Ποιες οι ρεαλιστικές προσδοκίες από τη σημερινή συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν
Δευτέρα, 13-Μαϊ-2024 11:20
Του Κώστα Ράπτη
"Διαμερισματοποίηση” εναντίον "πακετοποίησης”. Έτσι θα μπορούσε να αποδοθεί κάπως λεξιπλαστικά η κατάσταση στα ελληνο-τουρκικά, καθώς σήμερα ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης γίνεται δεκτός στην Άγκυρα από τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, σε ανταπόδοση και συνέχεια της συνάντησης των Αθηνών τον περασμένο Δεκέμβριο, όπου και διακηρύχθηκε η βούληση επανεκκίνησης του διμερών σχέσεων σε πνεύμα συνεργασίας.
Τα ρητά μηνύματα των δύο πλευρών έχουν ήδη ανταλλαγεί με την συνέντευξη του Ταγίπ Ερντογάν στην "Καθημερινή" και την αντίστοιχη του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Μιλλιέτ. Η ασυμμετρία των εκατέρωθεν επιδιώξεων είναι εμφανής.
Η ελληνική πλευρά επιχειρεί να κρατήσει το θετικό κλίμα που προέκυψε από πέρσι, χωρίς αυτό να μεταφρασθεί, σύμφωνα με τα επισήμως λεγόμενα, σε συνολική συνδιαλλαγή που θα φθάνει ως τον "σκληρό πυρήνα” των ελληνοτουρκικών, ο οποίος άπτεται ζητημάτων κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων, όπου η Αθήνα θεωρεί ότι έχει πλήρη νομική κατοχύρωση. Το "κλίμα" δεν είναι κάτι το αφηρημένο: αποδείχθηκε ότι μπορεί να έχει μετρήσιμα αποτελέσματα, λ.χ. σε ό,τι αφορά τις παραβιάσεις στο Αιγαίο και τις εισροές προσφύγων και μεταναστών, ενώ σε κάθε περίπτωση επιτρέπει να μην κλιμακώνονται οι τριβές, δημιουργώντας σκηνικά κρίσης, όπως λ.χ. του καλοκαιριού του 2020. Κατά τα λοιπά, σε ένα διακριτό "διαμέρισμα” των διμερών σχέσεων, η "θετική ατζέντα” επί θεμάτων "χαμηλής πολιτικής”, όπου η συνεργασία μπορεί να προχωρήσει μακρύτερα, καταγράφει τα δικά της οφέλη – λ.χ. με τις αφίξεις Τούρκων τουριστών κτλ.
Η τουρκική πλευρά αντικρίζει τα πράγματα διαφορετικά. Ομνύει βεβαίως και αυτή στις προοπτικές που ανοίγει η βελτίωση των σχέσεων, αλλά θεωρεί ότι ο διάλογος θα πρέπει να είναι απροϋπόθετος και χωρίς στεγανά, με τη φιλοδοξία της διαμόρφωσης μιας "λύσης-πακέτο” εφ' όλης της ύλης. Μόνο που η "ύλη” διαμορφώνεται και με μονομερείς διεκδικήσεις, ενώ παρουσιάζει την ανησυχητική τάση να διευρύνεται μέσα στον χρόνο, Επιπλέον, την λύση η Άγκυρα και ο Ερντογάν προσωπικά την φαντάζονται ως καθαρά πολιτική, χωρίς νομικές "αγκυλώσεις”, αλλά με προσαρμογή στις "ιδιαιτερότητες”, γεωγραφικές και λοιπές, της περιοχής. Αρκεί, σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό, να επιδειχθεί "βούληση” σε ένα "παραγωγικό” τετ-α-τετ – δηλ. χωρίς την παρεμβολή τρίτων, με την Αθήνα να αποδέχεται ότι βρίσκεται εντός ενός δυσμενούς συσχετισμού.
Όλα αυτά, ενώ χαρακτηρίζουν παγίως την τουρκική προσέγγιση, υλοποιήθηκαν το τελευταίο διάστημα της διακηρυσσόμενης "φιλικής στροφής" με την προσθήκη και νέων θεμάτων στο "καλάθι".
Το πρώτο ήταν η μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί – θέμα ουσιαστικό όσον αφορά μία αντίληψη προστασίας των μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς, αλλά και άκρως συμβολικό σε ό,τι αφορά το αφήγημα, που απευθύνεται προς το εσωτερικό, περί "ανάκτησης της χώρας" και σταδιακής κατεδάφισης της κληρονομιάς του Κεμάλ Ατατούρκ. Παράλληλα πρόκειται για ένα μήνυμα περιφρόνησης των δυτικών και ειδικότερα των ελληνικών ευαισθησιών.
Το δεύτερο ήταν η ένταξη στα τουρκικά σχολικά εγχειρίδια της "Γαλάζιας Πατρίδας" και το τρίτο ο θόρυβος που ξεσηκώθηκε από την γείτονα με αφορμή την δημιουργία θαλάσσιων πάρκων που ανακοίνωσε η Ελλάδα, σε εφαρμογή των πρωτότυπων αντιλήψεων της γείτονος περί "ημί-κλειστων” θαλασσών”.
Όλα αυτά γίνονται στο φόντο μιας συγκυρίας, όπου παράλληλα προς τη σταθερή προώθηση στρατηγικών θέσεων της Άγκυρας, ο Ταγίπ Ερντογάν καλείται για άλλη μία φορά να "ακροβατήσει” προκειμένου να υπηρετήσει τη διαιώνιση της εσωτερικής πολιτικής του κυριαρχίας, αλλά και των περιφερειακών φιλοδοξιών που τρέφει για τη χώρα του.
Η μεγάλη πίεση που δέχονται νοικοκυριά και επιχειρήσεις στην Τουρκία από την επιστροφή στην οικονομική ορθοδοξία, η ήττα των κυβερνώντων στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές, η σχετιζόμενη με αυτήν ανάφλεξη στη Γάζα, που υποχρεώνει τον Ερντογάν (λόγω των εκλογικών διαρροών προς την ισλαμιστική αντιπολίτευση), να αναβαθμίσει την αντι-ισραηλινή ρητορική σε διακοπή των εμπορικών σχέσεων με τη Μέση Ανατολή, η αδυναμία του να παρεμβληθεί, όπως θα ήθελε, ως μεσολαβητής και εγγυητής της σταθερότητας τόσο στην Μέση Ανατολή (όπου δεν μοιάζει να είναι πολύ ευπρόσδεκτος) όσο και στην ουκρανική σύγκρουση, η προοπτική μιας νέας στρατιωτικής επέμβασης στο βόρειο Ιράκ για την πάραξη του ΡΚΚ αποτελούν στοιχεία που ενθαρρύνουν την υποβάθμιση "μετώπων” που στην παρούσα φάση αποτελούν πολυτέλεια.
Επιπλέον, το καλό σημείο στο οποίο έχουν βρεθεί οι τουρκο-αμερικανικές σχέσεις μετά την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και πιστοποιείται με την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων για την προμήθεια των F-16, λειτουργεί αλληλοτροφοδοτικά με την υποχώρηση των εντάσεων στα ελληνοτουρκικά. Αντίστοιχα, ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας, αποβλέπει στο να μοχλεύσει τα ελληνοτουρκικά για να επιτύχει αποτελέσματα και σε σχέση με την Ε.Ε.: χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές της συνέντευξής του στο θέμα της χαλάρωσης των απαιτήσεων βίζας για τους Τούρκους πολίτες και της κατάργησης των ποσοστώσεων στα οχήματα οδικών μεταφορών.