Παρασκευή, 16-Σεπ-2016 10:31
Το Βερολίνο τρέχει να τραβήξει το φρένο
Του Κώστα Ράπτη
"Πρέπει να αλλάξουν πολλά για να μην αλλάξει τίποτε”. Η εμβληματική αυτή φράση από τον "Γατόπαρδο” του Tommasi di Lampedusa περιγράφει το πνεύμα με το οποίο η γερμανική αντιπροσωπεία προσέρχεται στην άτυπη σύνοδο κορυφής των "27” στην Μπρατισλάβα – πρώτο σταθμό του μεγάλου brainstorming για το μέλλον της Ε.Ε. το οποίο αναπόφευκτα κινητοποιεί η ψήφος των Βρετανών υπέρ του Brexit τον περασμένο Ιούνιο.
Σε μία συγκυρία κατά την οποίο ο λόγος περί κρίσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι του συρμού και οι Ευρωπαίοι ιθύνοντες τονίζουν (με χαρακτηριστικότερη την ομιλία του Mario Draghi στο Τρέντο) την ανάγκη αλλαγής πορείας, το Βερολίνο για άλλη μία φορά παίζει παιχνίδι καθυστερήσεων. Το πλήθος των ιδεών που κυκλοφορούν στη δημόσια συζήτηση απλώς συγκαλύπτει την απουσία κεντρικής κατεύθυνσης.
Είναι η λύση ένα τολμηρότερο βήμα εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης όπως μοιάζει να προτείνουν οι χώρες του Νότου με τη συνηγορία του φιλόδοξου Jean-Claude Juncker; Ή μήπως είναι ο επαναπατρισμός δικαιοδοσιών στα εθνικά κοινοβούλια, όπως ζητούν οι χώρες της Ομάδας Visegrad, βρίσκοντας τη συνηγορία του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Donald Tusk; Ή ακόμη και ο συνδυασμός των ανωτέρω σε μία απροσχημάτιστη προώθηση της "Ευρώπης των δύο ταχυτήτων”;
Η δρομολογημένη έξοδος της Βρετανίας αφαιρεί το σημαντικότερο έως τώρα επιχείρημα υπέρ της διατήρησης της υφιστάμενης ισορροπίας, προκειμένου να μην αντιδράσει το Λονδίνο. Η Angela Merkel προσβλέπει πλέον στις ανατολικοευρωπαϊκές και βορειοευρωπαϊκές χώρες ως αντίβαρο στους "επισπεύδοντες”. Πρόκειται όμως για προβληματική σύμπραξη στον βαθμό λ.χ. που η ομάδα Visegrad διατυπώνει θέσεις στο προσφυγικό (και στο θέμα των σχέσεων με τη Ρωσία) οι οποίες αποκλίνουν από τα γερμανικά συμφέροντα.
Στη συνάντηση της Πέμπτης στο Παρίσι με τον Francois Hollande η καγκελάριος είχε ασφαλώς την ευκαιρία να διερευνήσει τον βαθμό προσχώρησης του Παρισιού στο οιονεί μέτωπο που εμφανίσθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα. Το γεγονός ότι ο Γάλλος πρόεδρος τελεί σε πολιτική αποδρομή οπωσδήποτε δεν διευκολύνει τους σχεδιασμούς, ούτε όμως και το ότι οι κεντροδεξιοί επίδοξοι διάδοχοί του έχουν δικές τους ιδέες για δημοσιονομική προσαρμογή της Γαλλίας με χαλαρότερους ρυθμούς.
Εξ ού και το θέμα της ασφάλειας αναγορεύεται αίφνης σε κορυφαίο της ατζέντας: πρόκειται για μια μετάθεση της συζήτησης σε ένα πεδίο προσφιλές τόσο στους Ανατολικοευρωπαίους όσο και στη Γαλλία (ως μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στην Ε.Ε.), που όμως δεν απαντά στο καταλυτικό πρόβλημα της δημοκρατικής νομιμοποίησης και του περιεχομένου των εφαρμοζόμενων πολιτικών.
Εξ ού και η γερμανική διπλωματία προειδοποιεί (λ.χ. δια στόματος του υφυπουργού Εξωτερικών Michael Rot στην Αθήνα) να "μην υπερεκτιμηθεί η Σύνοδος της Μπρατισλάβα”, ενώ κατά τα λοιπά τα κράτη-μέλη καλούνται με έναν λόγο αόριστα ενοχοποιητικό να αποδείξουν την μεταρρυθμιστική προσήλωσή τους.
Ο λόγος για τον οποίο η Γερμανία "πατά φρένο” υποτίθεται ότι έχει να κάνει με τη λεπτή εσωτερική της συγκυρία ενόψει των ομοσπονδιακών βουλευτικών εκλογών του Σεπτεμβρίου 2017 – μετά τις οποίες δικαιούται να αναμένει κανείς τολμηρότερες πρωτοβουλίες στο ευρωπαϊκό πεδίο.
Ωστόσο, η "ηρεμία” η οποία θα πρέπει να επικρατήσει έως τότε δεν μπορεί να εξασφαλιστεί κατά παραγγελίαν: οι περιορισμένες πολιτικές και κοινωνικές αντοχές αρκετών από τους εταίρους (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία) πιθανότατα επιφυλάσσουν εκπλήξεις. Επιπλέον, οι επίφοβοι "λαϊκισμοί” δεν είναι πλέον κάτι που η Γερμανία παρατηρεί απ' έξω: η ανάδυση της "Εναλλακτικής για τη Γερμανία” περιορίζει ακόμη και την όποια κινητικότητα το Βερολίνο ήταν ήδη πρόθυμο να επιδείξει.
Κυρίως, όμως, η εξαγορά χρόνου δεν είναι διόλου βέβαιο ότι αποτελεί για τη Γερμανία συγκυριακή επιλογή και δεν έχει περισσότερο στρατηγικά χαρακτηριστικά: οτιδήποτε άλλο παραπέμπει στην προοπτική της "μεταβιβαστικής ένωσης” και της περαιτέρω εκχώρησης γερμανικής εθνικής κυριαρχίας που δεν γίνεται δεκτή από καμία πτέρυγα του πολιτικού φάσματος στο Βερολίνο. Κάθε συζήτηση περί του μέλλοντος της Ε.Ε. διαρκώς θα προσκρούει σε αυτό.