Μελέτη ΕΤΕ: Τα νησιά χρειάζονται μεγαλύτερες επενδύσεις για να διαχειριστούν τον όγκο των τουριστών

Πέμπτη, 18-Δεκ-2025 08:09

175092534

Της Βίκυς Κουρλιμπίνη

Την ανάγκη για μεγαλύτερες επενδύσεις στα νησιά, προκειμένου να μπορέσουν να διαχειριστούν τον διαρκώς αυξανόμενο όγκο τουριστών, καταδεικνύει μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του ετήσιο συνέδριο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων.

Όπως ανέφερε η Τζέση Βουμβάκη, Αναπληρώτρια Διευθύντρια Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ, στην ενότητα με τίτλο "Οι υποδομές ως καταλύτης για τον ελληνικό τουρισμό", εκτός από τα 2,3 δισ. ευρώ που είναι οι ετήσιες επενδύσεις στα ελληνικά νησιά για έργα μεταφορών και υποδομές ενέργειας και ύδρευσης, θα πρέπει να προστεθούν ακόμη 1,3 δισ. λόγω αυξημένης τουριστικής κίνησης κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

Την ίδια ώρα, το μερίδιο της Ελλάδας στον παγκόσμιο τουρισμό καταγράφει σημαντική άνοδο. Αν και μεταξύ 1994 και 2019 παρέμενε σταθερά γύρω στο 1,9% των διεθνών αφίξεων, οι τελευταίες εκτιμήσεις για την περίοδο 2023-2025 δείχνουν αύξηση στο 2,5%. Πρόκειται για ένα αξιοσημείωτο ποσοστό, ειδικά αν ληφθεί υπόψη ότι το συνολικό διεθνές μερίδιο της χώρας σε άλλους οικονομικούς τομείς παραμένει μόλις στο 0,1%.

Οι προβλέψεις για τον ελληνικό τουρισμό έως το 2040 είναι ιδιαίτερα αισιόδοξες. Με βάση τα τρέχοντα δεδομένα, οι αφίξεις εκτός κρουαζιέρας θα μπορούσαν να φτάσουν τα 55 εκατομμύρια, σημειώνοντας αύξηση κατά 18 εκατομμύρια σε σχέση με το 2025, ενώ οι συνολικές εισπράξεις εκτιμώνται στα 36 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή επιπλέον 14 δισεκατομμύρια σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα.

Σημαντικό ρόλο σε αυτή την ανάπτυξη θα παίξουν οι αγορές υψηλής δαπάνης, όπως οι ΗΠΑ και η Ασία, καθώς και η αυξανόμενη προτίμηση των ταξιδιωτών σε λιγότερο γνωστούς προορισμούς και περιόδους εκτός αιχμής. Εάν τα ελληνικά νησιά καταφέρουν να εκμεταλλευτούν αυτές τις τάσεις με στρατηγικό τρόπο, υπάρχει δυνατότητα να αυξηθεί η δαπάνη ανά τουρίστα κατά περίπου 15% έως το 2035. Παράλληλα, θα μπορούσε να μειωθεί η συγκέντρωση των αφίξεων τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο από 42% σε 34%, συμβάλλοντας σε πιο ομαλή και βιώσιμη κατανομή της τουριστικής κίνησης, όπως αναφέρθηκε.