ΕΔΣ: Καμπανάκι για τη μετά το Ταμείο Ανακαμψης εποχή για να αποφευχθεί οικονομική επιβράδυνση - Συμβατοί με τους δημοσιονομικούς κανόνες οι προϋπολογισμοί ως το 2028
Παρασκευή, 12-Δεκ-2025 12:00
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: 13.24
Του Τάσου Δασόπουλου
Τη συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ώστε να αποφευχθεί μεγάλη οικονομική επιβράδυνση μετά το τέλος του Ταμείου Ανακαμψης και Ανθεκτικότητας συστήνει το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψιν του και τις εκτιμήσεις των διεθνών οργανισμών για την περίοδο μετά το 2026.
Όπως τονίζεται, η ανάπτυξη αναμένεται να διατηρηθεί κοντά στο 2% έως το 2027, με την εγχώρια ζήτηση να παραμένει ο βασικός κινητήριος μοχλός της οικονομικής δραστηριότητας, υποστηριζόμενη από την ολοκλήρωση των επενδύσεων του ΤΑΑ και τη συνεχιζόμενη άνοδο της απασχόλησης.
Πιο συγκεκριμένα, ο μέσος αναμενόμενος ρυθμός ανάπτυξης ολόκληρης της περιόδου 2026-2029 είναι 1,8%, με κύριους μοχλούς ανάπτυξης τις επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από το ΤΑΑ και την ιδιωτική κατανάλωση. Ωστόσο, οι επενδύσεις αναμένεται να παρουσιάσουν μειωμένη συνεισφορά στην οικονομική δραστηριότητα, καθώς η επίδρασή τους εξασθενεί προς τα τελευταία έτη της περιόδου αυτής και ιδιαίτερα μετά τη λήξη του ΤΑΑ.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Debt Sustainability Monitor, Μάιος 2025) προβλέπει για την περίοδο 2025-2029 κατά μέσο όρο 1,3% ρυθμό μεγέθυνσης σύμφωνα με το σενάριο βάσης, ενώ λιγότερο συντηρητικά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ, World Economic Outlook, Απρίλιος 2025) προβλέπει 1,7% για την ίδια περίοδο.
Συνεπώς, είναι καθοριστικές οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να αυξηθεί η παραγωγικότητα και να καταστεί ανθεκτική η αναπτυξιακή πορεία πέρα από το 2027, μετά τη λήξη του ΤΑΑ.
Συμβατοί με τους δημοσιονομικούς κανόνες
Στην έκθεση το ΕΔΣ αναφέρει ότι για τα έτη 2027 και 2028, η αύξηση των καθαρών δαπανών προβλέπεται ότι θα παραμείνει εντός του εγκεκριμένου ετήσιου ορίου. Για το έτος 2029, το ανώτατο όριο αύξησης των καθαρών δαπανών θα τεθεί με το επόμενο ΜΔΣ που αναμένεται να υποβληθεί την άνοιξη του 2028.
Εξηγώντας, σημειώνει ότι με τον ΠΔΠ 2026-2029, προβλέπεται ότι η ετήσια αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης για το 2025 θα είναι 4,4% και για το 2026 5,7%, ποσοστά τα οποία υπερβαίνουν το ανώτατο ετήσιο όριο του 3,7% και 3,6% αντίστοιχα, που έχουν καθοριστεί στο ΜΔΣ 2025-2028 και εγκριθεί από το Συμβούλιο.
Οι εκτιμήσεις είναι συμβατές με το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο, καθώς η πραγματική ετήσια μεταβολή που καταγράφηκε το 2024 ήταν -0,2% (ή 0,23 δισ. ευρώ), δηλαδή χαμηλότερη από το προβλεπόμενο ετήσιο όριο, δημιουργώντας έτσι δημοσιονομικό περιθώριο για υψηλότερες καθαρές πρωτογενείς δαπάνες την περίοδο 2025-2028. Η θετική αυτή απόκλιση αποδίδεται κυρίως στη μεγαλύτερη του αναμενόμενου επίδραση των μέτρων ενεργητικής δημοσιονομικής πολιτικής και συγκεκριμένα των μέτρων για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής, καθώς και στη χαμηλότερη από την αναμενόμενη συνολική δαπάνη της Γενικής Κυβέρνησης.
Επιπλέον, σύμφωνα με το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο, επιτρέπεται ετήσια απόκλιση της τάξεως των 0,3 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ (περίπου 0,75 δισ. ευρώ), παρέχοντας επιπλέον ευελιξία. Τέλος, η εθνική ρήτρα διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες, όπως προβλέπεται στον Κανονισμό (ΕΕ) 2024/1263, παρέχει μια επιπλέον δυνατότητα απόκλισης από την εγκεκριμένη πορεία των καθαρών δαπανών, η οποία ευνοεί τις δαπάνες του 2026.
Συγκεκριμένα, οι αμυντικές δαπάνες εκτιμώνται αυξημένες κατά περίπου 0,1% του ΑΕΠ για το έτος 2025 και 0,3% του ΑΕΠ για το 2026, σε σύγκριση με το έτος βάσης 2024.
Δείτε ολόκληρη την Έκθεση εδώ