Δευτέρα, 23-Ιαν-2023 11:35
Citi: Η βουτιά των τιμών του φυσικού αερίου δημιουργεί ανάπτυξη και δημοσιονομικό χώρο για τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης

Της Ελευθερίας Κούρταλη
Η πτώση των τιμών του φυσικού αερίου δεν μειώνει απλώς τον πληθωρισμό και ενισχύει τις προοπτικές ανάπτυξης. Σε όποιες χώρες οι κυβερνήσεις έθεσαν πλαφόν στις τιμές ενέργειας των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, οι δαπάνες θα είναι πολύ χαμηλότερες από αυτές που έχουν προϋπολογιστεί, κατά 0,3%-0,9% του ΑΕΠ ετησίως, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Citi.
Άλλα μέτρα στήριξης, όπως περικοπές έμμεσων φόρων ή εκπτώσεις φόρων θα μπορούσαν να καταργηθούν νωρίτερα, δημιουργώντας ακόμη περισσότερο δημοσιονομικό χώρο. Οι χαμηλότερες ανάγκες δανεισμού θα μπορούσαν επίσης να δημιουργήσουν χώρο για επιτάχυνση του QT της ΕΚΤ.
Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει η Citi, η ταχεία εξισορρόπηση ζήτησης-προσφοράς στην ενεργειακή αγορά της Ευρώπης επέτρεψε πολύ πιο απότομη πτώση των τιμών της ενέργειας από ό,τι αναμενόταν στα τέλη του 2022. Η Citi έχει ήδη αναθεωρήσει ανοδικά την πρόβλεψή της για την πορεία του ΑΕΠ στην ευρωζώνη για το 2023 κατά περίπου 1% και μείωσε τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό κατά παρόμοιο ποσό.
Ωστόσο, όπως τονίζει, οι συνέπειες επεκτείνονται και στον δημοσιονομικό χώρο, καθώς πολλά μέτρα των κυβερνήσεων της ΕΕ για τη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων είχαν προϋπολογιστεί με πολύ υψηλότερες τιμές ενέργειας απ' ό,τι φαίνεται τώρα πιθανό πως θα κινηθούν το 2023.
Με βάση αυτή την εξέλιξη, η αμερικάνικη τράπεζα εξετάζει πόσα μπορεί να εξοικονομήσουν διάφορες κυβερνήσεις και τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τη δημοσιονομική πολιτική το 2023 και το 2024.
Η τιμή του φυσικού αερίου στις αρχές του 2023 είναι πολύ χαμηλότερη απ' ό,τι το φθινόπωρο, όταν πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έκαναν τις υποθέσεις για τους προϋπολογισμούς τους για το 2023.
Τον Νοέμβριο του 2022, οι βραχυπρόθεσμες τιμές φυσικού αερίου (TTF) ήταν κατά μέσο όρο 130 ευρώ/MWh, τον Ιανουάριο του 2023 μέχρι στιγμής κινούνται ακριβώς το μισό από αυτό, στα 65 ευρώ/MWh. Αντικατοπτρίζοντας τις τιμές του φυσικού αερίου, οι τιμές χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας μειώνονται επίσης, από 350 ευρώ/MWh κατά μέσο όρο στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία τον Νοέμβριο σε 194 ευρώ/MWh τον Ιανουάριο του 2023, και εξακολουθούν να παρουσιάζουν πτωτική τάση.
Παρά την πρόσφατη βουτιά πάντως, οι τιμές του φυσικού αερίου παραμένουν περίπου δύο φορές υψηλότερες από τον μέσο όρο πριν από την πανδημία, και οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας τέσσερις φορές υψηλότερες, επισημαίνει η Citi. Ωστόσο, η έκταση της πτώσης είναι αρκετή για να αποφέρει σημαντικές βελτιώσεις στην εικόνα της ανάπτυξης και του πληθωρισμού. Κατά τη Citi, η ανάπτυξη στην ευρωζώνη φέτος θα κινηθεί στο +0,6% (+1,1% σε σχέση με την προηγούμενη πρόβλεψη) και ο πληθωρισμός στο 5,4% (-1% από πριν).
Στην ανάλυσή της, η Citi επικεντρώνεται στα παραδείγματα χωρών όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία για να περιγράψει πώς η βελτιωμένη εικόνα θα επηρεάσει τις δανειακές ανάγκες των κυβερνήσεων, ειδικά σε εκείνες τις χώρες που επέβαλαν πλαφόν στις τιμές της ενέργειας. Συνοπτικά, τα ευρήματά της είναι τα εξής:
Στη Γερμανία, το ανώτατο όριο τιμής φυσικού αερίου για βιομηχανικούς χρήστες θα είναι ελεύθερο στις τρέχουσες τιμές, και το πλαφόν στη λιανική τουλάχιστον 80% φθηνότερο. Επιπλέον, η κυβέρνηση θα εξοικονομήσει χρήματα για την υποστήριξη του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας και, ενδεχομένως, τη διάσωση των εμπόρων αερίου. Η Citi εκτιμά ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού για το 2023 θα είναι 0,9% χαμηλότερο (ή 34 δισ. ευρώ) από το 4,5% του ΑΕΠ που έχει προβλεφθεί, και το 2024 η εξοικονόμηση θα είναι της τάξης του 0,3% ή 12 δισ. ευρώ.
Σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι στη Γερμανία, η γαλλική κυβέρνηση χρηματοδοτούσε τα πλαφόν μέσω φόρων στην παραγωγή ενέργειας. Όπως εκτιμά η Citi, εάν οι τιμές της ενέργειας παραμείνουν στα τρέχοντα επίπεδα, η κυβέρνηση θα εξοικονομήσει περίπου 0,3% του ΑΕΠ το 2023 σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό.
Για την Ιταλία, η επίπτωση θα είναι έμμεσα θετική για τον προϋπολογισμό. Η χώρα δεν έχει ανώτατα όρια τιμών ενέργειας, αλλά θα μπορούσε να καταργήσει σταδιακά τη δαπανηρή στήριξη για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις νωρίτερα απ' ό,τι αναμενόταν προηγουμένως.
Ο δημοσιονομικός αντίκτυπος της πτώσης των τιμών του φυσικού αερίου στον δανεισμό είναι πιθανό να είναι πολύ ασύμμετρος. Μεταξύ των μεγάλων οικονομιών της ευρωζώνης, η Γερμανία φαίνεται ότι θα επωφεληθεί περισσότερο, επειδή τουλάχιστον το ανώτατο όριο της τιμής του φυσικού αερίου προοριζόταν να χρηματοδοτηθεί πλήρως από το χρέος (μέσω του Ταμείου Οικονομικής Σταθεροποίησης - εκτός ισολογισμού), ενώ η Γαλλία χρηματοδοτήθηκε τουλάχιστον εν μέρει από ενεργειακούς φόρους όπου τα έσοδα μειώνονται ανάλογα με τις δαπάνες και η Ιταλία δεν έχει ανώτατα όρια τιμών. Όπως υπολογίζει η Citi, η εξοικονόμηση για τις κυβερνήσεις από τη μείωσή των τιμών της ενέργειας θα κινηθεί έως το 0,9% του ΑΕΠ.
Η πτώση των τιμών της ενέργειας θα μπορούσε επίσης να έχει λιγότερο άμεσες επιπτώσεις στις κυβερνήσεις. Θα μπορούσαν να βρίσκονται υπό λιγότερη πίεση για να στηρίξουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και μπορεί να καταργήσουν σταδιακά μέτρα στήριξης όπως περικοπές έμμεσων φόρων ή πληρωμές κοινωνικής πρόνοιας πιο γρήγορα. Οι ανοδικές αναθεωρήσεις της ανάπτυξης θα είχαν επίσης θετικό αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά.
Όπως επισημαίνει η Citi, καθώς οι τιμές του φυσικού αερίου υποχωρούν και μειώνουν το κόστος των πλαφόν των τιμών της ενέργειας, μειώνουν επίσης τον αντίκτυπο της χαλάρωσής τους. Αυτό θα έχει συνέπειες για τις προβλέψεις της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό για το 2024, όπου η τρέχουσα άνοδος λόγω της χαλάρωσης ειδικά των γερμανικών ανώτατων ορίων τιμών τον Απρίλιο, θα είναι πολύ μικρότερη.
Η ΕΚΤ μπορεί επίσης να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι χαμηλότερες ανάγκες δανεισμού του Δημοσίου δημιουργούν χώρο για ταχύτερη εκκαθάριση του ισολογισμού της. Αυτό εγείρει τον κίνδυνο το Διοικητικό Συμβούλιο να τερματίσει πλήρως τις επανεπενδύσεις APP στο τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2022, όπως καταλήγει η αμερικάνικη τράπεζα.