Εθνική Τράπεζα: "Πρωτοφανείς" οι εισαγόμενες πληθωριστικές πιέσεις
Τρίτη, 02-Σεπ-2008 14:04
«Οι διαρθρωτικές αδυναμίες» της ελληνικής οικονομίας «και η ισχυρή εγχώρια ζήτηση ενισχύουν τις εισαγόμενες πληθωριστικές πιέσεις που πηγάζουν από τις ανατιμήσεις πετρελαίου και τροφίμων διεθνώς», σύμφωνα με έκθεση της Διεύθυνσης Σχεδιασμού και Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, με ημερομηνία 2 Σεπτεμβρίου 2008.
Η ΕΤΕ επισημαίνει ότι «μολονότι η Ελλάδα διανύει τον όγδοο χρόνο της εντός της ΟΝΕ, η διαφορά πληθωρισμού από το μέσο όρο της ευρωζώνης παραμένει σημαντική – υπερβαίνοντας τη μια ποσοστιαία μονάδα. Παρά την αξιοσημείωτη βελτίωση της παραγωγικότητας κυρίως στον τομέα των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και την αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος στο 92% της ευρωζώνης, ο ελληνικός πληθωρισμός δεν εμφανίζει τάση σύγκλισης με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Συγκεκριμένα ο μέσος πληθωρισμός στην Ελλάδα κατά την τελευταία δεκαετία ήταν 3,4% ήτοι 1,1 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από το μέσο όρο της ευρωζώνης. Ακόμη σημαντικότερη, περίπου 1,3 ποσοστιαίες μονάδες είναι η διαφορά των δομικών πληθωρισμών (όπως υπολογίζονται από τον ρυθμό μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή εξαιρουμένης της επίδρασης των τιμών της ενέργειας και των μη επεξεργασμένων τροφίμων) η οποία αντανακλά σε μεγαλύτερο βαθμό την επίδραση διαρθρωτικών και άλλων παραγόντων στις πληθωριστικές πιέσεις που αντιμετωπίζει η οικονομία μας».
Στην έκθεση χαρακτηρίζεται «πρωτοφανές» για την τελευταία 25ετία το επίπεδο των εισαγόμενων πληθωριστικών πιέσεων, «λόγω της αύξησης των διεθνών τιμών του πετρελαίου και των τροφίμων. H αύξηση των τιμών της ενέργειας κατά 24% σε ετήσια βάση κατά το πρώτο 7μηνο του έτους σε συνδυασμό με τις αυξήσεις των τιμών των τροφίμων κατά 5,5% εκτιμάται ότι προσέθεσαν περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες στον ετήσιο ρυθμό μεταβολής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, οδηγώντας τον κοντά στο 5% τους τελευταίους 3 μήνες. Δεδομένου ότι η εμπειρία δείχνει ότι οι πληθωριστικές πιέσεις μετακυλίονται σταδιακά στο δομικό πληθωρισμό, οι ανησυχίες για το εύρος των επιπτώσεων στην ελληνική οικονομία ενισχύονται».
Μάλιστα, η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ διαπιστώνει ότι «η αύξηση στον εγχώριο δομικό πληθωρισμό από μια ενδεχόμενη αύξηση των τιμών του πετρελαίου της τάξης του 10% είναι κατά 40% υψηλότερη στην Ελλάδα σε σύγκριση με την ευρωζώνη ενώ οι πληθωριστικές επιδράσεις διαρκούν για σημαντικά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα». Ο δομικός πληθωρισμός, όπως επισημαίνεται, διαμορφώθηκε στο 3,7% στο β’ τρίμηνο του έτους και αναμένεται να κορυφωθεί στο δ’ τρίμηνο του 2008, οπότε εκτιμάται ότι θα υπερβεί το 4,2%, ενώ η διαφορά από τον αντίστοιχο πληθωρισμό της ευρωζώνης θα ξεπεράσει τις 1,5 ποσοστιαίες μονάδες».
Η ανάλυση της ΕΤΕ καταδεικνύει ότι η ισχύς και η διάρκεια των πληθωριστικών πιέσεων στην ελληνική οικονομία απορρέει από την «ισχυρή εγχώρια ζήτηση», τον «υψηλό βαθμό εξάρτησης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας από την χρήση πετρελαίου τόσο σε οικιακό αλλά κυρίως σε επίπεδο βιομηχανικής παραγωγής» και τις «διαρθρωτικές ακαμψίες τόσο των αγορών προϊόντων και αγαθών όσο και της αγοράς εργασίας οι οποίες ενισχύουν τη μετακύλιση των πληθωριστικών επιδράσεων στην οικονομία».
Μάλιστα, η ΕΤΕ εκτιμά ότι πάνω από το 50% της διαφοράς πληθωρισμών μεταξύ Ελλάδας και ευρωζώνης μπορεί να αποδοθεί στην επίδραση διαρθρωτικών παραγόντων ενώ η υπερβάλλουσα ζήτηση και οι ανατιμήσεις ενέργειας ευθύνονται για το υπόλοιπο της διαφοράς. «Ως εκ τούτου η ανάγκη για περισσότερες μεταρρυθμίσεις είναι επιτακτική ώστε να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας», υπογραμμίζει η σχετική μελέτη.
Το βασικό σενάριο της Διεύθυνσης Σχεδιασμού και Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ για τον πληθωρισμό προβλέπει «σταδιακή αποκλιμάκωση στο ρυθμό μεταβολής του ΔΤΚ στο γ’ και κυρίως δ’ τρίμηνο του έτους στο 4% περίπου, το οποίο συνεπάγεται μέσο ετήσιο πληθωρισμό της τάξης του 4,4% το 2008 και επιβράδυνσή του στο 3,4% το 2009. Ο δομικός όμως πληθωρισμός θα επιταχυνθεί στο 4,2% στο 4ο τρίμηνο του έτους και θα παραμείνει σε υψηλό επίπεδο (3,7% κατά μέσο όρο) για όλο το 2009 αντανακλώντας το ρόλο των προαναφερθέντων παραγόντων στη μετάδοση των πληθωριστικών πιέσεων στην ελληνική οικονομία».