει σταδιακά εδώ και περίπου ένα μήνα ενόψει των επικείμενων διπλών εκλογών, και ταχύτερα τα τελευταία 24ωρα μετά το δίλημμα Ευ. Βενιζέλου για το ενδεχόμενο πολιτικής αποσταθεροποίησης εφόσον δεν ψηφιστεί η Ελιά στις ευρωεκλογές. Σε κάποιο βαθμό το πισωγύρισμα των τιμών στο χρηματιστήριο και η καθήλωση των συναλλαγών στις περισσότερες μετοχές μεγάλης και μεσαίας κεφαλαιοποίησης πλην των τραπεζών που έχουν λόγους να διακινούν αυτή την περίοδο εκατομμύρια τεμάχια, αποδίδεται από πολλούς αναλυτές και στον παράγοντα της ανάδυσης του πολιτικού κινδύνου όσο οδεύουμε προς τις κρίσιμες ημερομηνίες του Μαΐου. Στον αντίποδα το οικονομικό ρίσκο έχει σήμερα μειωθεί στο ελάχιστο των τελευταίων 4,5 ετών όπως αντικατοπτρίζεται και από την παραμονή του δεκαετούς ομολόγου στα επίπεδα του 6% και στις αξιοσημείωτες εισροές κεφαλαίων από το εξωτερικό. 

    Ιστορικά το χρηματιστήριο υπήρξε μάλλον αδιάφορο για τις ευρωεκλογές και τις εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης (σ.σ ένα μήνα πριν και ένα μήνα μετά τις εκλογές παρουσίαζε σχετικά μικρές διακυμάνσεις), όμως είναι προφανές πως αυτή τη φορά τα πράγματα ενδέχεται να είναι διαφορετικά όσο τουλάχιστον η εκλογική αναμέτρηση συνδέεται και με ευρύτερες πολιτικές εξελίξεις την επαύριο της κάλπης. 

    Προς το παρόν πάντως, η χρηματιστηριακή αγορά δείχνει να ακολουθεί μια πορεία λελογισμένης διόρθωσης που δεν έχει στερήσει πάνω από 12% συγκριτικά με τα υψηλά του περασμένου Μαρτίου τα οποία ήταν και υψηλά 35 μηνών και χωρίς ενδείξεις εγκατάλειψης από τα ισχυρά χέρια. Σε σύγκριση με άλλες περιόδους διόρθωσης της αγοράς (π.χ Φεβρουάριος-Απρίλιος του 2013 και Μάιος – Ιούλιος του ίδιου χρόνου) το ποσοστό αυτό είναι αρκετά μικρότερο έναντι των απωλειών που κατέγραφε τότε ο Γενικός Δείκτης (25-30%), χωρίς αυτό ωστόσο να σημαίνει ότι μέχρι την περάτωση της διόρθωσης δεν θα δούμε χαμηλότερα επίπεδα τιμών. 

    Αρκετοί αναλυτές δεν κρύβουν τον προβληματισμό τους για το τι θα μπορούσε να σηματοδοτήσει η ολοκλήρωση του δεύτερου γύρου της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών που ουσιαστικά κλείνει με την αύξηση κεφαλαίου της Εθνικής περίπου δεκαπέντε ημέρες πριν τις κρίσιμες εκλογές. Και το λένε υποπτευόμενοι ότι ακόμη κι αν υπάρχει μια προσπάθεια «ωραιοποίησης» της κατάστασης μέσω χρηματιστηρίου που λειτουργεί ως χαλινάρι σε μια περαιτέρω πίεση των τιμών, αυτή θα μπορούσε να είχε ως ημερομηνία λήξης την ολοκλήρωση των αυξήσεων κεφαλαίου που αποτελούν εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα τον βασικό καταλύτη στο ελληνικό χρηματιστήριο. 

    Από την άλλη πλευρά μεγάλοι ξένοι επενδυτές και αναλυτές διεθνών οίκων δεν φαίνεται να συμμερίζονται τον προβληματισμό για τον πολιτικό κίνδυνο, πέραν ίσως κάποιων σποραδικών προειδοποιήσεων για φυσιολογικά αυξημένη μεταβλητότητα στις τιμές. 

    Στον απόηχο των δηλώσεων και αντι-δηλώσεων περί πολιτικής αστάθειας, μόλις χθες η Deutsche Bank της οποίας ο ρόλος και η παρεμβατικότητα είναι δεδομένος στα ελληνικά οικονομικά πράγματα, εκτίμησε ότι αν πρόκειται να υπάρξουν πολιτικά ρίσκα που θα επηρεάσουν και τη χρηματιστηριακή αγορά, αυτές θα έρθουν του χρόνου (προφανώς ενόψει της εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας το 2015) αλλά όχι τώρα. Σε άλλη έκθεση που είχε δημοσιοποιηθεί στα τέλη Απριλίου η αμερικανική επενδυτική τράπεζα JP Morgan τοποθετούσε σε 50% τις πιθανότητες προκήρυξης πρόωρων εκλογών μέσα στο 2014 όταν στις αρχές του έτους οι πιθανότητες ήταν στο 70%.
     
    Παρότι η εκτίμηση της Deutsche Bank είναι επισφαλής δεδομένου ότι βασίζεται στις τρέχουσες δημοσκοπήσεις που δείχνουν πως το τελικό αποτέλεσμα θα δίνει μικρές διαφορές στο ένα ή το άλλο κόμμα,  εντούτοις αποτυπώνει κατά κάποιο τρόπο την οπτική των ξένων για την Ελλάδα η οποία δίνει ένα «τράτο» τουλάχιστον έξι – επτά μηνών πριν σοβαρότερα πολιτικά ρίσκα ή εξελίξεις αρχίσουν να «απειλούν» τις επενδύσεις τους. 

    Ως υποβάθμιση του πολιτικού κινδύνου εκλαμβάνεται από την αγορά και η σταθερή ροή επενδυτικών ή «κερδοσκοπικών» κεφαλαίων στην ελληνική αγορά. Η είσοδος της Paulson & Co με 10% στην ΕΥΔΑΠ και με 5,4% στην Alpha Bank μετά την αύξηση κεφαλαίου της τελευταίας, καταδεικνύει πως οι επενδυτές κινούνται σε αυτή τη φάση ανεξαρτήτως πολιτικού χρόνου, λαμβάνοντας φυσικά τα ανάλογα ρίσκα. Κάτι ανάλογο Το ίδιο μπορεί να υποστηρίξει κανείς συνολικά για τον πακτωλό των 8,4 δισ. ευρώ που ουσιαστικά εισέρρευσαν στις τραπεζικές αυξήσεις κεφαλαίου τον τελευταίο μήνα, ή για την αλυσίδα των - εξόχως αποδοτικών σε όρους επιτοκίων για τους δανειστές-, ομολογιακών εκδόσεων μεγάλων εισηγμένων εταιρειών όπως της ΔΕΗ, της Intralot, της Πειραιώς, της Alpha και άλλων επιχειρήσεων που σχεδιάζεται να ακολουθήσουν, ή για τη χθεσινή συμφωνία συνεργασίας της Τέρνα Ενεργειακής με την κρατική εταιρεία ενέργειας των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και την επισημοποίηση της συνεργασίας της Lamda Development με την Al Maabar κ.α 

    Όπως και να έχουν τα πράγματα, το προφανές είναι πως οι εκλογές αποτελούν τροχοπέδη για την άνοδο του χρηματιστήριου, αλλά δεν έχουν αποτελέσει και καταλύτη για μεγαλύτερη υποχώρηση του κάτω από τις 1.200 μονάδες μέχρι σήμερα. 

    Η αγορά εμφανίζεται αδύναμη και κεφαλαιακά αποστεωμένη λόγω των αυξήσεων κεφαλαίου για να κινηθεί υψηλότερα, και ο Γενικός Δείκτης δείχνει να είναι «εγκλωβισμένος» στον ενδιάμεσο χώρο που προσδιορίζεται από τους δύο τελευταίους πυθμένες του στις 1.183-1.185 μονάδες και στην κορυφή των 1.266 μονάδων διαμορφώνοντας έναν τριγωνικό σχηματισμό, από τη λύση του οποίου προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, θα διαμορφωθεί και η βραχυπρόθεσμη τάση. Μέσα από αυτές τις παραπλανητικές κινήσεις παρατηρείται ότι ο τζίρος στις καθοδικές συνεδριάσεις είναι σημαντικά μικρότερος σε σχέση με τις ανοδικές, ένα στοιχείο που έχει τη σημασία του καθώς δεν δείχνει εκτεταμένες πωλήσεις, ενώ και ο δείκτης σχετικής ισχύος (RSI) εμφανίζει θετική απόκλιση σε σχέση με τις τιμές, μια ένδειξη που τουλάχιστον θεωρείται αναντίστοιχη με το σενάριο έντονης πτωτική συνέχειας.

     

    Διαβάστε ακόμα για:

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ