Το λιμάνι του Πειραιά μοχλός για την ανάπτυξη της οικονομίας

Δευτέρα, 06-Ιουν-2016 16:11

Ενίσχυση του ΑΕΠ, θέσεις εργασίας, τόνωση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής οικονομίας. Εάν υπάρχουν κάποια βασικά ζητούμενα για τη χώρα την επόμενη μέρα της αξιολόγησης, όπου ο κύριος στόχος είναι η ανάκαμψη και η επαναφορά της οικονομικής δραστηριότητας σε ρυθμούς ανάπτυξης, τότε η αποκρατικοποίηση του ΟΛΠ και τα οφέλη που αναμένεται να φέρει λειτουργούν ως οδηγός. Αυτό τεκμαίρεται από την έκθεση που εκπονήθηκε από το ΙΟΒΕ, η οποία ποσοτικοποίησε και ανέλυσε το τι συνεπάγεται η παραχώρηση στην κινεζική COSCO του πλειοψηφικού πακέτου, αλλά και του μάνατζμεντ, του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς. Η μελέτη βοηθά να καταρριφθούν διάφοροι μύθοι και, το κυριότερο, δείχνει ότι  το λιμάνι του Πειραιά μπορεί να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης για τη ναυτιλία, τις θαλάσσιες μεταφορές, την κρουαζιέρα και μια σειρά άλλες οικονομικές δραστηριότητες. 

Και, βέβαια, κάτω από τη σημερινή συγκυρία της βαθιάς και παρατεταμένης κρίσης, τα κέρδη της αποκρατικοποίησης μπορεί να λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά. Βασικό συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι η αποκρατικοποίηση του ΟΛΠ μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,8%, να προσθέσει 31.000 θέσεις εργασίας, ενώ θα συμβάλει στη μείωση του δημόσιου χρέους μακροχρόνια κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Και, βέβαια, σε μια περίοδο όπου το βασικό στοίχημα της χώρας είναι να πετύχει την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και κεφαλαίων που θα βοηθήσουν στην ανάταξή της, η επιτυχής ολοκλήρωση μιας τόσο μεγάλης επένδυσης από έναν παγκόσμιο κολοσσό, που δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελλάδα και τον Πειραιά και φιλοδοξεί να μετατρέψει το λιμάνι σε παγκόσμιο κέντρο και ηγέτη της περιοχής της Μεσογείου, μπορεί να δώσει το κατάλληλο σήμα ότι η χώρα μπορεί να γυρίσει σελίδα. Η παραχώρηση του 51% των μετοχών του ΟΛΠ στην COSCO και, ακολούθως, του 16% και στη συνέχεια η ανάπτυξη του λιμένα Πειραιώς μπορεί να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση, στέλνοντας ένα ισχυρό σήμα στις διεθνείς αγορές ότι η Ελλάδα είναι ένας ασφαλής και ελκυστικός επενδυτικός πόλος.

 

 

Η αξιοποίηση του ΟΛΠ ανάσα για το ΑΕΠ, δίνει το σύνθημα για ανάπτυξη

Ίσως η πιο άμεση και σημαντική υπεραξία της αποκρατικοποίησης του λιμανιού αφορά το ότι δίνεται ένα θετικό επενδυτικό σήμα στη διεθνή κοινότητα και έχουμε την πρώτη ουσιαστικά μεγάλη επένδυση στη χώρα μας έπειτα από μια παρατεταμένη περίοδο ανομβρίας, φυγής διεθνών κεφαλαίων και απογοήτευσης. Στην τελετή υπογραφής της συμφωνίας για την παραχώρηση του ΟΛΠ, άλλωστε, ο πρόεδρος της China COSCO Shipping, Xu Lirong, ήταν σαφής: Το διμερές εμπόριο Ευρώπης-Ανατολής είναι από τα πιο σημαντικά και το λιμάνι του Πειραιά μπορεί να παίξει αξιόλογο ρόλο, καθώς "υπάρχουν μεγάλες προοπτικές για περαιτέρω ανάπτυξη. Η επένδυσή μας είναι κάθε άλλο παρά πρόχειρη, είναι εποικοδομητική και βασίζεται στην πεποίθηση ότι θα προσδώσει κεφάλαια και τζίρους, ανέφερε τότε ο Xu Lirong, χαρακτηρίζοντας το λιμάνι του Πειραιά "μαργαριτάρι της Μεσογείου".

Στα λεγόμενα του ισχυρού άνδρα της εταιρείας που αναλαμβάνει τις τύχες του λιμανιού μπορεί κανείς να διακρίνει τις υπεραξίες που κρύβει η εμβληματική αποκρατικοποίηση, η οποία ανοίγει τον δρόμο να μετατραπεί ο Πειραιάς σε γέφυρα και κεντρική πύλη εισόδου στη διαδρομή μεταξύ Ανατολής και Δύσης, με οφέλη για την εθνική οικονομία που δύσκολα μπορούν να υπολογιστούν. 

Αυτόν τον υπολογισμό, πάντως, επιχείρησε με εντυπωσιακά αποτελέσματα το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, δίνοντας το στίγμα της νέας εποχής που έρχεται για το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας. Κεντρικό συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι η συμμετοχή της COSCO στο μετοχικό κεφάλαιο του ΟΛΠ αναμένεται να συμβάλει στην ενίσχυση των αναπτυξιακών ρυθμών ανόδου της ελληνικής οικονομίας. Επιπλέον, θα έχει και μια θετική συμβολή στην προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής και τη μείωση του δημόσιου χρέους. 

Τα οφέλη για το ΑΕΠ

Συνοπτικά, ο ΙΟΒΕ υπολογίζει πως η ιδιωτικοποίηση αυτή μπορεί να αποφέρει σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα στην οικονομία έως και 4 δισ. ευρώ ετησίως. Έτσι, η επένδυση στον λιμένα, πέραν των σημαντικών αλλά μη απτών επιδράσεων (αξιοπιστία, ενίσχυση επιχειρηματικού κλίματος κ.λπ.), αναμένεται να ενισχύσει το ΑΕΠ κατά 0,8% και να προσθέσει πάνω από 31.000 νέες θέσεις εργασίας στην περίοδο 2016-2025. Επιπλέον, αναμένεται να συμβάλει στη μείωση του δημόσιου χρέους μακροχρόνια κατά 2,3 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.

Συγκεκριμένα, το συνολικό ακαθάριστο προϊόν από τη δραστηριότητα του ΟΛΠ αναμένεται να προσθέτει στο ΑΕΠ έως και 2,6 δισ. ετησίως το 2025. Αν, μάλιστα, συμπεριληφθούν οι επιδράσεις σε κλάδους που αναμένεται να ενισχυθούν από τη βελτίωση των υποδομών και οι πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας, τότε η συνολική συνεισφορά στο ΑΕΠ αναμένεται να φτάσει τα 4 δισ. το 2025. Η πώληση μετοχών που ανήκουν στο κράτος θα επιφέρει δημοσιονομικά έσοδα για το ελληνικό Δημόσιο. Επιπλέον, το κράτος εισπράττει ετήσιο αντάλλαγμα παραχώρησης από τον ΟΛΠ (ποσοστό επί του κύκλου εργασιών), μερίσματα από τα κέρδη του Οργανισμού (ανάλογα με το μερίδιο που διαθέτει στη μετοχική του σύνθεση και εφόσον υπάρχουν κέρδη), έσοδα από φόρους στα κέρδη του Οργανισμού και στις αμοιβές των εργαζομένων, καθώς και έσοδα από εισφορές κοινωνικής ασφάλισης.

Συνολικά τα δημοσιονομικά έσοδα ανά πηγή στο σενάριο της ιδιωτικοποίησης του ΟΛΠ είναι υψηλότερα το πρώτο έτος της συμφωνίας, όταν πραγματοποιείται και η πώληση του μεγαλύτερου μεριδίου των μετοχών (313 εκατ. ευρώ). Αυξημένα δημοσιονομικά έσοδα (146 εκατ. ευρώ) παρατηρούνται επίσης και το έτος πώλησης του υπόλοιπου 16% του μετοχικού κεφαλαίου. Αξιοσημείωτα έσοδα, όμως, παρατηρούνται και στα υπόλοιπα έτη της εξεταζόμενης περιόδου, τα οποία προκύπτουν κυρίως από φορολογία και ασφαλιστικές εισφορές και, δευτερευόντως, από το ετήσιο αντάλλαγμα παραχώρησης. Συνολικά, τα μικτά δημοσιονομικά έσοδα στη δεκαετία ανέρχονται σε 894 εκατ. ευρώ ή 809 εκατ. ευρώ σε όρους καθαρής παρούσας αξίας.

Αυτά περιλαμβάνουν:

1. Το αντάλλαγμα παραχώρησης

Το αντάλλαγμα παραχώρησης προσδιορίζεται σε 3,5% του κύκλου εργασιών του ΟΛΠ ετησίως. Η αύξηση της δραστηριότητας του λιμένα αναμένεται να προέλθει από:  
- Την επέκταση της δυναμικότητας της διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων, αξιοποιώντας την αύξηση της δυναμικότητας του λιμένα με τη θέση σε παραγωγική λειτουργία της προβλήτας ΙΙΙ (ανατολική και δυτική πλευρά).
- Την επέκταση των θέσεων πρόσδεσης στην κρουαζιέρα και τη λειτουργία/ανάδειξη του Πειραιά ως homeport. 
- Την ανάπτυξη λοιπών δραστηριοτήτων, π.χ. εφοδιασμού πλοίων με καύσιμα, τρόφιμα, νερό, logistics.
Σύμφωνα με την εκτίμηση της μελέτης, τα έσοδα του ΟΛΠ προβλέπονται να υπερδιπλασιαστούν, από 112 εκατ. ευρώ το 2016 σε 232 εκατ. ευρώ το 2025. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των εσόδων θα εξακολουθεί να προέρχεται από τη δραστηριότητα του Ν. ΣΕΜΠΟ (Προβλήτα ΙΙ & ΙΙΙ), τα οποία προβλέπεται να αυξηθούν από 43 εκατ. ευρώ το 2016 σε 116 εκατ. ευρώ το 2025. Με βάση την πρόβλεψη για τον κύκλο εργασιών, την επόμενη δεκαετία εκτιμάται ότι τα δημοσιονομικά έσοδα από το ετήσιο αντάλλαγμα παραχώρησης θα ανέλθουν, από 3,9 εκατ. ευρώ το 2016, σε 8,1 εκατ. ευρώ το 2025.

2. Έσοδα από μερίσματα

Στα άμεσα έσοδα του ελληνικού Δημοσίου δύναται να προστεθούν και έσοδα από μερίσματα. Με βάση τα εκτιμώμενα μεγέθη της κερδοφορίας του ΟΛΠ, τα έσοδα για το Δημόσιο από μερίσματα αναμένεται να ανέλθουν, από 0,5 εκατ. ευρώ το 2016, σε 1,71 εκατ. ευρώ το 2021. Στο τέλος της περιόδου, όταν το μερίδιο του Δημοσίου αναμένεται να έχει περιοριστεί σε 7,1%, τα έσοδα από μερίσματα αντιστοιχούν σε 0,6 εκατ. ευρώ.

3. Λοιπά έσοδα (φορολογικά, ασφαλιστικές εισφορές)

Τα έσοδα από φορολογία εκτιμάται, με βάση τη μελέτη, ότι θα ανέλθουν, από 7,7 εκατ. ευρώ το 2016, σε 26,1 εκατ. ευρώ το 2025, με το μεγαλύτερο μέρος (21,6 εκατ. ευρώ) να προέρχεται από φορολόγηση των εταιρικών κερδών.
Τα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές για το Δημόσιο αυξάνονται, από 20 εκατ. ευρώ το 2016, σε 30,3 εκατ. ευρώ το 2025. 
Επομένως, το σύνολο των εσόδων από φόρους και εισφορές το 2025 ανέρχεται σε 56,4 εκατ. ευρώ, από 27,7 εκατ. ευρώ το 2016.

Ακόμα, όμως, και στο βασικό σενάριο, το 2025 το επίπεδο του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας θα είναι κατά περίπου 0,8% υψηλότερο (περίπου 1,6 δισ. ευρώ σε σταθερές τιμές) από αυτό που θα ήταν αν η COSCO δεν είχε συμμετάσχει στο μετοχικό κεφάλαιο του ΟΛΠ και δεν είχαν πραγματοποιηθεί οι σχετικές επενδύσεις.

Ανάπτυξη - χρέος

Η συμμετοχή της COSCO στο μετοχικό κεφάλαιο του ΟΛΠ αναμένεται να συμβάλει στην ενίσχυση των αναπτυξιακών ρυθμών ανόδου της ελληνικής οικονομίας. Επιπλέον, θα έχει και θετική συμβολή στην προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής και τη μείωση του δημόσιου χρέους.

Η μελέτη του ΙΟΒΕ αποτίμησε ποσοτικά τις μακροοικονομικές επιδράσεις από τη συμμετοχή της COSCO στο μετοχικό κεφάλαιο του ΟΛΠ, αναγνωρίζοντας τη σημασία αυτής της συναλλαγής για την ενίσχυση της διεθνούς αξιοπιστίας της χώρας.

Τα βασικά συμπεράσματα του εμπειρικού τμήματος της μελέτης του ΙΟΒΕ συνοψίζονται ως εξής: Οι παράγοντες ζήτησης που συνδέονται με την κατασκευή και λειτουργία του έργου αναμένεται να ενισχύσουν σταδιακά το ΑΕΠ και στο τέλος της περιόδου ανάλυσης, το 2025, το ΑΕΠ να είναι 0,6% υψηλότερο από αυτό που θα ήταν αν δεν είχε γίνει η συναλλαγή. Η άνοδος του ΑΕΠ θα προέλθει από το συμβατικά υποχρεωτικό επενδυτικό πρόγραμμα της COSCO, αλλά και τις λοιπές επενδύσεις που αναμένεται να πραγματοποιηθούν μεσοπρόθεσμα. Επιπλέον, σημαντική ενίσχυση στην άνοδο του ΑΕΠ θα προέλθει από τη δημιουργία πρόσθετων εισοδημάτων (επιχειρηματικών, αλλά και μισθών) από τη λειτουργία του λιμένα, αλλά και την άνοδο των εξαγωγών υπηρεσιών. Ο πραγματικός μισθός αυξάνεται σταθερά σε όλη την εξεταζόμενη περίοδο, ενώ οι πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν εξαιρετικά ασθενείς. Σημειώνεται η συμβολή του έργου στη μείωση του λόγου δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ μακροπρόθεσμα. Οι παράγοντες ζήτησης δημιουργούν συνολικά περισσότερες από 31.000 νέες θέσεις εργασίας. Λαμβάνοντας υπόψη την περιφερειακή διάρθρωση του ΑΕΠ και της απασχόλησης στην Ελλάδα (το 50% περίπου εντοπίζεται στην Αττική), οι επιδράσεις που αναφέρθηκαν θα είναι πολύ περισσότερο αισθητές στην περιοχή της Αττικής, και του Πειραιά ειδικότερα.

Οι παράγοντες προσφοράς που εκφράζουν την άνοδο της παραγωγικότητας και, μέσω αυτής, της δυνητικής παραγωγικής ικανότητας της οικονομίας αναμένεται να ενισχύσουν το ΑΕΠ κατά 0,2%. Οι επιδράσεις στην απασχόληση των παραγόντων προσφοράς είναι περιορισμένες. Οι παράγοντες προσφοράς έχουν μόνιμο χαρακτήρα και θα επιδρούν και μετά την περάτωση κατασκευαστικών εργασιών.

Συνολικά, η επένδυση στον λιμένα, πέραν των σημαντικών αλλά μη απτών επιδράσεων (αξιοπιστία, ενίσχυση επιχειρηματικού κλίματος κ.λπ.), αναμένεται να ενισχύσει το ΑΕΠ κατά 0,8% και να προσθέσει πάνω από 31.000 νέες θέσεις εργασίας στην περίοδο 2016-2025. Επιπλέον, αναμένεται να συμβάλει στη μείωση του δημόσιου χρέους μακροχρόνια κατά 2,3 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.

Διεθνές σήμα για επενδύσεις

Ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική οικονομία είναι η ανεπάρκεια των εγχώριων αποταμιεύσεων για τη στήριξη ενός επενδυτικού προγράμματος που θα εξασφαλίζει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανόδου και, παράλληλα, θα ικανοποιεί τους φιλόδοξους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν τεθεί στο πρόγραμμα προσαρμογής που ακολουθείται. Το πρόβλημα επιτείνει η αδυναμία του τραπεζικού συστήματος να παίξει τον διαμεσολαβητικό του ρόλο και να ενισχύσει τη διαδικασία αποταμιεύσεων επενδύσεων. Η εισροή πόρων από το εξωτερικό είναι απαραίτητη προϋπόθεση και μόνη λύση για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας και την οριστική της έξοδο από την κρίση. Επομένως, εκείνο που απαιτείται τώρα είναι η ενίσχυση της αξιοπιστίας της χώρας, ώστε να καταστεί ένας ασφαλής επενδυτικός προορισμός και να προσελκυστούν οι απαραίτητοι πόροι.

Η παραχώρηση του 51% των μετοχών του ΟΛΠ στην COSCO και, ακολούθως, του 16% και στη συνέχεια η ανάπτυξη του λιμένα Πειραιώς μπορεί να παίξουν καταλυτικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση, στέλνοντας ένα ισχυρό σήμα στις διεθνείς αγορές ότι η Ελλάδα είναι ένας ασφαλής και ελκυστικός επενδυτικός πόλος. Η ανάπτυξη του λιμένα Πειραιώς και η δημιουργία ενός κέντρου διεθνούς εμβέλειας για το διαμετακομιστικό εμπόριο, αλλά και για τον τουρισμό και την κρουαζιέρα, αναμένεται να έχουν πολλαπλές θετικές επιδράσεις στην εγχώρια οικονομία και κοινωνία μέσω των άμεσων επενδυτικών επιδράσεων, αλλά και των συνεργειών και των λοιπών καθετοποιημένων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που θα αναπτυχθούν.

Η αποτίμηση των μακροοικονομικών επιδράσεων από τη γενικότερη επενδυτική δραστηριότητα και τις συνέργειες που θα προκύψουν από τη συμμετοχή της COSCO στη μετοχή σύνθεση του ΟΛΠ περιλαμβάνει τέσσερα βασικά σημεία:

1. Ενίσχυση των υποδομών του λιμένα Πειραιώς που προβλέπονται από την εφαρμογή του επενδυτικού προγράμματος που έχει αναλάβει να πραγματοποιήσει η εταιρεία στο πλαίσιο των συμβατικών της υποχρεώσεων. Επιπλέον ενίσχυση των υποδομών από επενδύσεις που, αν και δεν εμπίπτουν στις συμβατικές υποχρεώσεις της εταιρείας, κρίνεται ότι θα πραγματοποιηθούν.
2. Γενικότερη τόνωση του τομέα των υπηρεσιών και των εισοδημάτων από τη λειτουργία πολλαπλών συνεργατικών δραστηριοτήτων, με συνέπεια την ενδογενή, αλλά και αυτόνομη, μόνιμη άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης και των εξαγωγών.
3. Ενίσχυση της συνολικής προσφοράς και των παραγωγικών δυνατοτήτων της οικονομίας, λόγω της βελτίωσης της αποτελεσματικότητας στη παραγωγή των παρεχόμενων υπηρεσιών.
4. Θετική επίδραση στο ισοζύγιο πληρωμών από την ανάλογη εισροή ιδιωτικών κεφαλαίων.

Περισσότερες επενδύσεις 

Αξιοσημείωτες είναι οι θετικές επιπτώσεις της αποκρατικοποίησης στο μέτωπο των επενδύσεων. Όπως επισημαίνει η μελέτη, η ιδιωτικοποίηση του λιμένα, η λειτουργία του σε συνθήκες πλήρους  αποδοτικότητας αλλά και η εκμετάλλευση της δικτύωσης και της εμπειρίας του νέου διαχειριστή στις θαλάσσιες μεταφορές μπορούν να επιφέρουν συνολικές επενδύσεις της τάξης των 866,5 εκατ. ευρώ κατά την πρώτη δεκαετία. Σε αυτή την εκτίμηση δεν λαμβάνονται υπόψη άλλες επενδύσεις σε συγγενείς της ναυτιλίας κλάδους που αναμένεται να δραστηριοποιηθούν ευρύτερα στον Πειραιά.

Σημειώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων πραγματοποιείται τα πρώτα δύο έτη μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας (244 εκατ. ευρώ το 2017 και 292 εκατ. ευρώ το 2018). Πρόκειται δηλαδή, όπως επισημαίνει το ΙΟΒΕ, για επενδύσεις που έρχονται σε οικονομικό περιβάλλον το οποίο ενδέχεται να είναι ακόμη αρκετά δυσμενές, επομένως η ενεργητική τους επίδραση στην οικονομία θα έχει αυξημένη βαρύτητα, σε σχέση με μια πιο ίση κατανομή αυτών των επενδύσεων στην εξεταζόμενη δεκαετία.

 

Έτσι θα τονωθεί συνολικά η οικονομική δραστηριότητα

Όπως τονίζει η μελέτη, η ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ και η λειτουργία του υπό συνθήκες αυξημένης αποδοτικότητας αναμένεται να επηρεάσουν τόσο τις επιμέρους λειτουργίες του λιμένα όσο και τους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας που συνδέονται με την εξυπηρέτηση των επιπλέον φορτίων άμεσα και έμμεσα, όπως τις σιδηροδρομικές μεταφορές και τον ευρύτερο κλάδο διαχείρισης της εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics). Εξάλλου, πέραν των υποχρεωτικών επενδύσεων που προβλέπονται στη σύμβαση παραχώρησης μεταξύ του ΟΛΠ και της Ελληνικής Δημοκρατίας και αναφέρθηκαν σε προηγούμενη ενότητα, είναι πιθανή η υλοποίηση και άλλων μη υποχρεωτικών επενδύσεων, τόσο από τη μεριά του διαχειριστή του λιμανιού όσο και από άλλους φορείς που εκτιμάται πως θα επηρεαστούν από την ευρύτερη δραστηριότητα του ΟΛΠ (π.χ., σιδηροδρομικό δίκτυο, δημιουργία μεταφορικών κόμβων πολυεθνικών κτλ.).

1. Λιμάνι του Πειραιά

Πέραν της αύξησης στον κύκλο εργασιών των επιμέρους δραστηριοτήτων του λιμένα ως αποτέλεσμα της βελτίωσης της αποδοτικότητας και των υποχρεωτικών επενδύσεων που  προβλέπονται στη σχετική σύμβαση παραχώρησης, εκτιμάται πως το προϊόν του λιμένα και άλλων συναφών κλάδων θα μπορούσε να αυξηθεί περαιτέρω εφόσον ο ΟΛΠ δραστηριοποιηθεί ενεργά στην προώθηση ολοκληρωμένων μεταφορικών λύσεων. Ενδεικτικά, κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις που παρατίθενται στη συνέχεια, η ιδιωτικοποίηση του λιμένα και η λειτουργία του σε όρους βέλτιστης παραγωγικότητας συνδέονται με μεταβολές στον κύκλο εργασιών της Προβλήτας Ι, με ενίσχυση του προϊόντος στον κλάδο της εφοδιαστικής αλυσίδας αλλά και στο προϊόν των σιδηροδρομικών μεταφορών. Σύμφωνα με στοιχεία του επιχειρησιακού σχεδίου του ΟΛΠ, το 2014 η Προβλήτα Ι εξυπηρέτησε περίπου 657.000 TEUs. Χρησιμοποιώντας τον μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης των διακινηθέντων φορτίων (του 2,7%), προκύπτει πως η Προβλήτα Ι θα αγγίξει το όριο της λειτουργικής της δυναμικότητας (70% της συνολικής χωρητικότητας) το 2018 και θα παραμείνει σταθερή την περίοδο 2019-2025.

2. Συνδεδεμένοι κλάδοι

Η μετατροπή του λιμανιού σε σύγχρονο διαμετακομιστικό κέντρο θα επηρεάσει το προϊόν των κλάδων που σχετίζονται με τις θαλάσσιες μεταφορές, και ειδικότερα το προϊόν του κλάδου της εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics). Σύμφωνα με σχετική μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, η αύξηση της μεταφορικής δραστηριότητας εξαιτίας της ευρύτερης βελτίωσης του λιμένα αναμένεται να δράσει καταλυτικά στη βελτίωση του κύκλου εργασιών του κλάδου της εφοδιαστικής αλυσίδας, που κάτω από σειρά υποθέσεων μπορεί να ξεπεράσει τα 2,5 δισ. ευρώ το 2018, από 0,4 δισ. ευρώ το 20125. Με δεδομένο πως οι απαραίτητες σχετικές επενδύσεις έχουν ορίζοντα διετίας και λαμβάνοντας υπόψη τη δυσμενέστερη εξέλιξη της οικονομίας, αλλά και την επιδείνωση των μεσοπρόθεσμων προοπτικών ανάπτυξης από την έκδοση της μελέτης της Εθνικής Τράπεζας, ο επιπλέον κύκλος εργασιών στον κλάδο εφοδιαστικής αλυσίδας, λόγω της βελτίωσης της λειτουργίας του λιμένα, αναμένεται να ανέλθει από περίπου 0,8 δισ. ευρώ το 2018 σε περίπου 2 δισ. ευρώ το 2025. Πέραν του κλάδου της εφοδιαστικής αλυσίδας, ενδεχόμενη βελτίωση των μεταφορικών υπηρεσιών που παρέχονται στο λιμάνι μπορεί, υπό κατάλληλες συνθήκες, να επηρεάσει και τον κύκλο εργασιών των σιδηροδρομικών μεταφορών.

Εάν συνυπολογιστούν όλα τα παραπάνω, το συνολικό προϊόν αναμένεται να καταγράψει ετήσια αύξηση που θα κυμαίνεται από 17 εκατ. ευρώ το 2016 έως και 2,6 δισ. ευρώ το 2025. Σε αυτή την εκτίμηση δεν συμπεριλαμβάνονται οι επιδράσεις σε επιπλέον κλάδους που ενδέχεται να ενισχυθούν από τη βελτίωση των υποδομών μεταφοράς προϊόντων και της ναυπηγοεπισκευής (όπως μεταποίηση μεταλλικών προϊόντων ή τουρισμός). Στην περίπτωση που ληφθούν υπόψη και οι πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στους υπόλοιπους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, εφαρμόζοντας τον πολλαπλασιαστή που προβλέπεται στη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, τότε η συνολική επίδραση σε όρους παραγόμενου προϊόντος αναμένεται να πλησιάσει τα 4 δισ. ευρώ το 2025 (20,7 δισ. ευρώ στο σύνολο της περιόδου 2016-2025). Εκτιμώντας την εξέλιξη της αξίας παραγωγής στην ελληνική οικονομία, βάσει προβλέψεων του ΔΝΤ για την εξέλιξη του ΑΕΠ, τότε η εκπλήρωση των παραπάνω υποθέσεων μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της αξίας παραγωγής στο σύνολο της οικονομίας κατά περίπου 1% μέχρι το 2025.