Η αύξηση των αμυντικών δαπανών και πόσο απειλεί τις παροχές
Κυριακή, 05-Οκτ-2025 16:00
του Τάσου Δασόπουλου
Σε μια δύσκολη άσκηση λεπτών ισορροπιών βάζει και την Ελλάδα ο πολεμικός πυρετός ο οποίος έχει προσβάλει την Ανατολική Ευρώπη. Σε περίπτωση απώλειας της ισορροπίας που θέλει υποχρεωτικά υψηλές αμυντικές δαπάνες και δημοσιονομική προσαρμογή, μπορεί να μηδενίσει το πρόγραμμα ελαφρύνσεων ή να επαναφέρει τη χώρα στα Μνημόνια.
Ο Μάριο Ντράγκι, έναν χρόνο μετά την παρουσίαση της έκθεσής του για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην πρόταση για ετήσιες πρόσθετες επενδύσεις 800 δισ. ευρώ για να καλυφθεί το κενό με ΗΠΑ και Κίνα, μίλησε πριν από λίγες μέρες για επιπλέον δαπάνες 510 δισ. ευρώ για την άμυνα. Τούτο, όταν όλοι γνωρίζουν ότι οι μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης, η Γαλλία και η Ιταλία, αλλά και 21 από τις 27 χώρες της Ε.Ε., αντιμετωπίζουν ήδη σοβαρό δημοσιονομικό πρόβλημα ή τουλάχιστον υψηλό έλλειμμα.
Η Αθήνα, για τους γνωστούς λόγους, είχε πάντα υψηλές αμυντικές δαπάνες, τις οποίες αναγκάστηκε να περιορίσει κατά την πολυετή κρίση, για να ανακτήσει τη δημοσιονομική της ισορροπία. Μετά την κρίση, όμως, ήταν από τις χώρες με τις υψηλότερες δαπάνες άμυνας στο ΝΑΤΟ. Φέτος αναμένεται ότι θα έχει δαπάνες κοντά στο 3% του ΑΕΠ, ενώ και το 2026 αναμένεται να κινηθεί πάνω από το 3% του ΑΕΠ σε ό,τι αφορά τις δαπάνες εξοπλισμών.
Τούτο διότι η Κομισιόν, στο κείμενο με το οποίο ενέκρινε τη ρήτρα διαφυγής της Ελλάδας, τονίζει ότι σε κάθε στιγμή το έλλειμμα (χωρίς να υπολογίζεται η αύξηση των αμυντικών δαπανών) θα πρέπει να παραμένει κάτω από 3% του ΑΕΠ. Ωστόσο τα δάνεια για άμυνα, τα οποία θα μετατρέπονται σε δαπάνες, θα περιορίσουν σημαντικά τα περιθώρια για κάθε άλλου είδους μειώσεις φόρων και εισοδηματικές ενισχύσεις, οι οποίες είναι απαραίτητες για να καλυφθεί η υστέρηση κατά 33% που έχουν τα εισοδήματα στην Ελλάδα με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Θέλοντας κάποιος να έχει όλα, θα κινδυνέψει να μπει στην περιπέτεια του φαύλου κύκλου των ελλειμμάτων, στον οποίο μπήκε η Ελλάδα το 2010.
Ωστόσο η πρόσφατη συμφωνία στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, για αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% για τις χώρες της Ε.Ε. οι οποίες είναι μέλη της Συμμαχίας, φτάνει ακόμα και τη "σπάταλη" περί τα εξοπλιστικά της Ελλάδα στα όριά της. Τούτο διότι, ενώ υπάρχει άμεση ανάγκη για ταχεία αύξηση των εισοδημάτων, η οποία χρειάζεται και χρηματοδότηση, το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων θα πηγαίνει στην άμυνα. Μάλιστα, λόγω της απαραίτητης μυστικότητας που θα πρέπει να έχει ένα εθνικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, η πορεία υλοποίησής του θα επικοινωνείται δημόσια μόνο κατά ένα μέρος.
Λεπτές ισορροπίες
Η Ελλάδα έχει ως πάγια υποχρέωση να παράγει κάθε χρόνο πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από το 2% του ΑΕΠ και να μειώνει σταθερά το χρέος της σε ορίζοντα τουλάχιστον 3 δεκαετιών. Ο ρυθμός μείωσης του χρέους, σύμφωνα με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, είναι τουλάχιστον 1% ΑΕΠ τον χρόνο, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι, για να φτάσει σε ένα πιο εύκολα διαχειρίσιμο χρέος, η Ελλάδα θα πρέπει να το μειώνει κατά τουλάχιστον 5% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση. Όλα αυτά επιτυγχάνονται και με το παραπάνω από το 2018 μέχρι και σήμερα, με εξαίρεση τις χρονιές της πανδημίας, δηλαδή το 2020 και το 2021. Η νέα πραγματικότητα με τις αμυντικές δαπάνες αλλάζει το σκηνικό. Η ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες για την Ελλάδα και άλλες 16 χώρες της Ε.Ε. δεν λύνει το πρόβλημα. Το μεταφέρει στο μέλλον.
Το "φρένο"
Στο κείμενο για την έγκριση της ρήτρας για την Ελλάδα η Κομισιόν δεν παρέλειψε να βάλει και ένα έμμεσο "φρένο" σε μια ανεξέλεγκτη αύξηση των πρωτογενών δαπανών από την Ελλάδα, για τις ανάγκες της άμυνας. Συγκεκριμένα, σχολιάζοντας την επίπτωση σε έλλειμμα και χρέος, τόνιζε ότι πιθανότατα η επίπτωση αυτή θα απαιτούσε πρόσθετη δημοσιονομική προσαρμογή μετά την περίοδο ενεργοποίησης της εθνικής ρήτρας διαφυγής, προκειμένου να πληρούνται οι απαιτήσεις του δημοσιονομικού πλαισίου. Τούτο ιδιαίτερα στη συνθήκη της διασφάλισης ότι ο λόγος χρέους τίθεται ή παραμένει σε "εύλογα καθοδική πορεία" ή παραμένει σε συνετά επίπεδα κάτω του 60% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα.