17:38 05/12
Αντιδράσεις στο Ισραήλ για τη συμμετοχή στη Eurovision
Η απόφαση της EBU να μην αποκλείσει το Ισραήλ από τον προσεχή διαγωνισμό τραγουδιού στη Βιέννη προκαλεί ποικίλες αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας.
Αφιέρωμα στους έλληνες εφοπλιστές φιλοξενεί το γερμανικό οικονομικό περιοδικό Capital. Κύριο ερώτημα: ποιό είναι το "μυστικό" της επιτυχίας τους;
Στα χρόνια της κρίσης πολλά αφιερώματα έχουν δει το φως της δημοσιότητας για τις ελληνικές εφοπλιστικές οικογένειες. Για την ευμάρεια, τον κοσμοπολιτισμό, αλλά και τη (νόμιμη) φοροαποφυγή τους. Το Capital δεν παραλείπει να υπενθυμίσει ότι και σήμερα οι εφοπλιστές δεν φορολογούνται με βάση το εισόδημα ή τον τζίρο, αλλά αποκλειστικά με βάση το τονάζ των πλοίων τους, όσα χρήματα και αν κερδίζουν. Η συντάκτρια του άρθρου γράφει ότι η πλήρης φοροαπαλλαγή καθιερώθηκε με τον νόμο 89/1967 που ψήφισε η δικτατορία και, αν εξαιρέσουμε την πρόσφατη συμφωνία για εθελοντική εισφορά 420 εκ. ευρώ, ουσιαστικά δεν άλλαξε μέχρι σήμερα. Μάλιστα, όπως αναφέρεται, "ακόμα και η ριζοσπαστική αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θέλει μόνο να αυξήσει τον φόρο του τονάζ σε ένα ‘ομοιοπαθητικό ποσοστό? της τάξεως του 4%. Η φοροαπαλλαγή των εφοπλιστών θεωρείται ‘ιερή?. Αυτό οφείλεται και στις 192.000, άμεσες ή έμμεσες, θέσεις εργασίας που έχουν δημιουργήσει οι εφοπλιστές στην Ελλάδα".
Κι όμως, αυτό το αφιέρωμα είναι διαφορετικό από τα άλλα. Το Capital δεν περιορίζεται σε επικρίσεις, ούτε καταφεύγει σε κουτσομπολιά για τέρψεις εφοπλιστικών γόνων, αλλά με γερμανικό ρεαλισμό σκιαγραφεί το "μυστικό της επιτυχίας" των εφοπλιστών, ενώ ανάμεσα στις γραμμές διαφαίνεται και μία διακριτική έκφραση θαυμασμού για το επιχειρηματικό δαιμόνιο του κλάδου. Ο οποίος μάλιστα φαίνεται να ανθεί και πάλι τελευταία λόγω πετρελαίου, έχοντας δώσει στο πρώτο εξάμηνο του 2015 παραγγελίες για περισσότερα από 150 πλοία, συνολικής αξίας άνω των 4 δις ευρώ.
Οικογενειακή υπόθεση, πειθαρχημένη διαχείριση
Μάθημα πρώτον: ο εφοπλισμός στην Ελλάδα παραμένει οικογενειακή υπόθεση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Σε κάθε περίπτωση, συνεπάγεται και ορισμένα πλεονεκτήματα, όπως η ταχύτητα και ευελιξία αποφάσεων. Αυτό επιβεβαιώνει και ο γερμανός τραπεζίτης Κλάους Γκύντερ Μπούντελμαν, παλαιότερα σύμβουλος και συνεργάτης εφοπλιστικών οικογενειών για τις δουλειές τους στη βόρεια Ευρώπη. Στο γραφείο του, με θέα στα κανάλια του Αμβούργου, ο Μπούντελμαν έχει φυλάξει σπάνια αναμνηστικά, όπως μία προ 30ετίας φωτογραφία από τον γάμο του Τζων Λύρα ή ένα σκίτσο με το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας Πατέρα από τη Χίο. Η οποία, όπως τονίζει ο γερμανός τραπεζίτης, "είναι το powerhouse του ελληνικού εφοπλισμού. Εκεί, επαγγελματικά και ιδιωτικά ζητήματα γίνονται ένα. Ξαδέρφια και μπατζανάκηδες παζαρεύουν τιμές ναύλων το πρωί και μαζεύονται όλοι μαζί για φραπεδάκι το βράδυ". Οικογενειακή δοσοληψία σημαίνει βέβαια και εγκράτεια στις δαπάνες, τονίζει από την πλευρά της η Γαλλίδα Καμίλ Εγκλόφ, στέλεχος της εταιρείας συμβούλων BCG με εμπειρία 15 ετών στην Ελλάδα. Όπως επισημαίνει "ακόμα και ένας λογαριασμός 100 ευρώ πρέπει να περάσει από προσωπική έγκριση του ιδιοκτήτη, που είναι συνήθως ο πατέρας ή άλλος στενός συγγενής. Αυτό εμπεδώνει μία έντονη αίσθηση αυτοπειθαρχίας".
Η νοοτροπία αυτή προφανώς επεκτείνεται σε όλες τις συναλλαγές, όπως αφήνει να εννοηθεί ο Κλάους Γκύντερ Μπούντελμαν, αποκαλύπτοντας μία προσωπική ανάμνηση από επαγγελματικό δείπνο στο Λονδίνο πριν από πολλά χρόνια: Έλληνες εφοπλιστές ήθελαν να ιδρύσουν καταπίστευμα με αρχικό κεφάλαιο 100.000 δολαρίων και η σχετική διαπραγμάτευση παρατεινόταν στο διηνεκές. "Ήταν απίστευτο", θυμάται ο Μπούντελμαν, "στο τραπέζι κάθονταν άνδρες με περιουσίες δισεκατομμυρίων δολαρίων και χαίρονταν όλοι τους σαν μικρά παιδιά όταν είπα ότι δεν θα χρεώσω την αμοιβή μου για το consulting". Το συμπέρασμα του τραπεζίτη: "Οι Έλληνες θέλουν να διαπραγματεύονται τα πάντα, είτε πρόκειται για ναύλα, είτε για επιτόκια".