Του Σωτήρη Ν. Καμενόπουλου
Σε άρθρο μου εδώ πραγματοποίησα τη ριψοκίνδυνη εκτίμηση πως στο μέλλον τα κρίσιμα και στρατηγικά ορυκτά (πχ. σπάνιες γαίες) θα εξορύσσονται έμμεσα ή άμεσα από τους τελικούς χρήστες αυτών, δηλαδή τις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας όπως πχ. Apple, Siemens, General Motors κλπ.
Δημοσιεύματα φέρουν τη μεγαλύτερη παγκοσμίως μη-Κινεζική εταιρεία εξόρυξης σπάνιων γαιών τη Molycorp, να αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Πρόσφατα η Molycorp υπέγραψε συμφωνία συνεργασίας με τη Γερμανική Siemens. Άλλα παλαιότερα δημοσιεύματα έφεραν τη Siemens να έχει στοχοποιήσει τη Molycorp με πρόθεση επιθετικής εξαγοράς. Αν τελικά η Molycorp πέσει στα χέρια της Siemens, τότε, από πλευράς ΗΠΑ θα έχει διαπραχθεί για δεύτερη φορά το ίδιο μέγιστο στρατηγικό λάθος. Ένα παρόμοιο στρατηγικό διεπράχθη τη δεκαετία του 1990 όταν ο έλεγχος εξόρυξης και επεξεργασίας των σπάνιων γαιών πέρασε από τις ΗΠΑ στην Κίνα.
Ταυτόχρονα, πριν λίγες ημέρες ο υπουργός βιομηχανίας της Ιαπωνίας ανακοίνωσε πως πρόκειται να διαθέσει ποσό ύψους 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων ώστε αυτά να επενδυθούν σε Αφρικανικές χώρες οι οποίες διαθέτουν ορυκτά απαραίτητα για την παραγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογίας. Αναλογικά, σκεφτείτε πως η Κίνα μέχρις στιγμής έχει επενδύσει για τον ίδιο λόγο μόνο σε μία Αφρικανική χώρα (Κονγκό) ποσό ύψους 6 δισεκατομμυρίων δολλαρίων. Ταυτόχρονα, τόσο η Κίνα, όσο και η Ιαπωνία είχαν χρησιμοποιήσει το εργαλείο της «ήπιας ισχύος» (Soft Power) ώστε να επιτύχουν τη διείσδυσή τους στην Αφρική με απώτερο στόχο την αξιοποίηση του κρίσιμου ορυκτού της πλούτου. Η Κίνα το έκανε με τη χρήση της ίδρυσης των Ινστιτούτων Κομφούκιου, ενώ η Ιαπωνία με τη χρήση άλλων πολιτισμικών εργαλείων.
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πως το παγκόσμιο παίγνιο των κρίσιμων-στρατηγικών ορυκτών είναι δυναμικό και πρόκειται να αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον.