Του Almut Moller
Υπήρξε μια διαμάχη μεταξύ των χωρών της ΕΕ για τον όρο "μεταρρύθμιση της ΕΕ", για κάποιο διάστημα. Για μια χώρα εντός της ευρωζώνης όπως η Γερμανία, τα βασικά ζητήματα της μεταρρυθμιστικής ατζέντας συνδέονται σαφώς με την ενίσχυση της διακυβέρνησης της ευρωζώνης και με πολιτικές για να μπουν ξανά οι οικονομίες της ΕΕ σε τροχιά ανάπτυξης. Όταν η γερμανική κυβέρνηση μιλάει για μεταρρύθμιση της ΕΕ αυτές τις ημέρες, οι κύκλοι πολιτικής αντιλαμβάνονται ότι η Γερμανία μιλάει για την οικονομία. Αυτό αποτελεί αλλαγή σε σχέση με μόλις πριν από λίγα χρόνια, όταν "μεταρρύθμιση της ΕΕ" σήμαινε κάτι αρκετά διαφορετικό στο γερμανικό πλαίσιο. Μέχρι την Συνθήκη της Λισσαβόνας το 2009, η μεταρρύθμιση της ΕΕ έφερνε στο μυαλό μακρές νύχτες διαπραγματεύσεων, διακυβερνητικές διασκέψεις και μεταρρύθμιση της συνθήκης. Με άλλα λόγια, διαδικασία περισσότερο παρά ουσία. Τώρα το σενάριο είναι μάλλον διαφορετικό, και περιττό να πούμε, οι Γερμανοί φορείς χάραξης πολιτικής ισχυρίζονται ότι πάντα ηγούνται της μεταρρύθμισης της ΕΕ και ότι θα συνεχίσουν να το κάνουν.
Η Βρετανία ήταν επίσης μεταξύ των πιο ενεργών χωρών στον διάλογο για την μεταρρύθμιση τελευταίως. Προερχόμενη από μια πιο δύσκολη θέση της αύξησης της περιθωριοποίησης στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, και δύσκολα αντιληπτή στον πυρήνα του διαλόγου για τις μεταρρυθμίσεις, Βρετανοί αξιωματούχοι ξεκίνησαν μια φιλόδοξη αποστολή το 2012. Με την έναρξη της αξιολόγησης της ισορροπίας των αρμοδιοτήτων, η βρετανική κυβέρνηση ξεκίνησε να χαρτογραφεί εν δυνάμει τομείς μεταρρυθμίσεων. Ο στόχος αυτής της αποστολής (που τέθηκε υπόψη κυβερνήσεων, think tanks και της ευρύτερης κοινής γνώμης ανά την ΕΕ), δεν ήταν κάτι λιγότερο από την διείσδυση στην καρδιά του διαλόγου μεταρρυθμίσεων στην ΕΕ. Όπως η Γερμανία, η βρετανική κυβέρνηση θεωρεί τον εαυτό της ως μεγάλο οδηγό της μεταρρύθμισης στην ΕΕ. Τελευταίως, τα ρεφορμιστικά συνθήματα έχουν αφθονήσει, με τακτικές αναφορές στην "ανταγωνιστικότητα", στην "μεγαλύτερη ευελιξία", σε μια αντιστροφή της λογικής για μια "ακόμη πιο στενή ένωση", καθώς και την προστασία του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας του Ηνωμένου Βασιλείου.
Αυτές οι διαφορετικές έννοιες της μεταρρύθμισης, δημιουργούν πολλές ευκαιρίες για παρεξηγήσεις μεταξύ του Βερολίνου και του Λονδίνου. Αυτό ωστόσο, έχει σε μεγάλο βαθμό αγνοηθεί από τους Βρετανούς αξιωματούχους (και ίσως και από τους Γερμανούς), από τη στιγμή που στην επιφάνεια, τα περισσότερα από τα βρετανικά αιτήματα φαίνεται να έχουν κάπως απήχηση στο Βερολίνο.
Οι θέσεις του Βερολίνου σε σχέση με την ατζέντα επαναδιαπραγμάτευσης της Βρετανίας και τις προετοιμασίες για ένα δημοψήφισμα, ήταν γενικά συνεπείς τα τελευταία χρόνια. Η προσέγγιση της Γερμανίας ήταν σε μεγάλο βαθμό "να ακούσουμε και να δούμε που μπορεί να είναι χρήσιμες", από τη στιγμή που το Ηνωμένο Βασίλειο υπονομεύει τις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ και σέβεται την ανάγκη για μια συνολική αίσθηση συνοχής εντός της Ένωσης. Η Γερμανία έχει ισχυρό συμφέρον να διατηρήσει την Βρετανία εντός, κάτι που εξηγεί γιατί έχει αποδείξει (σε αρκετές περιπτώσεις) ότι ήταν πρόθυμη να εξετάσει τομείς συνεργασίας εάν το Ηνωμένο Βασίλειο ανοίξει τα χαρτιά του στο τραπέζι. Οι επισκέψεις της Angela Merkel στο Ηνωμένο Βασίλειο το τελευταίο έτος ήταν μια ορατή απόδειξη αυτής της δέσμευσης, όπως ήταν και ο συνεχής διάλογος μεταξύ των υπουργών Οικονομικών, Wolfgang Schaeuble και George Osborne, με την πιο πρόσφατη συνάντησή τους στο Βερολίνο αυτό τον μήνα.
Στην επιφάνεια, τα πράγματα φαίνονται μια χαρά. Το Βερολίνο έχει ισχυρό συμφέρον στο να διευθετήσει ο David Cameron την εσωτερική συζήτηση στη Βρετανία για την Ευρώπη, μέσω του δημοψηφίσματος. Εάν επρόκειτο να έρθει ένα πακέτο διαπραγμάτευσης στους επόμενους μήνες (το σχέδιο να φέρει το ζήτημα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Δεκέμβριο, φαίνεται μάλλον φιλόδοξο στο Βερολίνο), η Γερμανία θα ήταν απίθανο να εγείρει αμφιβολίες για την έκταση και το περιεχόμενο οποιασδήποτε συμφωνίας. Θα υπάρξουν ελπίδες ότι η βρετανική κυβέρνηση μπορεί να πετύχει και να μιλήσει πειστικά στον λαό της για τη σημασία της χώρας και την επιρροή στην Ένωση. Ωστόσο, πίσω από τις κλειστές πόρτες οι φορείς χάραξης πολιτικής ίσως θα απευθύνουν το ερώτημα του εάν οποιοδήποτε τέτοιο πακέτο θα είναι αρκετό για να κερδίσει ο Cameron ένα δημοψήφισμα. Θα πιστέψουν στα αλήθεια οι Βρετανοί ότι έχουν λόγο στις μεγάλες διαμάχες της πολιτικής της ΕΕ στην εποχή μας;
Για το Βερολίνο, τα μεγάλα μεταρρυθμιστικά ζητήματα βρίσκονται αλλού, και είναι τεράστια. Στην κορυφή της ατζέντας είναι η μελλοντική διακυβέρνηση της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης, και τελευταία, η μεγάλη πρόκληση που θέτει η μετανάστευση. Ενάντια στο τρομακτικό σκηνικό αυτών των δύο ζητημάτων -που και τα δύο έχουν μια ισχυρή ευρωπαϊκή διάσταση- η βρετανική μεταρρυθμιστική ατζέντα πρέπει να μοιάζει μάλλον αφελής στη γερμανική κυβέρνηση. Το ερώτημα είναι: οι πολιτικοί και οι αξιωματούχοι, το καθιστούν αυτό σαφές στο Λονδίνο, και είναι το Λονδίνο δεκτικό σε τέτοιες ευρύτερες αντιλήψεις;
Απλώς φανταστείτε την κατάσταση όταν ο David Cameron προσκάλεσε την Angela Merkel νωρίτερα αυτό το φθινόπωρο. Θα έχει εξηγήσει την υπό εξέλιξη βρετανική ατζέντα για τις διαπραγματεύσεις, και ίσως θα έχει οδηγηθεί σε ορισμένα πιο συγκεκριμένα παραδείγματα, όπως, τον περιορισμό των φορολογικών πιστώσεων για τους πολίτες της ΕΕ (ζητήματα που οι αξιωματούχοι του ετοιμάζονται να θέσουν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για διαβούλευση). Θα μπορούσε η Angela Merkel να ανταποκριθεί σε αυτό; Μήπως υπέθεσε ότι η βρετανική ατζέντα είναι μάλλον ασήμαντη σε σχέση με την γερμανική αποστολή του να κρατήσει την ευρωζώνη ζωντανή και να διατηρήσει την ευημερία και την ασφάλεια των πολιτών και στις 19 χώρες της; Μήπως άφησε να εννοηθεί ότι διευθέτησε εν δυνάμει εκρηκτικές ερωτήσεις για την γερμανική κοινή γνώμη (δηλαδή την κατάχρηση των κοινωνικών υπηρεσιών) με ήρεμο τρόπο και μεταξύ των "μεγάλων πραγμάτων”;
Ίσως η Γερμανίδα Καγκελάριος υπέδειξε ευγενικά στον πρωθυπουργό, ότι έχει και αυτή διάλογο στο εσωτερικό, και ότι τα πράγματα δεν φαίνονται καλά για αυτήν με την αυξημένη πίεση από την μετανάστευση; Μήπως, ως εκ τούτου, είπε οτιδήποτε για τον θόρυβο που έχει κάνει το Ηνωμένο Βασίλειο, επιτρέποντας την είσοδο 20.000 Σύριων προσφύγων στην χώρα, μέσα σε διάστημα πέντε ετών, όταν ο αριθμός των προσφύγων που μπαίνουν στην Γερμανία σε μία μόνο ημέρα, έχει ξεπεράσει αυτό το επίπεδο πρόσφατα; Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι το ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο των προκλήσεων της ηπειρωτικής Ευρώπης δεν θα υφίσταται στις διμερείς συναντήσεις αναφορικά με την "διαπραγμάτευση” για τις ευρωπαϊκές μεταρρυθμίσεις στην ΕΕ. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτά τα ερωτήματα είναι ξεκάθαρα στο μυαλό πολιτικών και αξιωματούχων στην Γερμανία. Είναι πιθανό ότι θα επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο εκλαμβάνεται η βρετανική ατζέντα και που ίσως θα έχει επίδραση στην προθυμία της Γερμανίας να φέρει κάτι στο τραπέζι. Αλλά είναι αυτό το μήνυμα που περνάει στους Βρετανούς ομολόγους;.
Ο πρωθυπουργός David Cameron στέλνει την επιστολή του στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αυτή την εβδομάδα, στην οποία (επιστολή) παραθέτει τα μεταρρυθμιστικά αιτήματα του Ηνωμένου Βασιλείου. Όλο αυτό το διάστημα η Angela Merkel αγωνίζεται για την δική της πολιτική επιβίωση, με την πίεση της μετανάστευσης στο εσωτερικό, και τον αγώνα για να κερδίσει μια χείρα βοηθείας από τους εταίρους της Ευρωπαίους.
Σε αυτή ακριβώς την στιγμή έχει γίνει εντυπωσιακά σαφές ότι οι ατζέντες της Γερμανίας και της Βρετανίας για την ΕΕ, είναι πολύ μακριά. Ενώ και στις δύο χώρες θέλουν να πιστεύουν ότι ακόμη παίζουν στο ίδιο γήπεδο, αυτό που θα δούμε στην πραγματικότητα είναι πως και οι δύο έχουν αρχίσει να παίζουν εντελώς διαφορετικα παιχνίδια.
Μπορείτε να δείτε το κειμενο εδώ: http://www.ecfr.eu/article/commentary_the_british_german_misunderstanding4091