23:47 19/12
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ έδωσε στη δημοσιότητα εκτεταμένο όγκο αρχείων για τον Τζέφρι Έπσταϊν
Σε μια κίνηση με έντονες πολιτικές και θεσμικές προεκτάσεις.
Πάνω από 8 δισ. μειώθηκαν οι δαπάνες της περίθαλψης την τελευταία εξαετία. Σχεδόν διπλάσια η συμμετοχή των ασφαλισμένων για τα φάρμακα παρά τις συνεχείς πτώσεις στις τιμές, 6 στους 10 χρόνια πάσχοντες δεν λαμβάνουν σωστά τη θεραπεία τους λόγω μειωμένης αγοραστικής δύναμης.
Πάνω από 8 δισ. λιγότερα στις συνολικές δαπάνες της Υγείας, ιδιωτικές και δημόσιες τα τελευταία έξι χρόνια. Αύξηση θεσμοθετημένης συμμετοχής των ασφαλισμένων για τα φάρμακα από 15.7% κατά μέσο όρο το 2012 σε 26.5% το 2014. Μείωση της κατά κεφαλήν δαπάνης για την περίθαλψη στα 183 ευρώ, πολύ πιο χαμηλά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Την ίδια ώρα, 60% των χρόνιων πασχόντων αντιμετωπίζουν προβλήματα στη θεραπεία τους λόγω μειωμένης αγοραστικής δύναμης, περίπου 30% έχει μειώσει τις επισκέψεις στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και 20% έχει μειώσει τις συνολικές δαπάνες υγείας. Παράλληλα, καταγράφεται σημαντική αύξηση στις εισαγωγές στα νοσοκομεία (από περίπου1.6 εκατ. το 2009 σε πάνω από 2.5 εκατ. πέρσι). Η δημόσια χρηματοδότηση για προγράμματα ψυχικής υγείας έχει μειωθεί κατά 55%. Τέλος, ο επιπολασμός της κατάθλιψης είναι πλέον 2.5 φορές μεγαλύτερος.
Αυτό είναι ένα μικρό μόνο μέρος της εικόνας που παρουσιάζει σήμερα το ελληνικό σύστημα περίθαλψης, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που συγκέντρωσε ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος και τα οποία αποτυπώνουν τις σαρωτικές περικοπές που υπέστη τα τελευταία χρόνια ο κλάδος της Υγείας, ειδικά μετά τις πιέσεις της τρόικας για μεγάλες εξοικονομήσεις. Τα παραπάνω δεδομένα παρουσιάστηκαν πιο συγκεκριμένα σε δείπνο εργασίας από το ΣΦΕΕ με θέμα "το Φάρμακο: για ένα βιώσιμο Σύστημα Δημόσιας Υγείας, για την ανάπτυξη και την εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας" στο πλαίσιο της Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης του Συνδέσμου.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό, όπως τονίζουν παράγοντες του χώρου της Υγείας, πως η συντριπτική πλειοψηφία των παρεμβάσεων που αποφασίστηκαν μέχρι σήμερα για την περιστολή των δαπανών στο σύστημα περίθαλψης αφορούσαν σε οριζόντια μέτρα περικοπών, με τις ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις για το έλεγχο των προϋπολογισμών του ΕΟΠΥΥ (όπως μητρώα ασθενών, θεραπευτικά πρωτόκολλα, "φίλτρα” ποσοτήτων με βάση την ενδεδειγμένη δοσολογία και τη συσκευασία του εκάστοτε φαρμακευτικού προϊόντος, real time έλεγχος) να κινούνται με ρυθμούς χελώνας.
Η λιτότητα εντούτοις θα συνεχιστεί και φέτος, αλλά και για τα επόμενα δύο χρόνια. Στα 1,94 δισ. ευρώ ο προϋπολογισμός για το φάρμακο μέχρι και το 2018, 570 εκατ. ευρώ για το 2016, 550 εκατ. ευρώ για το 2017 και 530 εκατ. ευρώ για το έτος 2018, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ, το όριο για τα σκευάσματα που δίνονται από τα νοσοκομεία, 302 εκατ. ευρώ το προβλεπόμενο κονδύλι για τις διαγνωστικές εξετάσεις των ασφαλισμένων, 235 εκατ. για τις πληρωμές των ιδιωτικών κλινικών.
Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις της Υγείας μιλούν για τεράστια συρρίκνωση της δραστηριότητάς τους εξαιτίας των χρεών που διατηρούν τόσο ο ΕΟΠΥΥ όσο και τα δημόσια νοσοκομεία, αλλά και των μόνιμων καθυστερήσεων στις πληρωμές από το δημόσιο. Ενδεικτικό άλλωστε του κλίματος που επικρατεί στην αγορά της περίθαλψης είναι πως το 90% των διαγνωστικών κέντρων δηλώνει πως αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα στη λειτουργία τους, ενώ οι εδώ θυγατρικές φαρμακευτικές αναγκάζονται να στηρίζονται στις μητρικές για να καλύψουν βασικά λειτουργικά έξοδα. Στη μέση βρίσκονται οι ασφαλισμένοι, που είδαν τη συμμετοχή τους να αυξάνεται παρά τις μειώσεις στις τιμές των σκευασμάτων, να μπαίνει πλαφόν σε επισκέψεις σε γιατρούς και εξετάσεις, να εξαφανίζονται φθηνά σκευάσματα και να υποκαθίστανται από ακριβότερες θεραπείες.
Και τα μέτρα συνεχίζονται. Μόλις την εβδομάδα που πέρασε ξεκίνησαν να ισχύουν αριθμητικά όρια στη συνταγογράφηση και εκτέλεση εργαστηριακών εξετάσεων ανάλογα με την ειδικότητα του γιατρού και σύμφωνα με την απόφαση του ΕΟΠΥΥ σε περίπτωση υπέρβασης του ανώτατου ορίου συνταγογράφησης από τον κλινικό ιατρό, το διαγνωστικό εργαστήριο δεν αποζημιώνεται και δεν υποχρεούται να εκτελεί μέσω ΕΟΠΥΥ τις εξετάσεις που υπερβαίνουν το όριο συνταγογράφησης. Επομένως, σύμφωνα με την απόφαση του ΕΟΠΥΥ, θα πρέπει ο κλινικός ιατρός να προσαρμοστεί στα ανώτατα όρια, τα οποία ενσωματώθηκαν το σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης της ΗΔΙΚΑ. Σε περίπτωση επανειλημμένης υπέρβασης του ορίου, είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο να επιβάλλονται κυρώσεις στους γιατρούς.
Βασιλική Κουρλιμπίνη