Η πρόταση του ΔΝΤ για αναμόρφωση του ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων

Πέμπτη, 08-Σεπ-2022 00:03

Του Γιώργου Μανάλη 

Η χωρίς προηγούμενο ενεργειακή κρίση έχει υποχρεώσει τις ανά την Ευρώπη κυβερνήσεις να δαπανήσουν σημαντικά ποσά για την προστασία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων από την ραγδαία αύξηση του ενεργειακού κόστους. Οι δαπάνες αυτές έρχονται να προστεθούν στην σημαντική επέκταση των δημοσίων δαπανών για την αντιμετώπιση της πανδημικής κρίσης. Οι απανωτές κρίσεις λοιπόν έχουν μεγεθύνει τα ελλείμματα στους κρατικούς προϋπολογισμούς καθιστώντας την αναζήτηση λύσης για την αναμόρφωση του δημοσιονομικού πλαισίου στην Ευρώπη επιτακτική. Η τελευταία προσθήκη στη συζήτηση για τη μορφή που πρέπει να πάρει το νέο πλαίσιο, έρχεται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υπό τη μορφή δοκιμίου εργασίας.

H πρόταση του ΔΝΤ για την αναβάθμιση του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου αναγνωρίζει και επιχειρεί να διορθώσει τις αδυναμίες του παρόντος μοντέλου, σύμφωνα πάντα με τους συγγραφείς της έρευνας. Συγκεκριμένα αναφέρονται στους τρεις βασικούς στόχους στους οποίους απέτυχε το υπάρχον πλαίσιο κατά την πρόσφατη ευρωπαϊκή εμπειρία. Πρώτόν απέτυχε στον περιορισμό της διάδοσης των δημοσιονομικών κινδύνων ανάμεσα στα κράτη μέλη. Είναι αλήθεια πως κατά την κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, αναταράξεις σε μεμονωμένες χώρες της Ευρωζώνης ξεπέρασαν τα εθνικά όρια και ενείχαν συνέπειες για περισσότερα κράτη μέλη. Δεύτερον, απέτυχε να εξυπηρετήσει ταυτόχρονα τη στόχευση για σταθεροποίηση των οικονομιών οι οποίες διέρχονταν κρίση και τον περιορισμό του δημοσιονομικού ρίσκου. Η αδυναμία αυτή του παρόντος μοντέλου οφείλεται στους αυστηρούς κανόνες για περιορισμένα ελλείμματα (μικρότερα του 3%) κατά τις περιόδους ύφεσης, ενώ την ίδια στιγμή δε θέτει κανένα περιορισμό στις δημόσιες δαπάνες κατά τις περιόδους ανάπτυξης. Κατά αυτόν τον τρόπο, σε περιόδους κρίσεις, όπου ενδεχομένως η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική είναι απαραίτητη, το πλαίσιο καθίσταται εξαιρετικά περιοριστικό. Τρίτον, δε διαθέτει την απαραίτητη εργαλειοθήκη για τη μακροοικονομική σταθερότητα σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Κατά την προηγούμενη, μακρά περίοδο των χαμηλών επιτοκίων όπου η δυνατότητα της νομισματικής πολιτικής ήταν ουσιαστικά περιορισμένη, δεν υπήρχε κάποια θεσμική δυνατότητα δημοσιονομικής παρέμβασης.

Σε απάντηση, λοιπόν, αυτών των προβλημάτων, οι συγγραφείς δομούν την πρόταση τους για το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο πάνω σε τρεις συγκεκριμένους πυλώνες:

(α) Δημοσιονομικοί κανόνες σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, η επιβολή των οποίων θα εξαρτάται από την αξιολόγηση των δημοσιονομικών κινδύνων που αντιμετωπίζει κάθε χώρα. Ουσιαστικά η πρόταση διατηρεί το ανώτατο όριο για τα δημοσιονομικά ελλείμματα στο 3% και το 60% ως το ανώτατο όριο λόγου δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ. Παρά το γεγονός πως αυτοί οι κανόνες έχουν ξεπεραστεί από πολλές και μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης, αποδεικνύεται πως η αλλαγή τους είναι εξαιρετικά δύσκολη αφού θα πρέπει να αλλάξει και η Συνθήκη. Η διαφορά της πρότασης με το παρόν μοντέλο είναι πως η αξιολόγηση των δημοσιονομικών κινδύνων για κάθε οικονομία, θα γίνεται βάσει κοινών προτύπων και μεθοδολογιών και θα συντονίζεται από ένα νέο, ανεξάρτητο Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο (European Fiscal Council). Προβλέπεται επίσης πως κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, οι χώρες που δεν διατρέχουν κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού θα πρέπει να ενισχύουν μερικώς τα αποθεματικά τους ώστε να προετοιμάζονται για ενδεχόμενες κρίσεις.

(β) Εθνικά δημοσιονομικά συμβούλια (National Fiscal Councils). Κατά τους συγγραφείς ένα βασικός λόγος αποτυχίας του παρόντος πλαισίου ήταν η ασθενής υιοθέτηση των κανόνων σε εθνικό επίπεδο. Προτείνεται λοιπόν η αναβάθμιση του ρόλου των εθνικών δημοσιονομικών συμβουλίων τα οποία θα έχουν εκτεταμένες ευθύνες όπως την κατάρτιση του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού πλάνου, την αξιολόγηση της ασφάλειας του δημοσίου χρέους καθώς και των κυβερνητικών πολιτικών, πάντα υπό τις οδηγίες και την επίβλεψη του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου.

(γ) Ανάπτυξη της δημοσιονομικής ικανότητας της ΕΕ: ο πυλώνας αυτός προβλέπει την έκδοση κοινού ευρωπαϊκού χρέους ώστε να χρηματοδοτείται η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική από μέρους της ΕΕ σε περιπτώσεις κρίσεων, καθώς και η παροχή δημοσίων αγαθών. Το σημείο αυτό της πρότασης εμπνέεται από ήδη υπάρχοντες μηχανισμούς όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας καθώς και από την ανάγκη χάραξης μιας κοινής ενεργειακής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Το σχέδιο του ΔΝΤ μοιράζεται αρκετά κοινά στοιχεία με άλλες προτάσεις (βλ. προηγούμενα άρθρα 1, 2). Για παράδειγμα, η πρόταση για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους για κάθε χώρα να γίνεται χρησιμοποιώντας κοινά πρότυπα και εργαλεία όπως η "στοχαστική ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους” (DSA) είναι κάτι που έχει προταθεί από πολλές πλευρές και μάλιστα αποτελεί ένα εύκολα εφαρμόσιμο μέτρο. Ωστόσο τα τελικά κριτήρια παραμένουν τα ίδια (ελλείμματα μικρότερα του 3% και λόγος χρέους/ΑΕΠ μικρότερος του 60%) περιορίζοντας σημαντικά τη δυνατότητα εθνικής διαχείρισης των δημοσιονομικών, ειδικότερα σε περιόδους κρίσης. Το πιο φιλόδοξο όμως σημείο του σχεδίου είναι η ανάπτυξη της δημοσιονομικής ικανότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κάτι που αποτελεί ένα σημείο προστριβών μεταξύ των κρατών μελών και όποια πρόταση προς αυτή την κατεύθυνση έχει πέσει στο κενό. Η εμπειρία όμως που θα προσφέρει το εγχείρημα του NextGeneration EU στα πλαίσια του οποίου και το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα είναι σημαντική για την προώθηση ενός μόνιμου μηχανισμού, δημοσιονομικου χαρακτήρα.

Μερικά σημεία των σχεδίων που έχουν κατατεθεί στο δημόσιο διάλογο είναι εύκολα εφαρμόσιμα και θα βελτίωναν σημαντικά το πλαίσιο λειτουργίας και την εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων στην Ευρώπη. Η κύρια όμως ανησυχία αφορά τους κανόνες που δεν αλλάζουν εύκολα με αποτέλεσμα να κληρονομούνται σε κάθε νέα πρόταση για αναμόρφωση του πλαισίου, υπονομεύοντας ουσιαστικά την κύρια στόχευση τους. Έτσι κινδυνεύει η ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική αντί να αναμορφώσει ένα πλαίσιο το οποίο έχει αποδειχτεί ανεπαρκές, να διαιωνίσει τις αδυναμίες του σε ένα κατ’ επίφαση νέο σχέδιο.

* Ο κ. Γιώργος Μανάλης είναι Μεταδιδακτορικός Ερευνητής, Υπότροφος της Ερευνητικής Έδρας Α. Γ. Λεβέντη, Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)