07:31 10/09
Βόρεια Προάστια: Μεγαλώνει το έλλειμμα κατοικιών προς πώληση κι ενοικίαση
Τα ελάχιστα διαθέσιμα ακίνητα δημιουργούν συνθήκες υψηλών τιμών.
Bασικός "παίκτης" της αγοράς ακινήτων στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης καθίσταται ο όμιλος της Eurobank, παρέχοντας ένα πλήρες φάσμα υπηρεσιών στο χώρο του real estate. Έχοντας ως επενδυτικό όχημα τη Eurobank Properties, πλήθος θυγατρικών στη λεγόμενη "Νέα Ευρώπη" και με την εμπειρία της διαχείρισης ενός χαρτοφυλακίου ακινήτων αξίας άνω του 1,2 δισ. ευρώ, ο ελληνικός τραπεζικός όμιλος είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες της αγοράς ακινήτων τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ευρύτερη "γειτονιά" μας.
Επικεφαλής της προσπάθειας αυτής είναι ο Αριστοτέλης Καρυτινός, στέλεχος με μακρά εμπειρία στο χώρο του real estate, αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Eurobank και διευθυντής του Τομέα Real Estate της τράπεζας. Ο κ. Καρυτινός μιλά στο Κεφάλαιο για τα νέα σχέδια του ομίλου στην Ελλάδα και το εξωτερικό και αναλύει τις προοπτικές της ελληνικής κτηματαγοράς.
Αποσπάσματα από συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Λάμπρου
– Κύριε Καρυτινέ, τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί μια έκρηξη επενδύσεων τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά ακινήτων. Την περίοδο αυτή, μάλιστα, καταγράφεται μια πρωτοφανής ζήτηση για ακίνητα παγκοσμίως. Ποια πιστεύετε ότι είναι η θέση της δικής μας αγοράς στο σκηνικό αυτό;
Πράγματι, αυτή την περίοδο υπάρχει διεθνώς μια υψηλότατη ρευστότητα, η οποία αναζητά επενδυτικό προϊόν. Ακριβώς εξαιτίας αυτής της μεγάλης ρευστότητας καταγράφεται μια συνεχής αύξηση των επενδύσεων και σε νέες αγορές, τάση από την οποία μπορεί να ωφεληθεί και η χώρα μας. Η ελληνική αγορά ακινήτων είναι μία από τις πλέον ελκυστικές στην ευρωζώνη. Οι αποδόσεις που προσφέρουν τα ακίνητα εισοδήματος στην Ελλάδα είναι πάνω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο, ενώ ειδικά στον τομέα των εμπορικών ακινήτων καταγράφεται μια συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση, η οποία σε συνδυασμό με την αύξηση των καταναλωτικών δαπανών δημιουργεί θετικές προοπτικές για την απορρόφηση των εμπορικών χώρων που αναπτύσσονται ή σχεδιάζονται. Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να αυξάνεται με υψηλούς ρυθμούς, ενώ γίνονται βήματα προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της διαφάνειας της αγοράς και της βελτίωσης του θεσμικού και φορολογικού πλαισίου. Ωστόσο, αν μιλήσει κανείς για τον τομέα των επενδύσεων ανάπτυξης ακινήτων, τότε πρέπει να γίνουν σοβαρές προσπάθειες αντιμετώπισης των προβλημάτων που όλοι γνωρίζουμε ότι χαρακτηρίζουν την ελληνική πραγματικότητα, με κυριότερα αυτά της γραφειοκρατίας και της ασάφειας σε πολεοδομικό και χωροταξικό επίπεδο.
– Ποιες πιστεύετε ότι είναι οι προοπτικές της ελληνικής κτηματαγοράς στον τομέα των επαγγελματικών ακινήτων, τα οποία αποτελούν και αντικείμενο επενδύσεων σε ακίνητα εισοδήματος;
Στον τομέα των γραφείων, όπου τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε μια έντονη υποχώρηση των μισθωτικών αξιών, θεωρώ ότι πλέον τα θεμελιώδη καθιστούν την αγορά ελκυστική. Τα γραφεία ποιότητας κατηγοριών Α και Β στην Αθήνα υπολογίζεται ότι φτάνουν συνολικά σε επιφάνεια το 1,1 εκατ. τ.μ., που αντιστοιχεί στο 20% του συνολικού αποθέματος. Πέρυσι αναπτύχθηκαν μόλις 100.000 τ.μ. νέων γραφειακών χώρων. Η ζήτηση αφορά κυρίως μεγάλες εταιρείες που αναζητούν χώρους επιφάνειας 3.000-5.000 τ.μ. σε περιοχές εκτός του κέντρου της Αθήνας. Σε επίπεδο τιμών καταγράφεται πλέον μια σταθεροποίηση μετά την πρόσφατη υποχώρηση. Στην Αθήνα τα γραφεία υψηλής ποιότητας και προβολής νοικιάζονται προς 23-33 ευρώ/τ.μ. το μήνα και στη Θεσσαλονίκη έως 14 ευρώ/τ.μ. Τεράστιο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αγορά των εμπορικών κέντρων, όπου καταγράφεται υψηλή ζήτηση από ενδιαφερόμενους επενδυτές αλλά και αυξημένη δραστηριότητα στο χώρο της ανάπτυξης, με δεδομένο ότι η Ελλάδα έχει μία από τις χαμηλότερες αναλογίες τ.μ. εμπορικών κέντρων ανά κάτοικο. Υπολογίζεται ότι σε κάθε 1.000 κατοίκους αντιστοιχούν περίπου 55 τ.μ. εμπορικών κέντρων, τη στιγμή που στην Ευρώπη ο μέσος όρος είναι 185 τ.μ. ανά 1.000 κατοίκους. Το τελευταίο διάστημα καταγράφεται μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον και για την αγορά των logistics, όπου υπάρχει σημαντική έλλειψη μοντέρνων χώρων.
– Στον τομέα της κατοικίας έχει παρατηρηθεί πολύ μεγάλη αύξηση τιμών, η οποία δε φαίνεται να σταματά ούτε μπροστά στα πολύ υψηλά επίπεδα που έχουν διαμορφωθεί. Πώς εκτιμάτε ότι θα κινηθεί η αγορά των οικιστικών ακινήτων;
Πέρυσι σημειώθηκαν μεγάλες αυξήσεις στις τιμές πώλησης των κατοικιών, λόγω της τεχνητής αύξησης της ζήτησης που προκλήθηκε ενόψει των φορολογικών αλλαγών. Το κακό είναι ότι καταγράφηκαν ακρότητες στην αγορά και οι αυξήσεις είχαν γενικευμένο χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να πουληθούν πολύ ακριβά ακόμα και κατοικίες χαμηλής ποιότητας. Η πορεία της αγοράς φέτος δείχνει ότι οι τιμές όχι μόνο δεν υποχώρησαν στις κατηγορίες υψηλής ζήτησης, αλλά αντιθέτως είχαμε επιπλέον αυξήσεις. Παράλληλα, η αγορά της στεγαστικής πίστης συνεχίζει να αυξάνεται με υψηλούς ρυθμούς και ο τραπεζικός ανταγωνισμός απορροφά τις αυξητικές τάσεις στα επιτόκια. Θεωρώ ότι δύσκολα θα δούμε αξιοσημείωτη υποχώρηση των τιμών στο βραχυπρόθεσμο μέλλον, με δεδομένες και τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής αγοράς. Επίσης, πιστεύω ότι, αν λυθούν τα θεσμικά προβλήματα που προαναφέραμε (γραφειοκρατία, πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός), τότε θα δούμε σημαντική ανάπτυξη και στην αγορά των παραθεριστικών κατοικιών.