Γ. Στουρνάρας: Να ολοκληρωθεί άμεσα η αξιολόγηση

Τετάρτη, 10-Φεβ-2016 12:48

Γ. Στουρνάρας: Να ολοκληρωθεί άμεσα η αξιολόγηση

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ 13:38

Της Νένας Μαλλιάρα 

Κάθε φορά που αποτυγχάνουμε να περατώσουμε την αξιολόγηση του προγράμματος, το κλίμα εμπιστοσύνης επιβαρύνεται και η επόμενη αξιολόγηση γίνεται πιο δύσκολη, οδηγούμαστε δηλαδή σε φαύλο κύκλο. Αυτή ακριβώς η εμπειρία είναι πολύτιμη, αρκεί να έχουμε τη βούληση να την εμπεδώσουμε.

Τα παραπάνω ανέφερε ο διοικητής της ΤτΕ Γ. Στουρνάρας, στην εισαγωγική τοποθέτησή του στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής των με θέμα τη συζήτηση επί της Ενδιάμεσης Έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2015.

Ο κ. Στουρνάρας εκτίμησε πως η ελληνική οικονομία έχει τη δυνατότητα και την προοπτική να επανέλθει σε ανοδική τροχιά το 2016, παρά την αύξηση των διεθνών κινδύνων και αβεβαιοτήτων και παρά τη μεταφερόμενη αρνητική επίπτωση του 2015. Ωστόσο, αυτό εξαρτάται από την υλοποίηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η ελληνική κυβέρνηση στο πλαίσιο του νέου προγράμματος, αλλά και από την άμεση ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης.

Στη φάση που βρίσκεται η ελληνική οικονομία, είπε ο διοικητής της ΤτΕ, η απόσταση που πρέπει να καλυφθεί για την έξοδο από την κρίση είναι σχετικά μικρή. Για να αποτραπεί το όποιο αρνητικό ενδεχόμενο και να βαδίσει η οικονομία προς την ανάπτυξη, πρέπει να αξιοποιηθούν στο έπακρο οι δυνατότητες που υπάρχουν και να αποφευχθούν λάθη του παρελθόντος, που οδήγησαν σε αδιέξοδα.

Επίσης, θα πρέπει να αξιοποιηθεί η εμπειρία των υπολοίπων τριών κρατών-μελών που ακολούθησαν και αυτά προγράμματα προσαρμογής και τα οποία παρά το γεγονός ότι υπήχθησαν σε Μνημόνια μετά από εμάς, κατόρθωσαν να εξέλθουν πριν από μας και, σε ορισμένες περιπτώσεις, η οικονομία τους πλέον αναπτύσσεται εντυπωσιακά.

Όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, η Ενδιάμεση Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική υποβλήθηκε στις αρχές Δεκεμβρίου του 2015 στη Βουλή των Ελλήνων και το Υπουργικό Συμβούλιο, σε μία περίοδο που οι διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους εταίρους διεξάγονταν ομαλά, ενώ είχε μόλις ολοκληρωθεί με επιτυχία και η ανακεφαλαιοποίηση των τεσσάρων σημαντικών τραπεζών. Αυτοί οι παράγοντες δημιουργούσαν, την περίοδο εκείνη, και εξακολουθούν να δημιουργούν σήμερα, εύλογες προοπτικές επιτυχίας της συμφωνίας με τους Ευρωπαίους εταίρους και επιστροφής στην οικονομική ανάπτυξη.

Βασική προϋπόθεση όμως για αυτό είναι η επικράτηση κλίματος πολιτικής σταθερότητας και κοινωνικής συναίνεσης, που θα επιτρέψει την απρόσκοπτη εφαρμογή των όρων της συμφωνίας, καθώς και η επιτυχής και ταχεία ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος, που θα βελτιώσει τους όρους χρηματοδότησης της οικονομίας και θα διευκολύνει τη διαπραγμάτευση για την ελάφρυνση του χρέους.

Σημαντική πρόκληση τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια

Η αντιμετώπιση του υψηλού συσσωρευμένου αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελεί την πλέον σημαντική πρόκληση για το τραπεζικό σύστημα, ανέφερε ο διοικητής της ΤτΕ. 

Όπως είπε, ο κ. Στουρνάρας,η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία κεφαλαιακών αποθεμάτων προληπτικής εποπτείας, τα οποία θα βελτιώσουν την ανθεκτικότητα των ισολογισμών τους και τη δυνατότητά τους να αντεπεξέρχονται σε ενδεχόμενες αρνητικές μακροοικονομικές διαταραχές, καθώς και στην αναγνώριση των απωλειών, που θα προκύψουν από την επίλυση του ζητήματος των δανείων σε καθυστέρηση. Σε συνέχεια της ανακεφαλαιοποίησης, ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας ανερχόταν  σε 18,1% το Δεκέμβριο του 2015, δηλαδή, ήταν ένας από τους υψηλότερους στην Ευρώπη (μέσος όρος των σημαντικότερων τραπεζών ανά χώρα σε επίπεδο ΕΕ: 16,7% στο τέλος Ιουνίου 2015).

Η αντιμετώπιση του υψηλού συσσωρευμένου αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελεί την πλέον σημαντική πρόκληση για το τραπεζικό σύστημα. Στην αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης εκτιμάται ότι θα συμβάλουν οι στόχοι για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που θα θέσει η Τράπεζα της Ελλάδος εντός του τρέχοντος μηνός, κατόπιν διαβούλευσης με τις τράπεζες, με ορίζοντα εφαρμογής από τον Ιούνιο του 2016 και παρακολούθηση ανά τρίμηνο.

Η υποχρέωση των τραπεζών να επιτύχουν τους στόχους, σε συνδυασμό με το νέο θεσμικό πλαίσιο, που συνδέεται με τη δημιουργία δευτερογενούς αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων, τον εκσυγχρονισμό του πτωχευτικού δικαίου και τη νομοθεσία που ορίζει τους όρους για την προστασία από τους πλειστηριασμούς κύριας κατοικίας, εκτιμάται ότι θα συμβάλουν θετικά στη σταδιακή υποχώρηση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σε κάθε περίπτωση, είναι απαραίτητη η συνέχιση της συντηρητικής πολιτικής των τραπεζών, όσον αφορά το σχηματισμό προβλέψεων, και η διατήρηση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας σε επίπεδα αρκούντως υψηλότερα των ελαχίστων που καθορίζουν οι εποπτικοί κανόνες.

Η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης θα ενισχύσει την προοπτική ανάκαμψης το 2016

Το 2016 θα μπορούσε να θεωρηθεί ως απαρχή μιας νέας πορείας, που θα οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την κρίση και σε διατηρήσιμη ανάπτυξη, είπε ο διοικητής της ΤτΕ. Ωστόσο, για να συμβεί αυτό, πρέπει να ολοκληρωθεί, το συντομότερο δυνατόν, η πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος,  δεδομένου ότι  έχει ήδη καθυστερήσει. Η ταχεία ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης εκτιμάται ότι θα έχει σημαντική επίδραση στην πραγματική οικονομία για τους ακόλουθους λόγους:

• Βελτιώνει δραστικά το κλίμα εμπιστοσύνης, γεγονός που θα επιταχύνει την επιστροφή καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αλλά και συμβάλει στην αποκατάσταση της πρόσβασης των πιστωτικών ιδρυμάτων στις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίων για άντληση χρηματοδότησης. 
• Οδηγεί στην επανένταξη των ελληνικών τίτλων στις αποδεκτές από το ευρωσύστημα εξασφαλίσεις, η οποία θα επιτρέψει την πολύ φθηνότερη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ. 
• Καθιστά δυνατή τη συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
• Επιταχύνει τις διαδικασίες χαλάρωσης – και τελικώς άρσης- των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.

Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την επιτυχή ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την αποτελεσματικότερη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα επαναφέρουν την κανονικότητα στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Αυτό σημαίνει διεύρυνση της ρευστότητας, μείωση του κόστους δανεισμού και ενίσχυση της πιστοδοτικής ικανότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων, δηλαδή ευνοϊκότερες συνθήκες χρηματοδότησης της οικονομίας και κατ’ επέκταση ενδυνάμωση της ανάπτυξης. 

Επίσης, η επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης είναι αποφασιστικής σημασίας, καθώς θα επιτρέψει την έναρξη των συζητήσεων με τους εταίρους για την ανάληψη δράσεων περαιτέρω ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους. Οι δράσεις που είναι σκόπιμο να αναληφθούν πρέπει να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους κατά τέτοιο τρόπο, ώστε οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου να διατηρούνται σε διαχειρίσιμα επίπεδα. Μεταξύ άλλων, αυτό θα έχει ως άμεση συνέπεια τη δυνατότητα χαλάρωσης του τελικού δημοσιονομικού στόχου και θα απελευθερώσει πόρους, οι οποίοι θα κατευθυνθούν σε επενδύσεις που θα ενισχύσουν το εγχώριο προϊόν και την απασχόληση. 

Το προσφυγικό μεγαλύτερο πρόβλημα στην Ευρώπη
Η πρόβλεψη για ανάκαμψη στο τέλος του έτους χαρακτηρίζεται την περίοδο αυτή από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας, η οποία στο εσωτερικό συνδέεται κυρίως με την  ταχύτητα  της έκβασης της πρώτης αξιολόγησης, η οποία έχει ήδη καθυστερήσει. 

Μια δεύτερη κατηγορία αβεβαιοτήτων και κινδύνων προέρχεται από το διεθνές περιβάλλον. Συγκεκριμένα, έχει αυξηθεί η μεταβλητότητα των διεθνών αγορών κεφαλαίου, καθώς και η αποστροφή ανάληψης κινδύνου, εξαιτίας της μεγαλύτερης αβεβαιότητας για την πορεία της διεθνούς οικονομίας (ιδιαίτερα της Κίνας και αρκετών αναπτυσσόμενων χώρων), αλλά και αβεβαιοτήτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που συνδέεται με το προσφυγικό και το δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο για την παραμονή του ή όχι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι το προσφυγικό και ο τρόπος που θα το αντιμετωπίσει τόσο η Ελλάδα, κυρίως όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της. Σε κάθε περίπτωση, το ενδεχόμενο επιβολής περιορισμών στην ελεύθερη διακίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων δεν μπορεί να αποκλειστεί και, αν συμβεί, οι επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία θα είναι βαριές. 

Στο πλαίσιο των προαναφερθέντων κινδύνων και αβεβαιοτήτων για την πορεία της διεθνούς οικονομίας, ενδεχόμενη αποτυχία στην ταχεία ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης θα λειτουργήσει αποσταθεροποιητικά, καθώς θα οδηγήσει σε υποχώρηση της εμπιστοσύνης, επιδείνωση των χρηματοδοτικών συνθηκών και τελικά σε όξυνση της ύφεσης.

Προϋποθέσεις για ανακοπή της ύφεσης και διατηρήσιμη ανάκαμψη

Όπως είπε ο διοικητής της ΤτΕ,  η ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια έχει διανύσει έναν επίπονο δρόμο προσαρμογής με μεγάλο κοινωνικό κόστος, αλλά με απτά και θετικά αποτελέσματα. Όσα απομένουν να ολοκληρωθούν είναι ένα σχετικά μικρό μόνο μέρος της μεγάλης προσπάθειας που έχει γίνει. Για να καλυφθεί η απόσταση που απομένει και να οδηγηθεί η οικονομία σε διατηρήσιμη ανάπτυξη, επιβάλλονται τα εξής: 

• Αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.  Η αντιμετώπιση αυτή όχι μόνο θα ελαφρύνει το βάρος για τους δανειολήπτες που θα συνεργαστούν, αλλά και θα επιτρέψει στις τράπεζες να απελευθερώσουν κεφάλαια τα οποία είναι δεσμευμένα σε δάνεια που είναι απίθανο να αποπληρωθούν. Τα κεφάλαια αυτά θα μπορούσαν να κατευθυνθούν στις πιο δυναμικές και εξωστρεφείς επιχειρήσεις, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στη συνολική αναδιάρθρωση της οικονομίας υπέρ των κλάδων παραγωγής εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, με αποτέλεσμα την άνοδο της συνολικής παραγωγικότητας και του δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας.

• Συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής με σκοπό την επίτευξη του τελικού δημοσιονομικού στόχου το 2018 (3,5% του ΑΕΠ πρωτογενές πλεόνασμα ή χαμηλότερο, στο βαθμό που υιοθετηθούν πιο φιλόδοξοι στόχοι ιδιωτικοποιήσεων ή προχωρήσει η ελάφρυνση του χρέους) με έμφαση στη μείωση μη-παραγωγικών δαπανών του δημοσίου και όχι στην αύξηση των φόρων, η οποία ενισχύει τα κίνητρα για φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή και ενθαρρύνει την αδήλωτη εργασία. Τα ίδια επιχειρήματα ισχύουν και για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.

• Ταχεία εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών και στη λειτουργία του δημόσιου τομέα για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και της ανταγωνιστικότητας. 

• Ενθάρρυνση των επιχειρηματικών επενδύσεων μέσω της εξασφάλισης ενός σταθερού οικονομικού περιβάλλοντος, φιλικού προς την επιχειρηματικότητα. 
• Αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και ταχεία προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων.  Αυτά είναι τα ισχυρότερα μέσα, όχι μόνο για την τόνωση της επενδυτικής δραστηριότητας και την επίτευξη διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης, αλλά και για την επίτευξη διατηρήσιμης δημοσιονομικής προσαρμογής, αφού θα συμβάλουν και στην αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους. 

• Ανάληψη δράσεων για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας που θα μειώσουν την ανεργία. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί, βραχυχρόνια, στις ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, σε στοχευμένα προγράμματα επανεκπαίδευσης  που θα εμπλουτίζουν τις δεξιότητες και θα διευρύνουν τις ευκαιρίες απασχόλησης.