Συνεχης ενημερωση

    Κυριακή, 18-Δεκ-2016 20:00

    Πώς η Fed αλλάζει το παιχνίδι σε αγορές, ομόλογα & νομίσματα

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

     

    Από την Ελευθερία Κούρταλη

    Ο κύκλος της αύξησης επιτοκίων που ξεκίνησε η Fed διαμορφώνει ένα νέο περιβάλλον για τις παγκόσμιες αγορές, με το ακριβό δολάριο να οδηγεί στη φυγή κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές και σε μαζική στροφή προς τις αμερικανικές μετοχές. Ήδη, περίπου ενάμιση μήνα μετά την εκλογή Tραμπ, οι δείκτες της Wall Street κινούνται σε επίπεδα-ρεκόρ, το δολάριο έχει εκτοξευθεί σε υψηλά 14 ετών σε εμπορικά σταθμισμένη βάση, τα ομόλογα έχουν πραγματοποιήσει ισχυρό sell-off και τα assets των αναδυόμενων αγορών αισθάνονται ήδη τους τριγμούς του νέου αυτού κλίματος.

    Γέλεν vs Tραμπ

    Από την πλευρά της, η Fed φαίνεται αναγκασμένη να ακολουθήσει την πολιτική του Τραμπ. Το παλιό ρητό της Wall Street είναι ότι "όποιος πολεμά τη Fed δεν βγαίνει κερδισμένος". Αλλά ο Ντόναλντ Tραμπ, ως υποψήφιος, έδειξε την περιφρόνησή του για την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και την επικεφαλής της, Τζάνετ Γέλεν. Τώρα, η Γέλεν, αν και υπογραμμίζει την ανεξαρτησία της Fed, ωστόσο ίσως τελικά καταλήξει να... συρθεί πίσω από τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ.

    Σε μια προεκλογική ομιλία τον Σεπτέμβριο, ο Tραμπ κατηγόρησε τη Γέλεν ότι στηρίζει την πολιτική Oμπάμα, διατηρώντας τα επιτόκια τεχνητά χαμηλά, για να "καλύψει" την επιδείνωση της οικονομίας. "Θα πρέπει να ντρέπεται για τον εαυτό της", είχε πει και υποσχέθηκε να μη στηρίξει την επανεκλογή της όταν λήξει η θητεία της τον Ιανουάριο το 2018.

    Τότε η Γέλεν περιόρισε την απάντησή της σε μια ευγενική άρνηση ότι η πολιτική της Fed κινείται χωρίς να έχει τις εκλογές στο μυαλό. "Μπορώ να πω με έμφαση ότι η κομματική πολιτική δεν παίζει κανένα ρόλο στις αποφάσεις μας σχετικά με την ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής", είπε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου μετά τη συνεδρίαση της Fed τότε.

    Ωστόσο, στη συνέντευξη Τύπου της περασμένης εβδομάδας, μετά την απόφαση της Fed να αυξήσει τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια κατά 0,25%, η επικεφαλής της Fed ενίσχυσε την απάντησή της, έστω και με μετρημένο τρόπο. Περιφρόνησε τον νέο πρόεδρο τον ΗΠΑ και κάποιες από τις πολιτικές του και υπερασπίστηκε την ανεξαρτησία της Fed.

    Παράλληλα, σηματοδότησε έναν ταχύτερο ρυθμό αυξήσεων επιτοκίων το 2017, ενώ διαμήνυσε ότι θα υπάρξουν τρεις αυξήσεις επιτοκίων το επόμενο έτος, αντί των δύο που προβλέπονταν τον Σεπτέμβριο, εν μέρει ως αποτέλεσμα των αλλαγών που αναμένονται από την πολιτική του Tραμπ.

     

    δείκτης δολαρίου

     

    Το πληθωριστικό σοκ

    Σύμφωνα με τους αναλυτές, οι συνέπειες μιας μεγαλύτερης αλλαγής του καθεστώτος της νομισματικής πολιτικής της Fed είναι εξαιρετικά σημαντικές όχι μόνο για τις ΗΠΑ, αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο, και αυτό το έχουν ήδη αισθανθεί οι παγκόσμιες αγορές ομολόγων, πραγματοποιώντας ένα ισχυρό sell-off το τελευταίο διάστημα.

    Από το 2009 τα μηδενικά επιτόκια καθόρισαν τα πάντα. Από το πώς κινούνται οι κυβερνήσεις –όχι μόνο των ΗΠΑ, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο– έως τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος για τους αποταμιευτές και τους δανειολήπτες, τα στεγαστικά δάνεια και τα κεφάλαια της αγοράς χρήματος, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τα προγράμματα αγοράς ιδίων μετοχών μέσω ομολόγων και την αναζήτηση αποδόσεων από επενδύσεις.

    Το πραγματικό ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά το τρίτο τρίμηνο αναπτύχθηκε στο 3,2%, με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων δύο ετών. Με λίγα λόγια, ο Tραμπ κληρονομεί μια οικονομία που "τρέχει", αλλά θέλει να την ενισχύσει περαιτέρω, με τη δημοσιονομική πολιτική να αναλαμβάνει το βάρος, για πρώτη φορά μετά την κρίση.

    Σύμφωνα με τους αναλυτές της ΤD Securities, η δημοσιονομική πολιτική σε αυτό το σημείο της οικονομικής ανάκαμψης θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα "πληθωριστικό σοκ", προσθέτοντας σχεδόν μία ποσοστιαία μονάδα στην οικονομική ανάπτυξη, αλλά θα αναγκάσει τη Fed να αυξήσει τα επιτόκια πολύ πιο γρήγορα από ό,τι αναμενόταν – σχεδόν κατά 1% επιπλέον ανά έτος.

    Φόβοι για ύφεση

    Αυτό το σενάριο, δηλαδή της κεντρικής τράπεζας να "κυνηγά" την κυβερνητική πολιτική και να αναγκάζεται να ενεργήσει πιο γρήγορα, είναι που η Γέλεν και άλλοι φορείς χάραξης πολιτικής έχουν δηλώσει ότι ελπίζουν να αποφύγουν, από φόβο ότι θα μπορούσε να οδηγήσει σε ύφεση. Αξίζει να σημειώσουμε πως, σύμφωνα με την αμερικανική επιτροπή του ομοσπονδιακού Προϋπολογισμού, η μείωση των φόρων και των δαπανών θα μπορούσε να ωθήσει το χρέος των ΗΠΑ από το 77% στο 103% του ΑΕΠ μέχρι το 2026, οδηγώντας σε οικονομική αστάθεια και ίσως και ύφεση.

    Ο Steven Mnuchin, πρώην τραπεζίτης της Goldman Sachs, ο οποίος θα είναι ο υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Tραμπ, έχει δηλώσει ότι ο στόχος της ανάπτυξης θα είναι στο 3%-4% για πολύ διάστημα και όχι για μερικά τρίμηνα. Αυτό, σύμφωνα με τον ίδιο, θα γίνει μέσω των πολιτικών του Tραμπ, με τη χαλάρωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος και τη μεγαλύτερη μεταρρύθμιση στην εταιρική φορολογία που έχει γίνει τα τελευταία 50 χρόνια, συμπεριλαμβανόμενων σημαντικά χαμηλότερων φορολογικών συντελεστών, κίνητρα για τις επιχειρήσεις να επαναπατρίσουν τα κεφάλαια που έχουν στο εξωτερικό και ένα περισσότερο φιλικό προς τις επενδύσεις φορολογικό σύστημα.

    Στροφή στη Wall Street, κρίση στις αναδυόμενες αγορές

    Μια σημαντική, προσανατολισμένη προς την ανάπτυξη δημοσιονομική επέκταση είναι λογικό να οδηγήσει σε υψηλότερο πληθωρισμό, αλλά και επιτόκια. Οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό έχουν ήδη ενισχυθεί, εν μέρει λόγω της ανάκαμψης των τιμών του πετρελαίου και των εμπορευμάτων, εξαιτίας και της πρόσφατης συμφωνίας του ΟΠΕΚ. Αυτό θα προσελκύσει κεφάλαια στο δολάριο, ειδικά από οικονομίες όπως η Ιαπωνία και η Γερμανία, των οποίων τα επιτόκια είναι μηδενικά.

    Ο "στόχος" της ενίσχυσης του δολαρίου έχει ήδη πάρει τον δρόμο του, καθώς σε εμπορικά σταθμισμένη βάση είναι ήδη κοντά σε ιστορικά υψηλά, ενώ οι υψηλότερες αποδόσεις των ομολόγων θα... φροντίσουν να διατηρήσουν την ανατίμηση του αμερικανικού νομίσματος. Οι αναδυόμενες αγορές, όπως η Κίνα, η Βραζιλία και η Τουρκία, των οποίων οι εκροές κεφαλαίων και η χρηματοδότηση χρέους είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες σε ένα ισχυρό δολάριο και στις υψηλότερες αποδόσεις των ομολόγων, θα παραμείνουν σταθερά στο στόχαστρο της αγοράς. Η δύναμη του δολαρίου, όπως φάνηκε και το 2013 με το tapering, μπορεί εύκολα να προκαλέσει συνθήκες κρίσης στην περιοχή. Το γουάν, ειδικότερα, είναι πιθανό να δεχτεί ακόμα μεγαλύτερη πίεση υπό το φως των εντάσεων μεταξύ της Κίνας και της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ σε σχέση με το εμπόριο.

    Ο μεγάλος κερδισμένος θα είναι αδιαμφισβήτητα η Wall Street. Όλα αυτά τα κεφάλαια που θα φύγουν από τις αναδυόμενες αγορές θα κατευθυνθούν, με μεγαλύτερη ορμή πλέον, στις αμερικανικές μετοχές. Οι αναλυτές, άλλωστε, επισημαίνουν ότι το bull run της χρηματιστηριακής αγοράς των ΗΠΑ, που ξεκίνησε το 2009, θα επεκταθεί και στο 2017.

    *Αναδημοσίευση από το "Κεφάλαιο" που κυκλοφορεί.

    Διαβάστε ακόμα για:

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ