00:04 05/12
Το Λάθος: Γνώση ή απόγνωση;
Μην υπερτιμάτε τα λάθη. Πολλές φορές το κόστος για τη διόρθωσή τους, είναι πιο μεγάλο απ’ αυτή καθαυτή τη ζημιά που προκαλούν.
Ένας χρόνος συμπληρώθηκε από την αποφράδα εκείνη ημέρα που ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης Τσίπρας, ανακοίνωσε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος με έμμεσο πλην σαφές ερώτημα την παραμονή της χώρας στη νομισματική ένωση του ευρώ. Το σοκ ήταν ισχυρό, τόσο για την εγχώρια όσο και για την παγκόσμια κοινότητα. Για πρώτη φορά, ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής και της νομισματικής Ένωσης έθετε εν αμφιβόλω, σχεδόν ευθέως, τη συμμετοχή του σε αυτές. Το εκρηκτικό κοκτέιλ άγνοιας, ασυνειδησίας, θράσους και έλλειψης συναίσθησης, των ιθυνόντων και των οπαδών τους, οδήγησε τη χώρα σε σκοτεινά, αχαρτογράφητα ύδατα και την ενέπλεξε σε ένα σπιράλ καταστροφής, οπισθοδρόμησης και αναζωπύρωσης της κρίσης.
Θα πει κανείς, πώς μπορεί να επικρίνεται και να αμφισβητείται η προσφυγή σε δημοψήφισμα, αφού πρόκειται για την πλέον δημοκρατική διαδικασία, για το απαύγασμα της λαϊκής βούλησης και το θεμέλιο θεσμό του πολιτεύματός μας. Σωστά! Όμως, δεν είναι όλα για "όλες τις χρήσεις". Ιστορικά, στη χώρα μας, έχουν διεξαχθεί πέντε δημοψηφίσματα, μέσα στον 20ο αιώνα, και τα πέντε είχαν να κάνουν με την επιλογή πολιτεύματος. Σε αυτήν την περίπτωση, φυσικά και θα έπρεπε να διεξαχθεί δημοψήφισμα, προκειμένου να εκφραστεί η κυρίαρχη βούληση του λαού και να καθιερωθεί ένα πολίτευμα δημοκρατικό, σε όποια μορφή του η πλειοψηφία επέλεγε.
Ωστόσο, υπάρχουν μείζονα πολιτικά ζητήματα, εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας, για τα οποία η πλειοψηφία του εκάστοτε λαού έχει ασύμμετρη πληροφόρηση σε σχέση με την πολιτική ηγεσία. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που ψηφίζουμε όλοι προκειμένου να εκλέξουμε τους καταλληλότερους για εμάς εκπροσώπους, που θα αναλάβουν να επεξεργαστούν και να αποφασίσουν τέτοιου είδους ζητήματα. Ο πολιτικός, άλλωστε, θα πρέπει να είναι φωτεινός καθοδηγητής του λαού και να λαμβάνει δύσκολες αποφάσεις, πολλές φορές, μάλιστα, αντι-δημοφιλείς αλλά μακροπρόθεσμα σωτήριες για το κράτος και για το Έθνος. Δεν είναι ευθύνη του απλού πολίτη να γνωρίζει και να "ζυγίζει" τις ακριβείς επιπτώσεις ενός Grexit ή ενός Brexit, σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής, στις διεθνείς σχέσεις, στην εξωτερική πολιτική, στην Οικονομία, στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, στις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Αυτή είναι δουλειά των τεχνοκρατών και της πολιτικής ηγεσίας του κάθε τόπου, να μπορεί να συνυπολογίζει τις επιπτώσεις κάθε πιθανής επιλογής, θετικές και αρνητικές, σε όλους τους τομείς και αναλόγως να πράττει, εξηγώντας στο λαό τους λόγους και τις προοπτικές κάθε απόφασης.
Η απόφαση για διενέργεια δημοψηφίσματος σε ζητήματα όπως το εάν "πρέπει να γίνει αποδεκτό το σχέδιο συμφωνίας, το οποίο κατέθεσαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο Eurogroup" με την Ελλάδα, για τα οποία, εξ ορισμού, ο λαός δεν έχει την κατάλληλη πληροφόρηση και που δεν μπορεί να γνωρίζει, αποτελεί επικίνδυνη υπεκφυγή του χειρίστου είδους από πλευράς των εκπροσώπων του.
Στο ελληνικό δημοψήφισμα, όπως και στο βρετανικό, η ψήφος ήταν, κατά πλειοψηφία, ψήφος διαμαρτυρίας. Μία διαμαρτυρία του λαού ενάντια σε αυτούς που έχει στοχοποιήσει ως εχθρούς του, διότι δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσει πρώτα τις δικές του ευθύνες, να κάνει την αυτοκριτική του και να αναγεννηθεί μέσα από αυτήν. "Εχθροί" και στις δύο περιπτώσεις ήταν οι Βρυξέλλες, η Γερμανία, οι τραπεζίτες, οι ισχυροί επενδυτικοί κολοσσοί, το κεφάλαιο και έπρεπε, με βάση τη λαϊκή βούληση, να τιμωρηθούν και να εκδιωχθούν ή, μάλλον, να αυτοεξοριστούν οι ίδιοι οι "βαλλόμενοι", προκειμένου να απαλλαχθούν από αυτούς τους φαντασιακούς εχθρούς τους. Αποτέλεσμα: Αποφάσεις επικίνδυνες, με ανυπολόγιστες συνέπειες πρώτα για τους ίδιους τους λαούς και, μάλιστα, κυρίως γι’ αυτούς που τάχθηκαν υπέρ της μοιραίας απόφασης.
Στην ελληνική περίπτωση, τα φτωχότερα στρώματα, οι συνταξιούχοι, οι άνεργοι, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι μικρομεσαίοι φορολογούμενοι που γι’ αυτούς ουσιαστικά έγινε το δημοψήφισμα και στην πλειοψηφία τους είναι αυτοί που στήριξαν το τραγελαφικό πλέον, εκ του αποτελέσματος, "ΟΧΙ" της 5ης Ιουλίου 2015, είναι αυτοί που επλήγησαν πρώτοι, πλήττονται και θα πλήττονται από τις συνέπειες και της προσφυγής στη διαδικασία του δημοψηφίσματος αλλά και αυτής της απόφασης. Πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις, ο πρωθυπουργός πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων το "ΟΧΙ" της λαϊκής βούλησης στη συμφωνία με την τρόικα και διαπραγματεύτηκε επί τα χείρω την ίδια συμφωνία για να την αποδεχτεί και να την υπερψηφίσει, μερικές ημέρες μετά, το εκλογικό Σώμα της Βουλής των Ελλήνων. Το μόνο που έμεινε από αυτή την ιστορία είναι τα capital controls που μέχρι σήμερα ταλανίζουν την ελληνική οικονομία, το τεράστιο πλήγμα στην ελληνική επιχειρηματικότητα και στις εξαγωγές, η βίαιη περικοπή των συντάξεων, η αύξηση των φορολογικών συντελεστών και των εισφορών, 86 δις που χάθηκαν λόγω καθυστέρησης στη διαπραγμάτευση και τα χρεώθηκε ως νέο δάνειο ο ελληνικός λαός. Στην περίπτωση δε μάλιστα που το "ΟΧΙ" είχε γίνει πράξη, θα μιλούσαμε πιθανότατα για έξοδο της χώρας από την ΟΝΕ, διακοπή κάθε χρηματοδότησής της και ολοκληρωτική καταστροφή των μικρομεσαίων στρωμάτων που θα εγκλωβίζονταν σε ένα σπιράλ θανάτου εντός της χώρας, αφού δεν θα είχαν πια καμία διέξοδο.
Ένα χρόνο αργότερα, πριν μερικές ημέρες, η Μ. Βρετανία διενεργεί δημοψήφισμα για την έξοδό της από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι υποστηρικτές του "ΟΧΙ" και σε αυτήν την περίπτωση είναι αυτοί που ενδεχομένως πληγούν ανεπανόρθωτα από την υλοποίηση αυτής της απόφασης. Βέβαια, ήδη υπάρχουν πολλές φωνές που μιλούν για δυνατότητα επανάληψης του δημοψηφίσματος, για ακύρωση του αποτελέσματος, για μη-δεσμευτικό χαρακτήρα της λαϊκής απόφασης. Είναι φανερό ότι μετά την ικανοποίηση των κομματικών και μικροπολιτικών επιδιώξεων πίσω από την απόφαση για διενέργεια δημοψηφίσματος, η πολιτική ηγεσία και η ίδια η χώρα πρέπει να βρεθεί αντιμέτωπη με τις συνέπειες της ετυμηγορίας της πλειοψηφίας. Μία πλειοψηφία που προφανώς αγνοεί τις ειδικές ευνοϊκές συμφωνίες συμμετοχής της Μ. Βρετανίας στην ΕΕ, την ακριβή διαδικασία αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις συνέπειες μιας μετέπειτα απόσχισης της Σκωτίας ή της Β. Ιρλανδίας προκειμένου οι ίδιες να παραμείνουν στην ΕΕ, το πλήγμα της αποχώρησης από την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά που θα χτυπήσει σοβαρά τα εργατικά στρώματα που δουλεύουν σε πολυεθνικούς κολοσσούς, τις συνέπειες ντόμινο που ενδεχομένως θα δημιουργήσουν ανεπανόρθωτους τριγμούς στο διεθνές πολιτικό και οικονομικό στερέωμα, με τα μικρομεσαία στρώματα, τελικά, να συμπιέζονται συνεχώς και τους ισχυρούς απλώς να υφίστανται ζημίες και να οδηγούνται σε μετανάστευση του κεφαλαίου τους. Φυσικά, αυτό θα έπρεπε πρώτα να το σκεφτεί, αλλά και να το εξηγήσει στους πολίτες του, ο κ. Κάμερον και όχι ο εργάτης από το Σάντερλαντ που ψήφισε υπέρ της αποχώρησης από την ΕΕ, επειδή ο πρώτος τον έφερε προ αυτού του διλήμματος και του μεταβίβασε την ευθύνη.
Συμπερασματικά, φαίνεται πως μικροκομματικά κίνητρα οδήγησαν την Ελλάδα και την Αγγλία σε διεξαγωγή δημοψηφίσματος για ζητήματα που ο λαός έχει από ελλιπή πληροφόρηση έως απόλυτη άγνοια και αποφάσισε με βάση το θυμικό του κόντρα στο συμφέρον του, χωρίς να το συνειδητοποιεί. Η πολιτική ηγεσία, και στις δύο περιπτώσεις, ανεπαρκής και ανίκανη να λάβει δύσκολες αποφάσεις πέταξε το μπούμερανγκ της ευθύνης στο λαό αλλά της γύρισε πίσω να διαχειριστεί αποφάσεις που οδηγούν σε χάος. Η Ιταλία έδειξε να έλαβε το σωστό μήνυμα από αυτές τις ιστορίες. Σειρά έχουν η Γαλλία, η Ολλανδία, η Ουγγαρία, η Ισπανία και όλες λίγο-πολύ οι χώρες της Ένωσης, αλλά και η ηγεσία της τελευταίας, που σύντομα θα κληθούν να λάβουν αποφάσεις που θα καθορίσουν το μέλλον και τη θέση όλων στο παγκόσμιο στερέωμα.
* Φιλιπποπούλου Χρυσάνθη, Υποψήφια Διδάκτωρ Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών
chr.philippopoulou@gmail.com