Alpha Bank: Πρώτη από όλες τις χώρες του Μνημονίου η Ελλάδα στη μείωση των αποδοχών
Παρασκευή, 17-Μαρ-2017 15:59
Παρά την στασιμότητα της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία τρία έτη (2014: +0,4%, 2015: -0,2%, 2016: 0%), η λειτουργία της αγοράς εργασίας δείχνει σημάδια βελτίωσης, όπως αποτυπώνεται στην μείωση του ποσοστού ανεργίας κατά τέσσερις εκατοστιαίες μονάδες την τελευταία τριετία (23,5% το 2016, από 27,5% το 2013), αναφέρει στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων η Alpha Bank. Όπως σημειώνει η τράπεζα, το 2016, ο αριθμός των απασχολουμένων αυξήθηκε για τρίτο συνεχές έτος κατά 1,7%, ενώ παράλληλα, ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε κατά -5,5%.
H μείωση του ποσοστού ανεργίας και η αύξηση της απασχόλησης βοήθησαν στη συγκράτηση των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας ανά μισθωτό (αύξηση κατά 0,2%) το 2016 από -1,9% το 2015. Η αύξηση αυτή, έστω και μικρή, είναι η πρώτη μετά από σειρά ετών αλλά δεν αρκεί για να αποκατασταθεί το χαμένο έδαφος για τους μισθωτούς. Συγκεκριμένα, η σωρευτική μείωση των αποδοχών στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια είναι η μεγαλύτερη μεταξύ των χωρών της Ζώνης του Ευρώ που ακολούθησαν πρόγραμμα προσαρμογής. Η καθίζηση των αμοιβών σε άλλες χώρες δεν έλαβε όμως τις διαστάσεις που έλαβε στην Ελλάδα. Αντιθέτως, η Ιρλανδία αναμένεται να επανέλθει το 2017 στο επίπεδο αμοιβών που επικρατούσαν στην αρχή της κρίσης.
Η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης στον ιδιωτικό τομέα με σκοπό την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας και η δημοσιονομική προσαρμογή στο σκέλος των δαπανών στο δημόσιο τομέα στην περίοδο 2009-2016 επέφεραν σημαντική μείωση στην αναλογία των εργαζομένων που ανήκουν σε εισοδηματικά κλιμάκια άνω των 1100 ευρώ μηνιαίως.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ και της ΕΛΣΤΑΤ οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα μειώθηκαν σε όλα τα εισοδηματικά κλιμάκια άνω των 700 ευρώ και αυξήθηκαν εντυπωσιακά στα εισοδηματικά κλιμάκια κάτω των 700 ευρώ
Εκτός από την εσωτερική υποτίμηση, την εξέλιξη αυτή προκάλεσε και η αύξηση των συμβάσεων μερικής απασχόλησης έναντι εκείνων της πλήρους απασχόλησης στην καθοδική φάση της ανεργίας από το Φθινόπωρο του 2013 και μετά. Αντιθέτως, οι εργαζόμενοι στο δημόσιο τομέα αυξήθηκαν έντονα στις εισοδηματικές κατηγορίες 800-1100 ευρώ και μειώθηκαν σε όλες τις κατηγορίες από 1100 και πάνω. Η αναλογική μείωσή τους μάλιστα σε αυτήν την περιοχή είναι υψηλότερη από ότι για τους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα και συνδέεται με τις ισχυρές οριζόντιες περικοπές στη διάρκεια κυρίως του πρώτου προγράμματος προσαρμογής.
Αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων ήταν η αύξηση της αναλογίας των ατόμων που αμείβονται με λιγότερα από το 60% του διάμεσου ισοδύναμου διαθεσίμου εισοδήματος στο σύνολο των νοικοκυριών (πρόκειται ουσιαστικά για το κατώφλι της σχετικής φτώχειας). Το φαινόμενο αυτό είναι ορατό σε όλες τις χώρες που εφάρμοσαν προγράμματα συσταλτικής δημοσιονομικής πολιτικής.
Tη μεγαλύτερη μετακίνηση κάτω του ορίου σχετικής φτώχειας υπέστησαν κατά τάξη μεγέθους οι άνεργοι, οι μη οικονομικά ενεργοί και οι εργαζόμενοι. Η αναλογία των συνταξιούχων που βρέθηκαν κάτω από το 60% του μέσου όρου μειώθηκε παρά τις περικοπές που υπέστησαν στις αποδοχές τους, επειδή οι τελευταίες ήσαν συγκριτικά μικρότερες έναντι των υπολοίπων κατηγοριών. Στην ελληνική περίπτωση, η συγκριτικά μεγαλύτερη μετακίνηση των ανέργων και των μη οικονομικά ενεργών σε επίπεδα κάτω του ορίου σχετικής φτώχειας υποδηλώνει – εκτός από την ένταση της προσαρμογής – και το αναποτελεσματικό δίχτυ κοινωνικής προστασίας για αυτές τις κατηγορίες.