Ζυγαριά, εσένα έχω στην καρδιά

Δευτέρα, 19-Μαϊ-2025 00:05

Του Χρήστου Χωμενίδη

Πώς θα έδειχνα την παρακμή, την απελπισία της Δύσης; Με δύο εικόνες. 

Η μία θα ξεχείλιζε από χονδρούς ανθρώπους πάσης ηλικίας. Εθισμένους στο αλεύρι, στα λίπη, στη ζάχαρη, παραιτημένους από τη φιλοδοξία να μειώσουν το βάρος τους ή ακόμα και περήφανους για το υπερχειλίζον σώμα τους - σήμερα το ονομάζουν σεβασμό στη διαφορετικότητα και αναθεματίζουν ως χονδροφοβικό όποιον δεν τους θαυμάζει. Κάποτε έλεγαν απλώς "τα πάχη μου, τα κάλλη μου". Οι χανούμ μπουρέκ της λάγνας κάποτε Ανατολής και τα αγγελούδια στους αναγεννησιακούς πίνακες ήταν πιο εύσαρκα -και πιο χαρούμενα- από τα σημερινά "plus size” μοντέλα…

Στην άλλη εικόνα θα πόζαραν οι αδύνατοι. Οι φανατικά fit. Όσοι συχνάζουν καθημερινά στα γυμναστήρια ή καταβροχθίζουν χιλιόμετρα στα πάρκα, με ακουστικά στα αυτιά, με έξυπνα ρολόγια που μετρούν παλμούς και καιόμενες θερμίδες. Όσοι ελέγχουν σχολαστικά τη διατροφή τους, θορυβούνται άπαξ και πάρουν πεντακόσια γραμμάρια, μικραίνουν περαιτέρω τη μερίδα του βραστού κοτόπουλου, ρίχνουν βλέμματα μίσους στον καθρέφτη, ο τρόμος του πάχους καταντάει εμμονή και κινδυνεύει να οδηγήσει -στις νεότερες ιδίως ηλικίες- στη νευρική ανορεξία.

Η πρώτη κατηγορία είναι σαφώς πολυπληθέστερη. Στις ΗΠΑ οι παχύσαρκοι και οι υπέρβαροι έφτασαν το 2018 στο 74%. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το 2021, στο 65%. Σε μια λαϊκή πλαζ στην Κρήτη, πρόπερσι, όπου κι αν έστρεφα το μάτι έβλεπα παιδάκια -αγοράκια ως επί το πλείστον- που έμοιαζαν με χοιρίδια επί σφαγήν. "Μα γιατί τα μπουκώνουν τόσο;" ρώτησα έναν ντόπιο γιατρό. "Πιστεύουν ότι θα τα πάρουν σε μπόι… Οι λιχουδιές περιπτέρου άλλωστε κάνουν τις γιαγιάδες να φαίνονται καλές…" 

Η κατάσταση έχει αντιστραφεί τις τελευταίες δεκαετίες. Παλιότερα οι οικονομικά ασθενέστεροι ήταν αδύνατοι, μέχρι και ισχνοί. Στις μέρες μας καταναλώνουν βουλιμικά τζανκ φουντ και βουλιάζουν στους καναπέδες παρακολουθώντας αποχαυνωμένοι τηλεόραση και καβγαδίζοντας στα σόσιαλ μίντια. Οι ασφαλιστικές εταιρείες τους αντιμετωπίζουν σαν μιάσματα, αρνούνται να τους υπογράψουν συμβόλαιο. 

Για τους πιο εύπορους υπάρχει πλέον το όζεμπικ. Ή το μουντζάρο. "Πρόκειται για θαυματουργό φάρμακο!" μού το συνταγογράφησε ο Πέτρος Θωμάκος, ο αγαπημένος φίλος και παθολόγος μου. "Με μια ένεση την εβδομάδα, μπορείς να χάσεις έως και 20% του βάρους σου! Άσε που μειώνει το σάκχαρο, την πίεση, τα τριγλυκερίδια!" "Διάβασα όμως ότι αν το κόψεις, ξαναπαχαίνεις ραγδαία…" "Και γιατί να το κόψεις Δεν έχει καταγραφεί καμιά άξια λόγου παρενέργεια. Τσούζει απλώς, προς το παρόν, την τσέπη. Θα εξοικονομήσεις βέβαια από τις ταβέρνες…" "Και θα τρυπιέμαι ισόβια;" Σοβάρεψε. "Έχεις ξεφύγει, καλέ μου! Επαναπαυόσουν αφότου τέλειωσες το σχολείο στο ύψος σου, στο ένα κι ενενήντα σου, και πήρες σε σαράντα χρόνια τριανταπέντε κιλά! Πού θα φτάσεις;" 

Πού θα έφτανα; Είμαι -το ομολογώ- άνθρωπος και των υλικών απολαύσεων. Αν με άφηνες αχαλίνωτο, θα κάπνιζα τέσσερα πακέτα την ημέρα, θα έπινα δυο μπουκάλια κρασιά στην καθισιά μου, θα καταβρόχθιζα σκάφες μακαρόνια, βουνά από τηγανητά κολοκυθάκια. Και τελικά θα έσκαγα. Ο Γαργαντούας που χαϊδεύει ηδονικά την τυλωμένη του κοιλιά, αφήνει γένεια για να κρύψει το διπλο-τριπλοσάγονο, κυκλοφορεί με ριχτές πουκαμίσες, αργότερα και με κελεμπίες, ο ευδαίμων χονδρός είναι το "πριν". Το "μετά"; Ένας βαριά άρρωστος άνθρωπος, εμφραγματίας είτε θύμα εγκεφαλικού, βαριά διαβητικός στην καλύτερη. Τα νερόβραστα γεύματα δεν συνιστούν τιμωρία αλλά, στο χάλι του, σανίδα σωτηρίας… Ο Πέτρος είχε δίκιο. Έπρεπε να δράσω επειγόντως.

"Άσε με να το προσπαθήσω μόνος μου…" τον παρακάλεσα. "Με τον φυσικό τρόπο." "Δηλαδή;" "Θα το ράψω." "Θα τα καταφέρεις;" χαμογέλασε δύσπιστα. "Για να δούμε…"

Το έραψα. Δεν απευθύνθηκα σε διαιτολόγο, δεν το βρήκα αναγκαίο - σάμπως δεν ξέρουμε τι μας παχαίνει; Εξόρισα από τη διατροφή μου το αγαπημένο μου ψωμί -μισή φραντζόλα ήμουν ικανός να μασουλήσω περπατώντας από τον φούρνο μέχρι το σπίτι. Έκοψα μαχαίρι τα τυριά, τα τηγανητά, τα μακαρόνια, τον άμυλο και τους υδατάνθρακες.

Ψευτοχορταίνω πλέον με ψητό κρέας και ψάρι. Τιμώ και με το παραπάνω τις σαλάτες, θεωρώ το αβοκάντο λιχουδιά, τον αλάδωτο τόνο κονσέρβας κολατσιό πρώτης τάξεως. 

Μόνη παρασπονδία που επιτρέπω στον εαυτό μου; Το κρασί. Κι αυτό με κάποιο μέτρο. Έχω την άποψη πως από μια ηλικία και ύστερα, αν διαθέτεις στοιχειώδη νοημοσύνη και ευαισθησία, χρειάζεσαι τον "μάγο αλκοόλ" που λέει και ο Καβάφης για να αντιμετωπίσεις το υπαρξιακό κενό. Την έλλειψη ισχυρού νοήματος στα ανθρώπινα. Κινδυνεύεις αλλιώς να πέσεις στα ψυχοτρόπα χάπια. Ή στους αντιπαθέστατους σε εμένα μπάφους. "Εάν ένοιωθαν οι γύρω μου την προσπάθεια που κάνω για να φαίνομαι φυσιολογικός, θα προσπαθούσαν τουλάχιστον να μου χαμογελάσουν" γράφει ο Καμύ στα ημερολόγιά του. Τον καταλαβαίνω απολύτως.   

Διαιτώμενος έτσι, έχω χάσει μέσα σε τρεις μήνες εννέα κιλά. Και συνεχίζω ακάθεκτος.

Αισθάνομαι απίστευτα ανανεωμένος. Ανασύρω από τα βάθη της ντουλάπας μου ρούχα που η προσπάθεια να τα φορέσω μού έφερνε έως τον Φεβρουάριο ντροπή. Τα σακάκια μου όχι απλώς μού κουμπώνουν, έχουν και τράτο. Δένοντας τη γραβάτα μου, δεν μοιάζω πλέον με γαλοπούλα που πασχίζει να βολέψει τα προγούλια της. Διανύω ελαφρύς και χαμογελαστός τα έξι χιλιόμετρα μου καθημερινά.

Μοναδικό αρνητικό, κατά τη γνώμη μου; Η ψευδαίσθηση πως έχεις καταγάγει κάποιο ανδραγάθημα επειδή περιόρισες το φαγητό. Η αυτοπεποίθηση που σου δίνει η ζώνη όταν κουμπώνει στην τρίτη και όχι στην πρώτη τρύπα. Ο θρίαμβος της θέλησης όχι διά της δημιουργίας ή της προσφοράς αλλά της δίαιτας. Σουλούπωσες το σώμα σου και λοιπόν; Θες μήπως και παράσημο;

Και όμως. Ανεβαίνω κάθε πρωί στη ζυγαριά και χαμογελάω πλατιά. Όταν θα αγγίξω τον τελικό μου στόχο, δεν αμφιβάλλω πως θα την πάρω στην αγκαλιά μου και θα τη φιλήσω. "Ζυγαριά, ζυγαριά, εσένα έχω στην καρδιά!" θα της τραγουδήσω.

* Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας