Αγ. Φιλιππίδης: Ισχυρές οι ελληνικές τράπεζες μετά την κρίση

Τρίτη, 30-Ιουν-2009 09:13

Την ώρα που η κρίση βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη, οι περισσότερες τράπεζες αναζητούσαν εναγωνίως κεφάλαια, πληρώνοντας σε πολλές περιπτώσεις τεράστιους τόκους. Εκείνη ακριβώς την ώρα το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, έχοντας απίστευτη ρευστότητα, ενίσχυε με κεφάλαια τη διατραπεζική αγορά. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερος συνειρμός για το τραπεζικό ίδρυμα που έχει συνδέσει το όνομά του με την αποταμίευση. Ο πρόεδρος του ΤΤ, κ. Άγγελος Φιλιππίδης, μιλά για την έγκαιρη πρόβλεψη της κρίσης, το μέλλον των αγορών, τα σχέδιά του για το Ταμιευτήριο και τις εργασιακές σχέσεις σ’ ένα ρευστό περιβάλλον.

Αποσπάσματα απο τη συνέντευξη του κ. Φιλιππίδη στον Σταμάτη Ζαχαρό που δημοσιεύεται στο περιοδικό "Κεφάλαιο"

– Kύριε Φιλιππίδη, βλέποντας πλέον πιο ψύχραιμα τα γεγονότα που συγκλόνισαν το χρηματοπιστωτικό σύστημα τους τελευταίους 10-12 μήνες, θεωρείτε ότι έγιναν οι σωστές κινήσεις;

Θα πρέπει ίσως να διακρίνουμε τρία επίπεδα αξιολόγησης όσον αφορά την απάντηση στην κρίση: το εθνικό επίπεδο, το ευρωπαϊκό επίπεδο και τα μέτρα που ελήφθησαν στις ΗΠΑ, τη χώρα από όπου ξεκίνησε η κρίση.

Για να ξεκινήσω από το τελευταίο και περιοριζόμενος στην αντίδραση απέναντι στην κρίση και όχι στα αίτια που οδήγησαν σε αυτή, είμαι της γνώμης πως σε γενικές γραμμές η διοίκηση Oμπάμα επιδεικνύει μεγάλη αποφασιστικότητα, ταχύτητα, ευελιξία και ρεαλισμό, ανατρέποντας έως και παγιωμένα δόγματα.

Eίναι δύσκολο, έως αδύνατον, να κάνει κάτι παραπάνω, ενώ ας μην παραγνωρίζουμε ότι έχουμε ήδη κάποιες ενθαρρυντικές ενδείξεις πως με τα μέτρα αυτά η εξέλιξη της μεγαλύτερης μεταπολεμικής κρίσης μοιάζει να σταθεροποιείται.

Στο ευρωπαϊκό επίπεδο, η αντίδραση ήταν επίσης έγκαιρη και αρκετά αποτελεσματική. Οφείλουμε π.χ. να χαιρετίσουμε τη γενναία, αλλά και σώφρονα πολιτική που ακολούθησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Δεν μπορούμε όμως να μην καταλογίσουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση το γεγονός ότι οι περισσότερες πρωτοβουλίες λήφθηκαν σε εθνικό επίπεδο και πως τα μέτρα σε κοινοτικό επίπεδο είναι μάλλον αναιμικά.

Γεγονός είναι, πάντως, ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα επέδειξε ισχυρά αντανακλαστικά. Οι τράπεζες σε Αμερική και Ευρώπη, παρά το μέγεθος των προβλημάτων που αντιμετώπισαν, προσπάθησαν εγκαίρως να δημιουργήσουν μια ασπίδα προστασίας. Ως εκ τούτου οι δυσμενείς συνέπειες δεν ήταν όσο επώδυνες, θα μπορούσε να εικάσει ή να υπολογίσει κάποιος.

Όσον αφορά την Ελλάδα, θεωρώ πως το χρηματοπιστωτικό της σύστημα άντεξε πολύ περισσότερο από τα ξένα, γιατί δεν είχε ανοιχτεί τόσο πολύ σε τοξικές επενδύσεις και επενδύσεις μεγάλου ρίσκου. Πιθανότατα θα μπορούσαμε να έχουμε ένα πιο αξιόπιστο σύστημα-παρατηρητήριο της πιστοληπτικής ικανότητας σε ό,τι αφορά τα καταναλωτικά δάνεια, αλλά η κατασκευή και επαλήθευση ενός τέτοιου συστήματος δεν είναι απλή υπόθεση.

– Στην Ελλάδα η σταθερότητα του πιστωτικού συστήματος δεν δοκιμάστηκε ουσιαστικά παρά μόνο σε ό,τι αφορά την άντληση κεφαλαίων από τη διατραπεζική αγορά. Αντίθετα, είδαμε τράπεζες-ορόσημα του διεθνούς συστήματος να καταρρέουν ή να αντιμετωπίζουν προβλήματα βιωσιμότητας. Πιστεύετε ότι οι ελληνικές τράπεζες βγαίνουν κερδισμένες από την κρίση και, αν ναι, πώς νομίζετε ότι μπορούν να «κεφαλαιοποιήσουν» αυτή την ισχύ;

Είναι βέβαιο πως η κατάσταση των ελληνικών τραπεζών είναι αρκετά καλύτερη από την εικόνα που παρουσίασαν πολλές μεγάλες τράπεζες διεθνώς, οι οποίες εκτέθηκαν πολύ περισσότερο από εμάς σε χρηματοοικονομικά προϊόντα υψηλού ρίσκου.

Η πραγματική ισχύς του τραπεζικού μας συστήματος έγκειται στη ρευστότητα που εμφανίζει λόγω των επενδύσεών του και στην αύξηση της αποτελεσματικότητάς του. Ωστόσο, είναι δύσκολο να ισχυριστούμε ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σε πραγματικά πλεονεκτική θέση, κυρίως λόγω των σοβαρών διαρθρωτικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας. Σε δεύτερο βαθμό, οι ελληνικές τράπεζες επηρεάζονται και από την ακόμη δυσμενέστερη κατάσταση των γειτονικών οικονομιών στις οποίες πολλές έχουν τοποθετήσεις.

Μπορούμε όμως να πούμε ότι η βιωσιμότητα των ελληνικών τραπεζών είναι δεδομένη, εφόσον δεν ανοιχτούν σε παράτολμες ενέργειες και στηριχθούν σε μια πραγματική και συνεχώς αναπτυσσόμενη, παρά τα προβλήματά της, ελληνική οικονομία.

Αναμφίβολα, η διεθνής οικονομική κρίση δημιούργησε ένα νέο περιβάλλον στον τραπεζικό τομέα. Οι τράπεζες πλέον είναι υποχρεωμένες να ακολουθήσουν μια νέα στρατηγική. Είναι υποχρεωμένες να εγκαταλείψουν τις συνταγές του παρελθόντος.

– Καθώς πνέει ένας άνεμος αισιοδοξίας στις διεθνείς αγορές, όλο και περισσότερες τράπεζες εξετάζουν το ενδεχόμενο να «αποχωρήσουν» από πακέτα ενίσχυσης που έχουν εκπονήσει οι κυβερνήσεις. Εσείς πιστεύετε ότι ο κίνδυνος πέρασε ανεπιστρεπτί;

Υπάρχουν πράγματι αξιόλογα σημάδια που επιτρέπουν αισιοδοξία. Στην Ελλάδα οι αγορές χρήματος και κεφαλαίου έχουν αρχίσει να ανταποκρίνονται θετικά και η αγορά κατοικίας είναι σε μεγάλο βαθμό αλώβητη.

Παρ’ όλα αυτά ο κίνδυνος δεν έχει παρέλθει. Oι τράπεζες θα προβούν με τη σειρά τους σε κινήσεις που θα ενισχύσουν τα κεφάλαιά τους και αν το κρίνουν θα αποχωρήσουν από τα σκέλη του πακέτου που δημιουργούν μεγάλο κόστος.

– Ο προηγούμενος ανοδικός κύκλος των αγορών βασίστηκε εν πολλοίς στη μόχλευση και τα περιβόητα πλέον δομημένα προϊόντα. Πού νομίζετε ότι θα βασιστεί η επόμενη άνοδος;

Δύσκολα θα βρεθεί στο άμεσο μέλλον όχημα που να εξασφαλίζει τέτοιες εντυπωσιακές μεγεθύνσεις. Εξάλλου, όπως αποδείχθηκε, και αυτές ήταν σε μεγάλο βαθμό επίπλαστες και επισφαλείς. Η καινοτομία, ο ανταγωνισμός και οι νέες επενδύσεις είναι εκείνες που θα φέρουν το χαμένο κρίκο στις αγορές για υγιείς και κερδοφόρες επενδυτικές κινήσεις.

Η κρίση αυτή σηματοδοτεί και μια αλλαγή εποχής. Νομίζω πως οι διεθνείς αγορές θα κινηθούν πιο συντηρητικά, προτάσσοντας μακροχρόνιες στρατηγικές βιωσιμότητας και κερδοφορίας παρά βραχυχρόνιες επιλογές υψηλών αποδόσεων, αλλά και μεγάλου ρίσκου. Οι επενδύσεις θα κινηθούν περισσότερο σε κατευθύνσεις που έχουν σχέση με την πραγματική οικονομία.

Η πράσινη οικονομία συνάδει διεθνώς με τις επιταγές για σύγχρονη Eταιρική Kοινωνική Eυθύνη και αναμένεται παράλληλα να είναι από τους πιο υποσχόμενους τομείς τα επόμενα χρόνια.

Η σημερινή κρίση, η οικονομική αλλά και η περιβαλλοντική, όπως κάθε κρίση είναι οδυνηρή. Αλλά, όπως κάθε κρίση, αποτελεί τη μεγάλη –και ίσως τελευταία όσον αφορά το περιβάλλον– ευκαιρία για να κάνουμε μια μεγάλη στροφή.

Πρέπει να επιβάλλουμε ένα νέο παγκόσμιο οικονομικό μοντέλο κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης. Ένα μοντέλο που θα προκρίνει το μακροπρόθεσμο συμφέρον του συνόλου μιας κοινωνίας και όχι το βραχυπρόθεσμο συμφέρον κάποιων ισχυρών οικονομικών παραγόντων.

Η πράσινη οικονομία συνιστά μια τεράστια ευκαιρία ειδικά για μια χώρα με τα χαρακτηριστικά της Ελλάδας: φυσικός και πολιτιστικός πλούτος παγκόσμιας αναγνώρισης, απουσία μεγάλης βιομηχανικής παράδοσης, αφθονία πρώτων υλών για την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, γεωργικά προϊόντα που θα μπορούσαν να κατακτήσουν παγκόσμιες αγορές υπό την προϋπόθεση της διασφάλισης της κατάλληλης ποιότητας και ενός σωστού μάρκετινγκ.

– Μια άλλη άποψη, που εκφράζεται ολοένα και περισσότερο από εκπροσώπους του επιχειρηματικού και τραπεζικού χώρου, αναφέρει ότι η ελληνική οικονομία εκτός από την κρίση έχει να αντιμετωπίσει και σοβαρά προβλήματα που χρονίζουν και συν τω χρόνω μεγεθύνονται. Εσείς ποια θα κατατάσσατε ως σημαντικότερα προβλήματα που υπονομεύουν την ανάπτυξη της χώρας;

Ως αποτέλεσμα, τα κύρια προβλήματα της ελληνικής οικονομίας αποτυπώνονται στο δυσμενή συνδυασμό υψηλού χρέους και χαμηλής ανταγωνιστικότητας. Ως αίτια όμως πρέπει να ενοχοποιηθούν παράγοντες που έχουν σχέση με τη δομή της οικονομίας και κυρίως με το κράτος, δηλαδή τη γραφειοκρατία, τη μέτρια έως κακή ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει το κράτος, τα προβλήματα στην παιδεία κ.ο.κ.

Στη διαδικασία της μακροχρόνιας οικονομικής ανάπτυξης τον πιο σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν οι επενδύσεις. Για να πραγματοποιηθούν επενδύσεις πρέπει να απλουστευτεί δραστικά το θεσμικό πλαίσιο, δηλαδή να καταργηθεί η γραφειοκρατία. Σημαντικοί παράγοντες είναι επίσης τα χαμηλά επιτόκια και η χαμηλότερη φορολογία των κερδών. Όλα αυτά πρέπει φυσικά να συνοδεύονται από ένα αξιόπιστο πολιτικό σύστημα που θα εγγυηθεί αυτό το πλαίσιο.

– Πολλά ακούγονται σχετικά με τις επόμενες κινήσεις του ΤΤ. Θα μπορούσατε να συνοψίσετε τα σχέδιά σας για το μέλλον του ιδρύματος;

Στόχος μας παραμένει η θωράκιση της τράπεζας, η αξιοποίηση κάθε ευκαιρίας που προκύπτει μελλοντικά και κυρίως η παροχή συνεχώς καλύτερων υπηρεσιών και προϊόντων προς τους καταναλωτές.

Το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο φιλοδοξεί να γίνει η εναλλακτική τράπεζα που σέβεται την ιστορία της και με κοινωνική ευθύνη, ασφάλεια, συνέπεια, σταθερότητα και ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια εδραιώνει το μέλλον της με τρόπο επωφελή για τους μετόχους και τους εργαζομένους της.

Tα τελευταία χρόνια, μάλιστα, διαμορφώνει ένα νέο πρόσωπο. Φιλοδοξεί να γίνει μια εναλλακτική τράπεζα. Μια τράπεζα που θα συνδυάζει την επιχειρηματικότητα με την ηθική, το κέρδος με το κοινωνικό όφελος.

Εξάλλου, αν για κάτι μας εγκαλεί η διεθνής οικονομική κρίση είναι να εγκαταλείψουμε τις συνταγές ενός οικονομικού εξτρεμισμού που δεν είχε κανόνες, δεν είχε αρχές, δεν είχε αξίες και του οποίου κινητήριος δύναμη ήταν το κέρδος με οποιοδήποτε τίμημα.

Το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο φιλοδοξεί να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων. Με επίκαιρο και ζωντανό τον κοινωνικό του ρόλο, εξελίσσεται σε μια ηθική τράπεζα, σε μια τράπεζα που αξίζει στους πολίτες.

Παράλληλα, προσπαθώντας να ανταποκριθεί στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις, στις νέες ευκαιρίες και προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος κόσμος, στο νέο διεθνές διακύβευμα της αειφορίας, της βιώσιμης ανάπτυξης της πράσινης επιχειρηματικότητας και της προστασίας του περιβάλλοντος, εργάζεται συστηματικά ώστε να καταστεί η πρώτη πράσινη τράπεζα της χώρας.