Συνεχης ενημερωση

    Σάββατο, 09-Ιαν-2016 16:26

    Ρωσία και Σαουδική Αραβία ποντάρουν σε πετρελαϊκά IPOs υψηλού ρίσκου

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Leonid Bershidsky

    Η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία βρίσκονται σε αντίθετες πλευρές στο πόλεμο της Συρίας και είναι σκληροί αντίπαλοι στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου. Και οι δύο χώρες είναι υπερβολικά εξαρτώμενες από το πετρέλαιο για τα έσοδα τους και αμφότερες δείχνουν να μην ενδιαφέρονται για πολιτικές και οικονομικές αλλαγές. Τώρα, οι κυβερνήσεις και των δύο χωρών δείχνουν να έχουν παρεμφερείς ιδέες για το πώς θα ανακάμψουν οι βραδύνουσες οικονομίες τους.  

    Η Saudi Aramco, η κρατική πετρελαϊκή εταιρία, που υποστηρίζει ότι παράγει "περίπου ένα στα οκτώ βαρέλια πετρελαίου της παγκόσμιας παραγωγής", ανακοίνωσε ότι θα διαθέσει μετοχές της στην αγορά, διοχετεύοντας τες στην χρηματαγορά ή πουλώντας τες σε θυγατρικές της. Η Ρωσία από την πλευρά της, εξετάζει την ιδιωτικοποίηση του 19,5% της Rosneft, της μεγαλύτερης εταιρίας πετρελαίου της χώρας, η  οποία βρίσκεται κατά 69,5% στα χέρια του κράτους.

    Είναι ξεκάθαρο γιατί οι αξιωματούχοι και των δύο πετρελαιοπαραγωγών χωρών πρέπει να στραφούν στις ιδιωτικοποιήσεις. Πέρσι η Σαουδική Αραβία ξεπέρασε τις προϋπολογισμένες δαπάνες της κατά 13%, την ώρα που τα κρατικά έσοδα ήταν μειωμένα κατά 15% σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις. Η χώρα αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει τα αποθεματικά της για να καλύψει το έλλειμμα, τα οποία υποχώρησαν κατά 13%. Η Ρωσία αναγκάστηκε να στραφεί και αυτή προς τα αποθεματικά της- τα οποία υποχώρησαν μόλις κατά 5%- αλλά αυτό ήταν εφικτό μόνο λόγω της απότομης υποτίμησης του νομίσματος της, κάτι που απέφυγε η Σαουδική Αραβία. Το έλλειμμα της Ρωσίας στα τέλη του 2015, έφτασε στο 3% του ΑΕΠ της χώρας.

    Καθώς και οι δύο χώρες έχασαν την ευκαιρία να καταστήσουν τις οικονομίες τους λιγότερο εξαρτώμενες από το πετρέλαιο όταν η τιμή του ήταν υψηλή (αποτελεί το 43,6% του ΑΕΠ της Σαουδικής Αραβίας και το 13,7% του ΑΕΠ της Ρωσίας, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα), η εκποίηση αυτών των εταιριών θα ήταν η πιο εύκολα διαθέσιμη λύση.

    Πάντως διατηρούνται αμφιβολίες για το κατά πόσο η Ρωσία θα πουλήσει εφέτος αυτό το μερίδιο της Rosneft. Και αν τελικά, η Σαουδική Αραβία προχωρήσει την πώληση μετοχών της Saudi Aramco, οι ηγέτες του βασιλείου και οι πιθανοί επενδυτές θα έχουν κατά νου τους την εξέλιξη στην υπόθεση της Rosneft.  

    Η Ρωσία αρχικά πούλησε ένα μέρος του πετρελαϊκού κολοσσού τον Ιούλιο του 2006 με μια "λαϊκή δημόσια εγγραφή": Με πρόσκληση προς το κοινό για δημόσια εγγραφή για τις μετοχές της εταιρίας. Περίπου 150.000 Ρώσοι ανταποκρίθηκαν για να αποκτήσουν μετοχές που τότε η αξία τους έφτανε στα 7,55 δολάρια ανά μετοχή. Η τύχη των Ρώσων επενδυτών σταμάτησε με την έλευση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Σε ελάχιστες περιπτώσεις η τιμή της μετοχής της Rosnet  έφτασε τα επίπεδα της δημόσιας εγγραφής (IPO) και ποτέ δεν ξεπέρασε τα 9,44 δολάρια.

    Η κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου το 2014, συμπαρέσυρε μαζί της και τις δύο εταιρίες. Η Rosneft πλέον διαπραγματεύεται στα 3,16 δολάρια ανά μετοχή και η κεφαλαιοποίηση της ανέρχεται στα 33,4 δισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή στο 1/9 της Exxon Mobil, αν και τα έσοδα της ρωσικής εταιρίας είναι περίπου το 1/3 αυτών της αμερικανικής.

    Η Rosneft βίωσε μεγαλύτερες απώλειες σε σχέση με άλλες πετρελαϊκές εταιρίες άλλων χωρών. Κατά μεγάλο βαθμό αίτιο για αυτή την κατάσταση, είναι το management της εταιρίας. Ο επικεφαλής της Rosneft, , Igor Sechin,  είναι ένας στενός συνεργάτης του προέδρου Vladimir Putin. Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία, τόσο ο Sechin, όσο και η Rosneft, έγιναν αντικείμενο των Δυτικών οικονομικών κυρώσεων, με αποτέλεσμα να τρωθεί η ικανότητα της εταιρίας για διεθνή δανεισμό, για την αναχρηματοδότηση του τεράστιου χρέους της.  

    Οι επενδυτές έχουν συνδυάσει το μέλλον της Rosneft με αυτό του Putin και του καθεστώτος του και είναι γνωστό ότι ο ισχυρός άνδρας της Ρωσίας χρησιμοποιεί τις μεγάλες κρατικές εταιρίες ως εργαλεία άσκησης πολιτικής, ενώ παράλληλα τις "αρμέγει" για παράλληλα projects, τα οποία δεν μπορούν να λάβουν χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτές οι εταιρίες λειτουργούν περισσότερο υπό το καθεστώς της διαφθοράς και των μαύρων ταμείων παρά σαν επιχειρήσεις. Ως εκ τούτου οι αγορές δεν θα έβλεπαν την Rosneft ως μια ασφαλή επένδυση.

    Σύμφωνα με τον Ρώσο ΥΠΟΙΚ, Anton Siluanov, η κυβέρνηση της χώρας του θέλει τουλάχιστον 500 δισεκατομμύρια ρούβλια (6,68 δισ. δολάρια) για το 19,5% της Rosneft, ενώ παράλληλα δεν έχει καμία διάθεση να απεμπολήσει τον έλεγχο της εταιρίας (καθώς ακόμα και μετά την πώληση, θα της ανήκει το 50% συν μια μετοχή). Η συνολική αξία της εταιρίας σε αυτή την περίπτωση θα ανέρθει στα 34 δισεκατομμύρια δολάρια. Δεν θεωρείται εξωφρενική τιμή, αλλά η κατάσταση είναι δύσκολη λόγω της συνεχούς υποχώρησης των τιμών του πετρελαίου- γεγονός που κάνει ακόμα δυσκολότερη την εξεύρεση αγοραστών. Η ΒΡ, η οποία τώρα κατέχει το 19,85% της Rοsneft, δεν είναι ιδιαίτερα ικανοποιημένη με την προοπτική της πώλησης, καθώς η επιβολή των οικονομικών κυρώσεων και η αποπληρωμή των χρεών, έχουν αναγκάσει την ρωσική εταιρία να αποσυρθεί από αρκετά μεγάλα projects.

    Και η τιμή της Saudi Aramco, πιθανώς να αντιμετωπίσει προβλήματα, καθώς υπάρχει η αντίληψη ότι η εταιρία βρίσκεται πολύ κοντά σε μια απρόβλεπτη κυβέρνηση. Η Σαουδική Αραβία διεξάγει έναν πόλεμο στην Υεμένη, είναι αναμιγμένη στην Συρία, τη ώρα που αυξάνονται οι εντάσεις με τον μέγα αντίπαλο της στην περιοχή, το Ιράν. Οι επενδυτές πιθανώς να δυσκολευτούν να αποτιμήσουν την εταιρία, κάτω από αυτές τις συνθήκες. Παράλληλα, οι ηγέτες της χώρας ίσως να θέλουν να πουλήσουν τις μετοχές της Saudi Aramco, με πολλαπλάσιο κέρδος- ανάλογο με αυτό της Σαουδικής χρηματαγοράς, γύρω στο 14%, το οποίο θα ήταν υψηλό ακόμα και για τον Dow Jones Industrial Average. 

    Ο δείκτης Tadawul που παρακολουθεί τις μετοχές της Σαουδικής Αραβίας, είχε την ίδια άσχημη εξέλιξη, όπως ο αντίστοιχος RTS της Ρωσίας

    Η αγορά μετοχών της Σαουδικής Αραβίας παρόλα αυτά, έχει μεγαλύτερα προβλήματα από την ρώσικη. Οι ξένοι επενδυτές έχουν περιορισμένη πρόσβαση από τον Ιούνιο του 2015- και αναφερόμαστε σε μεγάλους θεσμικούς επενδυτές. Η κυβέρνηση της χώρας χρειάστηκε την βοήθεια τους για να περιορίσει την μεταβλητότητα: Η αγορά εξαρτάται από τοπικούς μικροεπενδυτές, οι οποίοι συχνά έχουν άγνοια ακόμα και των βασικών αρχών της. Ο Tadawul το 2006 καταποντίστηκε και έκτοτε δεν έχει πλήρως επανέλθει, ενώ το ενδιαφέρον των επενδυτών παραμένει χλιαρό, εξαιτίας των αποτιμήσεων που παραμένουν ακόμα και τώρα υψηλές.

    Ακόμα και αν η διάθεση των μετοχών της Saudi Aramco λάβει τόπο εκτός της Σαουδικής Αραβίας, η εταιρία θα τελεί υπό αυστηρότατο κυβερνητικό έλεγχο στο management της.

    Η αγορά μετοχών σε εταιρίες αυτού του είδους, κατά κύριο στόχο αποτελεί ένα ποντάρισμα στην αναβίωση της πετρελαϊκής αγοράς, όπου τόσο η Rosneft, όσο και η Saudi Aramco, συνεχίζουν να πλημυρίζουν με πετρέλαιο την αγορά, καθώς οι κυβερνήσεις τους χρειάζονται τα έσοδα, ασχέτως των διεθνών τιμών. Επίσης σημαίνει και ένα ποντάρισμα στην γεωπολιτική επιτυχία του Putin και του βασιλιά Salman. Αυτή είναι μια επενδυτική πρόταση που ακόμα και οι insiders επενδυτές θα την έβρισκαν τρομακτική το 2016.

     

    Διαβάστε ακόμα για:

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ