Του Κώστα Μήλα
"Κλείσαμε" επιτέλους την αξιολόγηση και θέλουμε να πιστεύουμε ότι η μεγάλη "επιστροφή" στις αγορές έλαβε χώρα. Δεν πρέπει να το παρακάνουμε με πανηγυρισμούς. Η αξιολόγηση έκλεισε έως ότου ακολουθήσουν νεώτερες και εξίσου βασανιστικές αξιολογήσεις καθώς η Ελλάδα παραμένει υπό συνεχή εποπτεία. Αλλά και η επιστροφή στις αγορές ήταν μάλλον αποκαρδιωτική: Παρά το θετικό της επιστροφής, το βασικό μήνυμα που λάβαμε από αυτές ήταν να μην (βιαστούμε να) ξαναβγούμε σύντομα! Εξηγούμαι πάραυτα:
1. Το spread που διαμορφώθηκε για το ελληνικό 5ετές ομόλογο, την ημέρα της έκδοσης, ήταν στο 4,77% (4,625% μείον το (αρνητικό) επιτόκιο -0,145% του αντίστοιχου γερμανικού 5ετούς). Ήταν δηλαδή σαφώς υψηλότερο από το spread 4,37% του Απριλίου 2014 όταν η κυβέρνηση Σαμαρά επιχείρησε (και εκείνη) ανάλογη (μετά βαΐων και κλάδων) έξοδο.
2. Πριν από την επιστροφή μας στις αγορές, το spread έναντι του 10ετούς γερμανικού ομολόγου ευρίσκετο στο 4,75%. Όμως, αυτό αυξήθηκε στο 5,16% σήμερα. Και τούτο παρά τα θετικά νέα της αναβάθμισης της πιστοληπτικής μας ικανότητας από την Fitch!
Τι μας λένε τα παραπάνω; Οι αγορές διαθέτουν μνήμη ελέφαντα. Θυμήθηκαν το κόστος δανεισμού επί Σαμάρα (το 4,95% δηλαδή) και τις δηλώσεις Τσίπρα ότι εμείς θα παίζουμε νταούλια και εκείνες θα χορεύουν, και... πρόλαβαν και μας χόρεψαν (δηλαδή μας τιμώρησαν) αυτές. Επιπλέον, εξακολουθούν να μας χορεύουν και σήμερα καθώς το ελληνικό spread έχει πάρει ανηφόρα μετά την επιτυχημένη επιστροφή μας στις αγορές.
Η αλήθεια λοιπόν είναι ότι θα επιστρέψουμε στις αγορές με χαμηλό κόστος δανεισμού μόνο εαν (και εφόσον) κάνουμε τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και εξαλείψουμε από μόνοι μας το καλούμενο πολιτικό ρίσκο το οποίο συνίσταται στον ατέρμονο "πόλεμο" μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης σε όλα τα "μέτωπα" της καθημερινότητας.
Πράγματι, οι διεθνείς επενδυτές κάθε άλλο παρά αφελείς είναι. Από την μία πλευρά, γνωρίζουν ότι ο δείκτης κυβερνητικής αποτελεσματικότητας (από την βάση δεδομένων της World Bank) μας κατατάσσει (μεταξύ 215 χωρών) πολύ χαμηλότερα από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Περιφέρειας ως προς την δυνατότητα μας να αντιμετωπίζουμε με φιλικό τρόπο όσους (αδαείς;) φέρονται διατεθειμένοι να επενδύσουν τα κεφάλαια τους στην Ελλάδα.
Από την άλλη πλευρά, οι διεθνείς επενδυτές έχουν καταλάβει ότι τα εξωφρενικά πρωτογενή πλεονάσματα (του 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 αλλά και του 2% του ΑΕΠ για 40 έτη μετά) που μας "επιβλήθηκαν" από την Τρόικα, καταδεικνύουν ένα απλούστατο πράγμα το όποιο οι κκ. Τσίπρας/Μητσοτάκης δεν έχουν αντιληφθεί. ´Οτι δηλαδή, οι δανειστές μας δεν εμπιστεύονται ούτε την σημερινή ελληνική κυβέρνηση αλλά ούτε και τις επόμενες ελληνικές κυβερνήσεις σε βάθος τεσσαρακονταετίας.
Συνεπώς, προκειμένου να μας (ξανα)εμπιστευθούν οι διεθνείς αγορές, θα πρέπει να προχωρήσουμε στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις (κάτι για το οποίο ευθυνόμαστε εμείς) και, παράλληλα να επιτύχουμε μια συμφωνία μείωσης του χρέους (κάτι το οποίο βρίσκεται βέβαια στα χέρια των άλλων). Τότε, και μόνο τότε, οι αγορές θα μειώσουν το premium που απαιτούν για τα ελληνικά ομόλογα.
Χωρίς λοιπόν τα παραπάνω "προαπαιτούμενα", όσες φορές και εάν επιχειρούμε (ηρωική) έξοδο στις αγορές, άλλες τόσες φορές θα εισπράτουμε κόστος δανεισμού ανάλογο (ή ακόμα χειρότερο) από εκείνο με το οποίο μας δανείζουν οι αγορές σήμερα...
* Ο κ. Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής και Πρόεδρος του Ερευνητικού Τομέα στο Τμήμα Οικονομικών, Χρηματοοικονομικών και Λογιστικής, University of Liverpool