Τετάρτη, 09-Νοε-2016 16:17
Τι σημαίνουν οι εξαγγελίες Τραμπ για τις διεθνείς γεωπολιτικές ισορροπίες

Tου Κώστα Ράπτη
Το ότι στην ηγέτιδα δύναμη του διεθνούς συστήματος απέτυχε να εκλεγεί, παρά πάσα προσδοκία, η υποψήφια που είχε στη διάθεσή της τον ισχυρότερο μηχανισμό, τα περισσότερα κονδύλια, τη μακρότερη παρουσία στη δημόσια ζωή και ταυτοχρόνως την ομόθυμη στήριξη των πολιτικών, μιντιακών και οικονομικών ελίτ, εγχώριων και διεθνών, αποτελεί γεγονός με αυτοτελή αξία: για την ακρίβεια, συνιστά σεισμό που οι δονήσεις του μεταφέρονται σε όλο τον πλανήτη.
Πόσω μάλλον που τρόπον τινά επαναλαμβάνει, με διαφορά λίγων μηνών, το σοκ του Brexit, αποδεικνύοντας ότι οι ελίτ έχουν σε μεγάλο βαθμό χάσει την ικανότητα ανάγνωσης των εξελίξεων και αποτελεσματικής εκπροσώπησης των πληθυσμών και άρα επείγουν διορθωτικές κινήσεις.
Το ότι, από την άλλη μεριά, πρόεδρος των ΗΠΑ εκλέγεται μια φυσιογνωμία όπως ο Donald Trump διόλου δεν προδικάζει την κατεύθυνση που θα ακολουθήσουν τα πράγματα. Διότι μετά από μια προεκλογική εκστρατεία, όπου κυριάρχησε ο αποσπασματικός έως συγκεχυμένος λόγος, έρχεται η ώρα που ο αυριανός πρόεδρος των ΗΠΑ θα πρέπει να συνάψει τις συμφωνίες και τους συμβιβασμούς του, να στελεχώσει την κυβέρνησή του, να αποσαφηνίσει το πρόγραμμά του και εν ολίγοις να αποκαλύψει "ποιός επιτέλους είναι ο πραγματικός Donald Trump”.
Κάτι τέτοιο δίνει περισσότερες πιθανότητες υπέρ της "συνέχειας” παρά υπέρ της "ρήξης” στις αμερικανικές πολιτικές. Το προηγούμενο των υψηλών προσδοκιών που συνόδευαν την εκλογή Obama και έμειναν ανεκπλήρωτες είναι διδακτικό. Ακόμη περισσότερο, αυτό του George Bush jr., που εξελέγη ως απομονωτιστής, για να εξελιχθεί σε κατεξοχήν πολεμικό πρόεδρο.
Όμως ο Trump δεν θα μπορεί και να απαρνηθεί πλήρως τον "ρηξικέλευθο” εαυτό του, ούτε να προσπεράσει τα φαινόμενα κρίσης της Αμερικής που κατέστησαν τη δική του νίκη δυνατή.
Μένει συνεπώς να φανεί τι θα απομείνει από τον προεκλογικό λόγο υπέρ μιας ορισμένης επιστροφής στον προστατευτισμό και στον έλεγχο των συνόρων, υπέρ μιας πιο αποφασιστικής στάσης κατά του τζιχαντισμού και μιας λιγότερο συγκρουσιακής σχέσης με τη Ρωσία, υπέρ μιας σκληρότερης οικονομικής διαπραγμάτευσης με την Κίνα ή υπέρ της μετακύλισης περισσότερων βαρών στους Νατοϊκούς συμμάχους.
Συνιστά η εκλογή του Trump την συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι η στιγμή της αμερικανικής μονοκρατορίας παρήλθε και η Ουάσιγκτον θα πρέπει να αφήσει χώρο για ένα περισσότερο συνεργατικό μοντέλο ρύθμισης των διεθνών ισορροπιών; Το ερώτημα αυτό είναι το κρισιμότερο – αλλά και το δυσκολότερο να απαντηθεί.
Πάντως τα φαινόμενα κρίσης (πολιτική διαφθορά, παραμέληση υποδομών, αποδυνάμωση εγχώριας παραγωγικής βάσης, στασιμότητα στην αύξηση της παραγωγικότητας, συμπίεση της μεσαίας τάξης κτλ.) που εξηγούν την πολιτική ανάδυση του Trump είχαν κεντρικό ρόλο στον λόγο του. Η αντίπαλη πλευρά, τα απάντησε απλώς κλιμακώνοντας μιαν επικίνδυνη (γιατί δεν θα μπορούσε να αποκλιμακωθεί μετεκλογικά) ψυχροπολεμική ρητορική για τον Trump ως μαριονέτα του Putin.
Είναι αλήθεια ότι η Μόσχα από το πρώτο 24ωρο έσπευσε να εκφράσει τα συγχαρητήριά της στον νέο ένοικο του Λευκού Οίκου, υπογραμμίζοντας ότι προσβλέπει σε μιαν ευκαιρία εξόδου των ρωσοαμερικανικών σχέσεων από την τωρινή τους κρίση. Όμως, "μήνας του μέλιτος” δεν προβλέπεται. Ο ίδιος ο Trump θα είναι προσεκτικός απέναντι στις κατηγορίες της "εφεκτικότητας προς το Κρεμλίνο” και άλλωστε οι στρατηγικές διαφορές Μόσχας-Ουάσιγκτον σε σειρά ζητημάτων δεν θα διαγραφούν.
Μάλιστα, στο κυριότερο μέτωπο που δοκιμάζονται τη στιγμή αυτή οι ρωσοαμερικανικές σχέσεις, δηλ. τη συριακή κρίση, δοκιμάζονται ήδη τετελεσμένα με την έναρξη της επιχείρησης ανακατάληψης της Ράκκα από τους Κούρδους και Άραβες μαχητές με αμερικανική υποστήριξη. Επίδικο εδώ δεν είναι μόνο η κατάκτηση του "επάθλου” της συντριβής των τζιχαντιστών από τον αποχωρούντα Barack Obama, αλλά και η διαιώνιση της διαίρεσης της Συρίας, με αιφνιδιασμό της Ρωσίας.
Με τους Ευρωπαίους συμμάχους, πάλι, ο Donald Trump θα δυσκολευτεί να μιλήσει κοινή γλώσσα και είναι πολύ πιθανό να υιοθετήσει πιο πιεστική στάση όχι μόνο σε θέματα αμυντικών δαπανών αλλά και οικονομικής διακυβέρνησης. Είναι δε μεγάλο ερώτημα το αν θα επιμείνει στην ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για τη συμφωνία TTIP. Σε κάθε περίπτωση, τα γεωπολιτικά βάρη είναι εξαιρετικά δυσανάλογα και η Ευρώπη με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα συμμορφωθεί.
Ίσως η κρισιμότερη σχέση που θα έχει στην πραγματικότητα να διαχειριστεί ο Trump να είναι με την Κίνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αμερικανικές πολιτείες που υπέστησαν τις μεγαλύτερες απώλειες θέσεων εργασίας από τον κινεζικό ανταγωνισμό (αθροιστικά 2 εκατομμύρια) είναι και αυτές που γνώρισαν τη μεγαλύτερη πολιτική πόλωση.
Παρά την προεκλογική ρητορική του, οι Κινέζοι ιθύνοντες δεν είναι απίθανο να επιχαίρουν με την εκλογή του Trump, καθώς δεν λησμονούν, σε φάση που τα θέματα ασφαλείας αποσπούν όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον τους, ότι η Clinton ήταν η αρχιτέκτονας της αμερικανικής στροφής (Pivot) προς την Ασία, δηλ. της στρατιωτικής περικύκλωσης της Κίνας.
Το πώς ο Trump θα τετραγωνίσει, χωρίς κινεζική συνεργασία και άφθονες αγορές αμερικανικών ομολόγων, της υπεσχημένης στροφής από την νομισματική στην δημοσιονομική διευκόλυνση, με ενίσχυση των δημόσιων επενδύσεων, διατήρηση των στρατιωτικών δαπανών, αλλά και μείωση των φόρων είναι μια άλλη μεγάλη συζήτηση...