Β. Μπαλλής: Ζωτικής σημασίας η απαρέγκλιτη εφαρμογή του ΠΣΑ
Τετάρτη, 10-Φεβ-2010 18:00
Η Ελλάδα βιώνει με "πρωτοφανή ένταση και ετεροχρονισμένα, μία κρίση που στον υπόλοιπο κόσμο έχει ήδη αρχίσει να ξεπερνιέται" δήλωσε ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank EFG κ. Βύρων Μπαλλής μιλώντας σε εκδήλωση του Πανεπιστημίου Πειραιώς με θέμα "Η ελληνική οικονομία υπό το πρίσμα των νέων εξελιξεων"
Η παγκόσμια οικονομική κρίση, σημείωσε ο κ. Μπαλλής "ανέδειξε στον υπερθετικό βαθμό τις δημοσιονομικές ανισορροπίες της χώρας μας, το διευρυμένο έλλειμμα και το υψηλό δημόσιο χρέος, αλλά πάνω απ΄ όλα ανέδειξε την πολύ χαμηλή ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας".
Ο κ. Μπαλλής έκανε λόγο για "ελληνική πρωτοτυπία" στο γεγονός ότι "ενώ σε ισχυρές δυτικές οικονομίες τα προβλήματα προκλήθηκαν από το τραπεζικό τους σύστημα και την μεγάλη έκθεσή τους σε προϊόντα υψηλού κινδύνου, στην περίπτωση της χώρας μας ένα καθ΄ όλα υγιές τραπεζικό σύστημα κινδυνεύει να υπονομευθεί από τις υπερβάλλουσες δημοσιονομικές ανισορροπίες της χώρας".
Υπογράμμισε παράλληλα ότι στην Ελλάδα "ο υγιής τραπεζικός κλάδος που αποτελεί ουσιαστικό μοχλό στήριξης της οικονομίας και πόλο έλξης ξένων κεφαλαίων, λοιδορείται και δαιμονοποιείται από τα ΜΜΕ αλλά και από μέρος του πολιτικού δυναμικού".
Ο κ. Μπαλλής κρούει τον κώδωνα του κινδύνου από το έλλειμμα εμπιστοσύνης στην αξιοπιστία της χώρας το οποίο -όπως επισημαίνει- "έχει μετρήσιμο και άμεσο αντίκτυπο στο κόστος δανεισμού".
"Η πρόσβαση στις διεθνείς χρηματαγορές έγινε ακόμα δυσκολότερη και ιδιαίτερα δαπανηρή οδηγώντας σε περαιτέρω μείωση της ρευστότητας της οικονομίας σε μια περίοδο που η ανάπτυξη της Ελλάδας δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί από εσωτερικές πηγές χρηματοδότησης".
Σημείωσε ταυτόχρονα ότι τις τελευταίες δύο βδομάδες "βιώνουμε μία πρωτοφανή επίθεση κερδοσκοπικών κεφαλαίων η οποία χτύπησε εστιασμένα σε πρώτη φάση την Ελλάδα, για να διαπιστώσουμε στην συνέχεια ότι στόχος είναι ολόκληρος ο Ευρωπαϊκός Νότος και το ίδιο το Ενιαίο Νόμισμα".
Αναφέρθηκε στα παράδοξα και τις υπερβολές των αγορών επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα, χώρα-μέλος της Ευρωζώνης έφθασε να δανείζεται ακριβότερα από χώρες όπως η Αίγυπτος και η Κολομβία, ενώ υπογράμμισε ότι η μόνη πειστική απάντηση είναι η ανάληψη γενναίων αποφάσεων.
"Πρέπει επιτέλους να απαντήσουμε σαν έθνος σε όλα αυτά, παίρνοντας την τύχη στα χέρια μας, παίρνοντας θαρραλέες αποφάσεις, όπως αυτήν του σταθεροποιητικού προγράμματος, και των συνακόλουθων μέτρων αναμόρφωσης του ασφαλιστικού και φορολογικού συστήματος".
Χαρακτήρισε "σωστή απάντηση στην κρίση" το πρόγραμμα σταθερότητας, ωστόσο υπογράμμισε ότι αποτελεί μόνο την αρχή "σε μια μακρά σειρά μέτρων και πολιτικών που πρέπει να ακολουθήσουμε".
"Το έλλειμμα αξιοπιστίας που μας χαρακτηρίζει αυτή τη στιγμή απαιτεί να πείσουμε τους εταίρους μας και τις αγορές για τη σταθερότητα των προθέσεων μας. Η απαρέγκλιτη εφαρμογή του προγράμματος στο αμέσως επόμενο διάστημα και μόνο θα μειώσει τις πιέσεις που μας ασκούνται", τόνισε.
"Να ξεκινήσουμε ένα Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης"
Υπογράμμισε παράλληλα ότι χρειάζεται ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για τη μείωση του εθνικού χρέους σε ποσοστό του ΑΕΠ σε επίπεδα κάτω από το 100%.
"Για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να ενεργήσουμε ταυτόχρονα και άμεσα τόσο στον αριθμητή του κλάσματος, δηλαδή το δημόσιο χρέος σε απόλυτα νούμερα, όσο και στον παρανομαστή, δηλαδή το μέγεθος του εθνικού εισοδήματος της χώρας", σημείωσε χαρακτηριστικά.
Όπως επισήμανε, πρώτη κίνηση "θα ήταν να τεθεί άμεσα ένας πρόσθετος φιλόδοξος στόχος μείωσης του Δημοσίου χρέους ίσως και 10-15% μονάδων του ΑΕΠ μέσα στα επόμενα 3-4 χρόνια που θα πρέπει να επιτευχθεί αποκλειστικά από ένα πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων Δημοσίων Επιχειρήσεων, αξιοποίησης ή και σταδιακής πώλησης ακίνητης περιουσίας την οποία το Δημόσιο διαθέτει και η οποία έχει μεγάλη αξία".
"Η πραγματοποίηση ενός τέτοιου στόχου με θεσμική κατοχύρωση, ώστε να δεσμεύονται και όλες οι μελλοντικές κυβερνήσεις, θα πείσει τις αγορές για τις προθέσεις μας και θα οδηγήσει σε παγίωση του κόστους δανεισμού σε χαμηλά επίπεδα και σε αύξηση της ρευστότητας της οικονομίας μας. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να θεσπιστεί θεσμικά, η οποιαδήποτε πώληση περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου, να διατίθεται αποκλειστικά προς μείωση του χρέους. Θα πρέπει να εξετασθεί ακόμα και η συνταγματική κατοχύρωση του στόχου που θα τεθεί, ώστε να πεισθούν οι δανειστές μας για την αξιοπιστία των προθέσεων μας",
"Τέλος, για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του Δημοσίου, θα πρέπει να εξετασθεί, η δυνατότητα έκδοσης μακροχρόνιων ομολόγων του Ελληνικού Κράτους με τη μορφή «covered bonds», δηλαδή με εγγύηση ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, ούτως ώστε να επιτευχθούν χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού".
Συμπλήρωσε ότι η προσπάθεια μείωσης του ελλείμματος και του χρέους θα πρέπει να συνοδευτεί από μία προσπάθεια ενίσχυσης της εμπιστοσύνης των επενδυτών στη χώρα μας, στις προοπτικές της, στις δυνατότητές της και στα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα.
Σε αυτό το πλαίσιο, υπογράμμισε, "πρέπει να ξεκινήσει, έστω και με καθυστέρηση, ένα Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης της Οικονομίας μας, ενισχύοντας την εξωστρέφεια και την ανταγωνιστικότητά της, και προβάλλοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χώρας μας στο πεδίο του διεθνούς ανταγωνισμού".
Τί είπαν οι κ.κ. Τ. Κολλίντζας, Ν. Μηταράκης
Στο πρόγραμμα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες και απειλεί την πραγματική οικονομία αναφέρθηκε ο κ. Τρύφων Κολλίντζας, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Attica Bank.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση, σημείωσε ο κ. Μπαλλής "ανέδειξε στον υπερθετικό βαθμό τις δημοσιονομικές ανισορροπίες της χώρας μας, το διευρυμένο έλλειμμα και το υψηλό δημόσιο χρέος, αλλά πάνω απ΄ όλα ανέδειξε την πολύ χαμηλή ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας".
Ο κ. Μπαλλής έκανε λόγο για "ελληνική πρωτοτυπία" στο γεγονός ότι "ενώ σε ισχυρές δυτικές οικονομίες τα προβλήματα προκλήθηκαν από το τραπεζικό τους σύστημα και την μεγάλη έκθεσή τους σε προϊόντα υψηλού κινδύνου, στην περίπτωση της χώρας μας ένα καθ΄ όλα υγιές τραπεζικό σύστημα κινδυνεύει να υπονομευθεί από τις υπερβάλλουσες δημοσιονομικές ανισορροπίες της χώρας".
Υπογράμμισε παράλληλα ότι στην Ελλάδα "ο υγιής τραπεζικός κλάδος που αποτελεί ουσιαστικό μοχλό στήριξης της οικονομίας και πόλο έλξης ξένων κεφαλαίων, λοιδορείται και δαιμονοποιείται από τα ΜΜΕ αλλά και από μέρος του πολιτικού δυναμικού".
Ο κ. Μπαλλής κρούει τον κώδωνα του κινδύνου από το έλλειμμα εμπιστοσύνης στην αξιοπιστία της χώρας το οποίο -όπως επισημαίνει- "έχει μετρήσιμο και άμεσο αντίκτυπο στο κόστος δανεισμού".
"Η πρόσβαση στις διεθνείς χρηματαγορές έγινε ακόμα δυσκολότερη και ιδιαίτερα δαπανηρή οδηγώντας σε περαιτέρω μείωση της ρευστότητας της οικονομίας σε μια περίοδο που η ανάπτυξη της Ελλάδας δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί από εσωτερικές πηγές χρηματοδότησης".
Σημείωσε ταυτόχρονα ότι τις τελευταίες δύο βδομάδες "βιώνουμε μία πρωτοφανή επίθεση κερδοσκοπικών κεφαλαίων η οποία χτύπησε εστιασμένα σε πρώτη φάση την Ελλάδα, για να διαπιστώσουμε στην συνέχεια ότι στόχος είναι ολόκληρος ο Ευρωπαϊκός Νότος και το ίδιο το Ενιαίο Νόμισμα".
Αναφέρθηκε στα παράδοξα και τις υπερβολές των αγορών επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα, χώρα-μέλος της Ευρωζώνης έφθασε να δανείζεται ακριβότερα από χώρες όπως η Αίγυπτος και η Κολομβία, ενώ υπογράμμισε ότι η μόνη πειστική απάντηση είναι η ανάληψη γενναίων αποφάσεων.
"Πρέπει επιτέλους να απαντήσουμε σαν έθνος σε όλα αυτά, παίρνοντας την τύχη στα χέρια μας, παίρνοντας θαρραλέες αποφάσεις, όπως αυτήν του σταθεροποιητικού προγράμματος, και των συνακόλουθων μέτρων αναμόρφωσης του ασφαλιστικού και φορολογικού συστήματος".
Χαρακτήρισε "σωστή απάντηση στην κρίση" το πρόγραμμα σταθερότητας, ωστόσο υπογράμμισε ότι αποτελεί μόνο την αρχή "σε μια μακρά σειρά μέτρων και πολιτικών που πρέπει να ακολουθήσουμε".
"Το έλλειμμα αξιοπιστίας που μας χαρακτηρίζει αυτή τη στιγμή απαιτεί να πείσουμε τους εταίρους μας και τις αγορές για τη σταθερότητα των προθέσεων μας. Η απαρέγκλιτη εφαρμογή του προγράμματος στο αμέσως επόμενο διάστημα και μόνο θα μειώσει τις πιέσεις που μας ασκούνται", τόνισε.
"Να ξεκινήσουμε ένα Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης"
Υπογράμμισε παράλληλα ότι χρειάζεται ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για τη μείωση του εθνικού χρέους σε ποσοστό του ΑΕΠ σε επίπεδα κάτω από το 100%.
"Για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να ενεργήσουμε ταυτόχρονα και άμεσα τόσο στον αριθμητή του κλάσματος, δηλαδή το δημόσιο χρέος σε απόλυτα νούμερα, όσο και στον παρανομαστή, δηλαδή το μέγεθος του εθνικού εισοδήματος της χώρας", σημείωσε χαρακτηριστικά.
Όπως επισήμανε, πρώτη κίνηση "θα ήταν να τεθεί άμεσα ένας πρόσθετος φιλόδοξος στόχος μείωσης του Δημοσίου χρέους ίσως και 10-15% μονάδων του ΑΕΠ μέσα στα επόμενα 3-4 χρόνια που θα πρέπει να επιτευχθεί αποκλειστικά από ένα πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων Δημοσίων Επιχειρήσεων, αξιοποίησης ή και σταδιακής πώλησης ακίνητης περιουσίας την οποία το Δημόσιο διαθέτει και η οποία έχει μεγάλη αξία".
"Η πραγματοποίηση ενός τέτοιου στόχου με θεσμική κατοχύρωση, ώστε να δεσμεύονται και όλες οι μελλοντικές κυβερνήσεις, θα πείσει τις αγορές για τις προθέσεις μας και θα οδηγήσει σε παγίωση του κόστους δανεισμού σε χαμηλά επίπεδα και σε αύξηση της ρευστότητας της οικονομίας μας. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να θεσπιστεί θεσμικά, η οποιαδήποτε πώληση περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου, να διατίθεται αποκλειστικά προς μείωση του χρέους. Θα πρέπει να εξετασθεί ακόμα και η συνταγματική κατοχύρωση του στόχου που θα τεθεί, ώστε να πεισθούν οι δανειστές μας για την αξιοπιστία των προθέσεων μας",
"Τέλος, για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του Δημοσίου, θα πρέπει να εξετασθεί, η δυνατότητα έκδοσης μακροχρόνιων ομολόγων του Ελληνικού Κράτους με τη μορφή «covered bonds», δηλαδή με εγγύηση ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, ούτως ώστε να επιτευχθούν χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού".
Συμπλήρωσε ότι η προσπάθεια μείωσης του ελλείμματος και του χρέους θα πρέπει να συνοδευτεί από μία προσπάθεια ενίσχυσης της εμπιστοσύνης των επενδυτών στη χώρα μας, στις προοπτικές της, στις δυνατότητές της και στα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα.
Σε αυτό το πλαίσιο, υπογράμμισε, "πρέπει να ξεκινήσει, έστω και με καθυστέρηση, ένα Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης της Οικονομίας μας, ενισχύοντας την εξωστρέφεια και την ανταγωνιστικότητά της, και προβάλλοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χώρας μας στο πεδίο του διεθνούς ανταγωνισμού".
Τί είπαν οι κ.κ. Τ. Κολλίντζας, Ν. Μηταράκης
Στο πρόγραμμα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες και απειλεί την πραγματική οικονομία αναφέρθηκε ο κ. Τρύφων Κολλίντζας, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Attica Bank.
Όπως είπε, η ύφεση ήρθε στην Ελλάδα με ένα χρόνο καθυστέρηση, στις αρχές του 2009 και τώρα που οι άλλες οικονομίες βγαίνουν από την ύφεση, στην Ελλάδα η ύφεση θα παραμείνει έως τα τέλη του 2010.
Σύμφωνα με τον κ. Κολλίντζα, “η διατήρηση επαρκούς ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα τα επόμενα χρόνια εξαρτάται από τη δημοσιονομική εξυγίανση. Η κυβέρνηση θα πρέπει να δείξει αποφασιστικότητα στην υλοποίηση του ΠΣΑ, να περιορίσει τα μέτρα που επιδρούν αρνητικά στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών και να δημιουργήσει κίνητρα για την προσέλκυση καταθέσεων. Η ΤτΕ θα πρέπει αν πληροφορεί τις τράπεζες για τις συστημικές εξελίξεις όσο πιο γρήγορα γίνεται, ενώ οι κυβερνήσεις των χωρών της Ευρωζώνης θα πρέπει να θεσμοθετήσουν πολιτικές για την αντιμετώπιση ακραίων οικονομικών διαταραχών στις χώρες-μέλη”.
Ο κ. Κολλίντζας υποστήριξε ότι ο περιορισμός του ελλείμματος δεν έχει υφεσιακά αποτελέσματα όπως δυστυχώς υποστηρίζει η ρητορική που έχει αναπτυχθεί στην Ελλάδα. Το ΠΣΑ θα πρέπει να αποδειχθεί και στην πράξη καλό. Όσο για τις τράπεζες, είπε, αυτές θα πρέπει να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια με τους μετόχους να βάζουν βαθιά το χέρι στις τσέπες, να μειώσουν το λειτουργικό κόστος και να ανταγωνιστούν για τις καταθέσεις. Όλα αυτά οδηγούν σε υψηλότερη συγκέντρωση στην αγορά.
“Το 2010, το μέγα ζητούμενο είναι αν οι αγορές θα πιστέψουν ότι η ανάκαμψη θα έχει συνέχεια”, είπε από την πλευρά του ο κ. Νότης Μηταράκης, αντιπρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Τραπεζιτών Μεγάλης Βρετανίας. Για την Ελλάδα είπε ότι το πρόβλημα δεν είναι το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού, αλλά κυρίως το συσσωρευμένο δημόσιο χρέος και το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας που μειώνει την αισιοδοξία για την ανάπτυξη. Όπως είπε, η Ελλάδα δεν εκμεταλλεύτηκε τα καλά χρόνια αλλά αντιθέτως επέδειξε κακοδιαχείριση, τεράστια αναποτελεσματικότητα και φοροδιαφυγή. Όπως οι διεθνείς αγορές άργησαν να αντιληφθούν το πρόβλημα της Ελλάδας, έτσι θα απαιτήσουν τώρα μεγαλύτερο χρόνο για να πειστούν ότι θα μπούμε σε σταθεροποίηση και ανάπτυξη. Ο κ. Μηταράκης ήταν επικριτικός και στη στάση της ΕΚΤ αλλά και για την καθυστερημένη αντίδραση των εταίρων μας που άφησαν περιθώριο και έντονη κερδοσκοπία. Όπως είπε “είναι λάθος να παρεμβαίνουν οι οίκοι αξιολόγησης στις σχέσεις της ΕΚΤ και των κρατών-μελών και η ΕΚΤ θα έπρεπε να δέχεται τα ομόλογα των κρατών-μελών ως αξιόπιστα”.
Για την επιστροφή των ξένων επενδυτών στην Ελλάδα, είπε ότι θα απαιτηθεί πρώτα αντιστροφή του κλίματος και αυτό όταν αποδειχτεί ότι η κυβέρνηση θα υλοποιήσει το ΠΣΑ. Τέλος, είπε ότι πρέπει αν προσελκυθούν επενδυτικά κεφάλαια και ο ρόλος των τραπεζών σε αυτό θα είναι σημαντικός.