Το στοίχημα της διπλής παρέμβασης σε μισθούς και φόρους

Δευτέρα, 04-Νοε-2024 11:00

Το στοίχημα της διπλής παρέμβασης σε μισθούς και φόρους

Του Τάσου Δασόπουλου 

Η άνοδος της αγοραστικής δύναμης των εισοδημάτων, από το 67% του μέσου ευρωπαϊκού όρου που μετρήθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο από την Eurostat, θα κρίνει την αποτελεσματικότητα των εξαγγελιών για μειώσεις φόρων και αυξήσεις εισοδημάτων, τις οποίες εξαγγέλλει σταδιακά ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης  για τα έτη μέχρι και το 2027. 

Ως γνωστό, το κυβερνητικό σχέδιο, όπως ξεδιπλώνεται τις τελευταίες ημέρες από τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού, περιλαμβάνει μέτρα που αφορούν στη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για τη λεγόμενη "μεσαία τάξη", τη μείωση των τεκμηρίων για τους μη μισθωτούς, τη συνέχιση των αυξήσεων στις συντάξεις, αλλά και των εισοδημάτων στο δημόσιο, σε σύνδεση με την αύξηση της παραγωγικότητας. Παράλληλα, σε επίπεδο εισοδημάτων, υπάρχει σταθερή και η δέσμευση για την αύξηση του κατώτερου μισθού στα 950 ευρώ και του μέσου μισθού στα 1500 ευρώ. 

Η εφαρμογή των μέτρων αναμένεται να εκτυλιχθεί για τα έτη από το 2025 μέχρι το 2027, ανάλογα με τον δημοσιονομικό χώρο που θα δημιουργεί η υπεραπόδοση των εσόδων. Στην κατεύθυνση αυτή, υπάρχουν πολλές προσδοκίες από την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, η οποία αναμένεται να αποδίδει σε ετήσια βάση περίπου 2,5 δισ. πρόσθετα έσοδα, με τα οποία θα χρηματοδοτηθούν σε μόνιμη βάση τις νέες παρεμβάσεις.

Κλειδί η απόδοση των μέτρων 

Ωστόσο, πέρα από τον σχεδιασμό το "κλειδί" για τη θετική αποδοχή των μέτρων αυτών, είναι η απόδοση της στην πραγματική οικονομία και την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων. 

Με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο και πιο δυσεπίλυτο πρόβλημα είναι η ακρίβεια, το μήνυμα που εκπέμπει η Κυβέρνηση είναι ότι το αντίδοτο στις υψηλές τιμές προϊόντων και υπηρεσιών είναι μόνο η αύξηση των εισοδημάτων. 

Το 2024 με το αυξημένο κόστος ζωής, ο στόχος για τον κατώτερο και το μέσο μισθό δεν μπορούν να χαρακτηριστούν φιλόδοξοι. Οι αυξήσεις στους μισθούς στην Ελλάδα, όπως καταγράφονται από την ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία, είναι από τις υψηλότερες στην ΕΕ, αλλά η απόσταση που θα πρέπει να διανύσουν για να φτάσουν στον μέσο όρο της ΕΕ είναι μεγάλη.

Βασικό στοιχείο για τα νέα μέτρα θα πρέπει να είναι η αύξηση των εισοδημάτων να είναι οριζόντια και αναλογική. Με άλλα λόγια θα πρέπει να δουν όλοι αύξηση των εισοδημάτων τους και ταυτόχρονα μείωση του κινδύνου φτώχειας. Μάλιστα, σε ορίζοντα χρόνου, θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν ότι μια ανάκαμψη της Ευρωζώνης θα σημάνει αυτόματα και μεγαλύτερες αυξήσεις μισθών. Συνεπώς, για να συνεχίσει η Ελλάδα να συγκλίνει με τον μέσο όρο της ΕΕ, θα πρέπει να έχει και ταχύτερους ρυθμούς αύξησης των εισοδημάτων. 

Οι φορολογικές παρεμβάσεις 

Το κλειδί της "λείανσης" των ανισοτήτων θα έρθει με τις παρεμβάσεις που θα γίνουν στο φορολογικό πεδίο, καθώς η μείωση των φόρων είναι πιο συμβατή με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες απ’ ό,τι η αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών. Ειδικότερα, για τους μη μισθωτούς θα προχωρήσει η μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης, σε αντίκρισμα του τεκμαρτού τρόπου φορολόγησης των εισοδημάτων. Σε ό,τι αφορά στη λεγόμενη "μεσαία τάξη", η οποία έμεινε εκτός των επιδομάτων και των έκτακτων ενισχύσεων που δόθηκαν στους οικονομικά ασθενέστερους, κατά τη διάρκεια των διαδοχικών κρίσεων και έχει μείνει ως κενό, μια στοχευμένη ελάφρυνση. Η λεγόμενη μεσαία τάξη, ελαφρύνθηκε από το 2019 μόνο από τις οριζόντιες ελαφρύνσεις (μείωση ΕΝΙΦΙΑ, ασφαλιστικών εισφορών, κατάργηση εισφορά αλληλεγγύης), αλλά δεν υπήρξε από το 2019 μια ελάφρυνση η οποία να αφορά ειδικά τους φορολογούμενους στο εισοδηματικό κλιμάκιο πάνω από τα 25000 ευρώ.

Για τον λόγο αυτό, εξετάζεται τώρα μια αλλαγή στους φορολογικούς συντελεστές η οποία θα ελαφρύνει τη φορολογική επιβάρυνση των τελευταίων ετών.