Κρίσιμες για οικονομία και τράπεζες οι επόμενες τέσσερις εβδομάδες
Τρίτη, 08-Νοε-2016 16:19
Της Νένας Μαλλιάρα
Ένα κρίσιμο διάστημα ενός μηνός μέχρι το επόμενο Eurogroup στις αρχές Δεκεμβρίου, βλέπουν μπροστά τους οι τράπεζες, τη στιγμή που παραμένουν ακόμη ανοιχτά βασικά θέματα που αφορούν στα "κόκκινα" δάνεια και κυρίως η δυστοκία στην ολοκλήρωση των διοικητικών αλλαγών.
Μετά τον ανασχηματισμό που εντείνει την πίεση στα χρονικά περιθώρια εξεύρεσης λύσεων, τραπεζίτες επισημαίνουν στο Capital.gr, ότι από την εκ νέου άφιξη των "Θεσμών" στις 14 Νοεμβρίου, θα απομένουν μόλις τρεις εβδομάδες για να υπάρξει σύγκλιση με τους δανειστές στα κεντρικά προαπαιτούμενα της δεύτερης αξιολόγησης. Στο ίδιο αυτό διάστημα θα πρέπει να επεξεργαστεί και η τεχνική λύση ως προς τα βραχυπρόθεσμα μέτρα διευθέτησης του χρέους, δηλαδή να υπάρξει πρόταση σε τεχνικό επίπεδο που να καλύπτει τα εμπλεκόμενα μέρη: ESM, ελληνικό Δημόσιο, τράπεζες (SSM).
Πρόκειται για το θέμα της διευθέτησης του ελληνικού χρέους αρχικά σε ένα μικρό του μέρος, μέσω των τραπεζών και της ανταλλαγής ομολόγων τους, EFSF κυμαινόμενου επιτοκίου, με νέο ομόλογο έκδοσης ESM με σταθερό επιτόκιο. Για να προχωρήσει η λύση αυτή, υπάρχουν σημαντικά θέματα που πρέπει να διευθετηθούν και δεν αφορούν μόνο τις τράπεζες, οι οποίες θα πρέπει να καλυφθούν ώστε να μην "χτυπηθούν" τα κεφάλαιά τους. Το Capital.gr είχε επισημάνει ότι μεταξύ των βασικών ζητούμενων από πλευράς τραπεζών είναι η βελτίωση του haircut των ενεχύρων τους από την ΕΚΤ και η αποδοχή ως ενεχύρων καλυμμένων ομολογιών.
Το θέμα, πάντως, της αρχικής διευθέτησης του ελληνικού χρέους με την παραπάνω πρακτική δεν είναι τόσο απλό. Για την ακρίβεια, πρέπει να υπάρξει μία αλληλουχία κινήσεων που περνά καταρχήν από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, περνά μετά στην τεχνική λύση για το χρέος, ενώ όλο αυτό θα πρέπει να μπορέσει να "δουλέψει" και πολιτικά.
Αυτό σημαίνει ότι η τεχνική λύση που θα συμφωνηθεί θα πρέπει να αποτελέσει εχέγγυο για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους, καλύπτοντας την μία από τις δύο προϋποθέσεις ώστε η ΕΚΤ να αποφασίσει ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Η άλλη προϋπόθεση είναι η ιδιοκτησία του προγράμματος, η οποία θα πιστοποιηθεί από τη συμφωνία και τη ψήφιση των προαπαιτούμενων της δεύτερης αξιολόγησης. Σημειώνεται ότι κρίσιμος παράγοντας σε όλη αυτή τη διεργασία θα είναι και η στάση που θα τηρήσει το ΔΝΤ και το κατά πόσον θα εμφανιστεί διατεθειμένο να συμμετάσχει για ένα μέρος του δημόσιου χρέους.
Όπως επισημαίνουν οι τραπεζίτες, όλα τα παραπάνω θα κριθούν μέσα στο προσεχές διάστημα του ενός μηνός και μάλιστα τη στιγμή που μεσολαβούν και κρίσιμα γεγονότα εκτός Ελλάδος όπως οι αμερικανικές εκλογές, το συνέδριο του CDU στη Γερμανία, ακόμη και το δημοψήφισμα στην Ιταλία (4/12) για τη συνταγματική μεταρρύθμιση.
Όλα τα παραπάνω, σύμφωνα με τους τραπεζίτες, καθιστούν εξαιρετικά πυκνό σε δράση και καθοριστικό για την πορεία της χώρας το διάστημα μέχρι το επόμενο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου, καθώς μέχρι τότε θα πρέπει να έχει κλείσει η αξιολόγηση και η τεχνική λύση για το χρέος "για να μπορούμε να πούμε ότι είμαστε σε δρόμο επίλυσης".
Όπως επισημαίνουν οι τραπεζίτες, δεν υπάρχει κανέναν περιθώριο παράτασης της αξιολόγησης το 2017, καθώς πρόκειται για έτος εκλογών σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία και το ελληνικό ζήτημα θα μπει στο περιθώριο με βαριές συνέπειες για τη χώρα.
Οι τραπεζίτες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την κρισιμότητα του επόμενου μηνός με δεδομένη την προϊστορία των καθυστερήσεων στην πρώτη αξιολόγηση, η οποία έκλεισε μερικώς το καλοκαίρι του 2016 και το σύνολο των προαπαιτούμενών της ολοκληρώθηκε προ ημερών, όταν θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί από τον χειμώνα του 2015.
Την ανάγκη ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις, τόνισε για μία ακόμη φορά ο διοικητής της ΤτΕ Γ. Στουρνάρας, μιλώντας την περασμένη εβδομάδα στο EU-Arab World Summit "Partners for Growth and Development”, με θέμα τις προοπτικές της Ελλάδας μετά από 6 χρόνια προσαρμογής. Ο διοικητής της ΤτΕ επισήμανε την ανάγκη να επιταχυνθούν οι ρυθμοί εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων, να αντιμετωπιστούν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα των τραπεζών, καθώς επίσης να αντιμετωπιστεί το ζήτημα του δημόσιου χρέους με την εξειδίκευση μέτρων, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις των δανειστών, και να χαλαρώσουν περαιτέρω έως την οριστική άρση τους τα capital controls.