"Φωτοβολταϊκές προκλήσεις"

Δευτέρα, 02-Απρ-2007 08:21

Της Αντιόπης Σχοινά

Καμία αγορά, πόσο μάλλον μία εκκολαπτόμενη όπως είναι η αγορά των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), δεν μπορεί να κάνει τα απαραίτητα αναπτυξιακά βήματα χωρίς να διαθέτει επαρκή κεφάλαια κίνησης. Κεφάλαια κίνησης που υπολογίζονται σε δισεκατομμύρια ευρώ, καθώς στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας έχουν κατατεθεί επενδυτικά σχέδια συνολικής ισχύος περίπου 270 MWp, με κόστος περί τα 1,6 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία που σήμερα υπάρχουν διαθέσιμα.
 
Η συντριπτική πλειονότητα  των επενδύσεων σε τεχνολογίες ΑΠΕ γίνεται πλέον από ιδιώτες, οι οποίοι, εκτός από ίδια κεφάλαια που διαθέτουν, καταφεύγουν σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για δανεισμό που θα τους επιτρέψει να πραγματοποιήσουν την επένδυσή τους.

Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα από την πλευρά τους βλέπουν καινούργιες ευκαιρίες να ανοίγονται στον τομέα των τραπεζικών προϊόντων που αφορούν τις "καθαρές" τεχνολογίες. Αν λίγα χρόνια πριν η αγορά των ΑΠΕ ήταν σχετικά μικρή και περιθωριακή, δεν ισχύει το ίδιο και σήμερα. Το 2004, οι επενδύσεις σε τεχνολογίες ΑΠΕ άγγιξαν διεθνώς τα 30 δισ. δολάρια, ήταν δηλαδή το ένα πέμπτο των αντίστοιχων επενδύσεων σε συμβατικές μορφές ενέργειας.

Δύο είναι οι τρόποι εμπλοκής των χρηματοπιστωτικών οργανισμών στα θέματα των ΑΠΕ, σύμφωνα με τον κ. Βρασίδα Ζάβρα, Ειδικού Συμβούλου Περιβαλλοντικών Θεμάτων της Τράπεζας Πειραιώς. Ο πρώτος είναι προφανής. Οι τράπεζες παρέχουν τον απαραίτητο δανεισμό σε υποψήφιους επενδυτές για να προχωρήσουν οι επενδύσεις. Μια πρακτική που υιοθέτησαν όλες σχεδόν οι τράπεζες και στον ελληνικό χώρο σε σχέση με τα αιολικά πάρκα. Ο δεύτερος τρόπος εμπλοκής δεν είναι εξίσου προφανής και λίγες τράπεζες διεθνώς έχουν πάρει πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση μέχρι σήμερα. Είναι η εμπλοκή της ίδιας της τράπεζας με τις νέες ενεργειακές τεχνολογίες.

Σε κάποιες χώρες όπου παρέχεται ήδη μια τέτοια δυνατότητα, κάποια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα επιλέγουν να χρησιμοποιούν "πράσινη" ενέργεια που παρέχεται από ηλεκτρικές εταιρείες. Κάποιοι άλλοι επιλέγουν να εφαρμόσουν καθαρές ενεργειακές τεχνολογίες στα ίδια τους τα κτίρια.

Ειδικά για τα φωτοβολταϊκά συστήματα θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει "πρωτόγνωρους" τους ρυθμούς ανάπτυξης που κινείται η διεθνής αγορά τα τελευταία χρόνια, κυρίως χάρη στα προγράμματα τριών χωρών που αποτελούν το βαρόμετρο για την ανάπτυξη της τεχνολογίας αυτής: της Ιαπωνίας, της Γερμανίας και των ΗΠΑ. Νέοι παίκτες, όπως η Κίνα και η Ισπανία μπαίνουν δυναμικά στο παιχνίδι, με νέες παραγωγικές μονάδες και γενναία μέτρα στήριξης και ενθάρρυνσης του ηλιακού ηλεκτρισμού.

Παρ΄ όλο που οι εκτιμήσεις διαφόρων φορέων αποκλίνουν μεταξύ τους, όλες συμφωνούν στους εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια. Χαρακτηριστικό είναι, όπως αναφέρει ο κ. Β. Ζάβρας, ότι την τελευταία εξαετία η αγορά των φωτοβολταϊκών έχει σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης που ξεπερνούν το 50% ετησίως. Σε ό,τι αφορά την παραγωγή, η Ιαπωνία κρατάει τα σκήπτρα της παγκόσμιας αγοράς, ενώ οι ΗΠΑ βρίσκονται πλέον στην τρίτη θέση μετά την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σε ό,τι αφορά τη ζήτηση των φωτοβολταϊκών, τονίζει ο ίδιος, οι εκτιμήσεις είναι ότι θα εξακολουθήσει να αυξάνεται με ρυθμούς υψηλότερους των αντίστοιχων της προσφοράς και αυτό θα συνεχιστεί για τα επόμενα χρόνια. Είναι ενδεικτικό ότι το 2005 η βιομηχανία φωτοβολταϊκών είχε αύξηση 44% του όγκου των πωλήσεων, 50% στα έσοδα και 149% στα κέρδη.

Στα εγκατεστημένα συστήματα, η Γερμανία άρχισε να θερίζει τους καρπούς από την πετυχημένη και γενναία ενίσχυση της ηλιακής κιλοβατώρας, περνώντας στην πρώτη θέση που χρόνια τώρα κατείχε η Ιαπωνία. Το 2004, η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στη Γερμανία παρουσίασε μια εκρηκτική αύξηση 152%, αφού, σύμφωνα με την έκθεση Marketbuzz 2005, εγκαταστάθηκαν στη χώρα αυτή 366 MW, ενώ οι εκτιμήσεις του Photon International κάνουν λόγο για εγκατάσταση 593 - 770 MW την ίδια περίοδο. Ακολούθησε η Ιαπωνία με 277 MW. Με άλλα λόγια, περίπου το 69% των συστημάτων διεθνώς εγκαταστάθηκαν σε δύο μόλις χώρες. Όχι τυχαία βέβαια, αφού και οι δύο αυτές χώρες έχουν σαφή και ξεκάθαρη πολιτική ανάπτυξης και στήριξης τόσο της βιομηχανίας όσο και των επενδύσεων φωτοβολταϊκών.

Οι εξελίξεις αυτές δεν είναι συγκυριακό γεγονός. Εκτιμάται ότι το 2010, η εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών θα ξεπεράσει διεθνώς τα 10.000 MW. Η εκτίμηση αυτή βασίζεται τόσο στους σημερινούς ρυθμούς ανάπτυξης, όσο και στους στόχους που έχουν θέσει κατά καιρούς διάφορες κυβερνήσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Καλιφόρνιας, όπου το Μάιο του 2005, η Γερουσία ψήφισε νόμο ο οποίος θέτει στόχο την εγκατάσταση 1 εκατομμυρίου φωτοβολταϊκών συστημάτων σε κτίρια την περίοδο 2008-2017.


Το μεγάλο πρόβλημα που ανέκυψε την τελευταία διετία (η αδυναμία εξεύρεσης επαρκούς πρώτης ύλης, δηλαδή πυριτίου υψηλής καθαρότητας) φαίνεται να επιλύεται οριστικά. Πολλές νέες μονάδες κατασκευάζονται ήδη διεθνώς και στα τέλη του 2008 αναμένεται τετραπλασιασμός της διαθέσιμης πρώτης ύλης για παραγωγή φωτοβολταϊκών.

Στην Ελλάδα, η νέα νομοθεσία για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Ν. 3468/2006) έδωσε σημαντικά κίνητρα στην ηλεκτροπαραγωγή από φωτοβολταϊκά συστήματα, παρέχοντας υψηλές τιμές πώλησης της παραγόμενης ηλιακής κιλοβατώρας και μάλιστα εγγυημένες για μία 20ετία. Ως αποτέλεσμα, οι επενδύσεις στα συστήματα αυτά παρουσιάζουν σημαντικά υψηλές αποδόσεις.

Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο είναι εξαιρετικά προβλέψιμη. Σε γενικές γραμμές, ένα φωτοβολταϊκό σύστημα στην Ελλάδα παράγει ετησίως περίπου 1.150-1.400 κιλοβατώρες ανά εγκατεστημένο κιλοβάτ. Προφανώς στις νότιες και πιο ηλιόλουστες περιοχές της χώρας ένα φωτοβολταϊκό παράγει περισσότερο ηλιακό ηλεκτρισμό απ’ ότι στις βόρειες.

Υπάρχουν δύο τρόποι να χρησιμοποιήσει κανείς τα φωτοβολταϊκά, όπως διευκρινίζει ο κ. Β. Ζάβρας. Σε συνεργασία με το δίκτυο της ΔΕΗ (διασυνδεδεμένο σύστημα) ή ανεξάρτητα από αυτό (αυτόνομο σύστημα). Ο πρώτος τρόπος είναι συνήθως και ο πιο ενδεδειγμένος, αφού ο νέος νόμος που ψηφίστηκε τον Ιούνιο του 2006 ενισχύει σημαντικά την ενέργεια που παράγεται από φωτοβολταϊκά και τροφοδοτείται στο δίκτυο.

Η παραγόμενη ηλιακή ενέργεια διοχετεύεται στο δίκτυο, και σύμφωνα με το Ν.3468/06, η τιμή πώλησης της ηλιακής κιλοβατώρας (kWh) ανέρχεται σε 0,40-0,50 €/kWh. Η σύμβαση πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας ισχύει για δέκα (10) έτη και μπορεί να παρατείνεται για δέκα (10) επιπλέον έτη, μονομερώς, με έγγραφη δήλωση του παραγωγού. Η τιμή αυτή αναπροσαρμόζεται με βάση το μέσο ποσοστό αναπροσαρμογής των τιμολογίων της ΔΕΗ που εγκρίνεται κάθε φορά από τον Υπουργό Ανάπτυξης. Διαφορετικά, αναπροσαρμόζεται κατά ποσοστό ίσο προς το 80% του δείκτη τιμών καταναλωτή, όπως ανακοινώνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος.

Πολλές εταιρείες στοχεύουν σήμερα στην ελληνική αγορά φωτοβολταϊκών. Τόσο εταιρείες του εξωτερικού που αναζητούν παρουσία ή και συνεργασίες στην Ελλάδα, όσο και πολλές νέες ελληνικές εταιρείες που επιθυμούν να ενταχθούν στο χώρο. Ήδη έχει εκδηλωθεί τεράστιο ενδιαφέρον σε όλους τους τομείς για εταιρείες εμπορίας εξοπλισμού, εγκατάστασης, μελετών, project finance, χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και ασφαλιστικών εταιρειών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ήδη έχουν υποβληθεί στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας επενδυτικά σχέδια συνολικής ισχύος περίπου 270 MWp.

Να σημειώσουμε σε αυτό το σημείο, ότι το ενδεικτικό ύψος επένδυσης για κάθε 1 MW, ανέρχεται σε περίπου 6 εκατ. ευρώ, μη υπολογιζόμενης της αγοράς γης, ανεβάζοντας το ύψος των προαναφερόμενων επενδύσεων στην Ελλάδα στα 1,6 δισ. ευρώ. Ωστόσο, δεν σημαίνει ότι όποιος έχει καταθέσει επενδυτικό σχέδιο στη ΡΑΕ, θα λάβει και τη σχετική έγκριση, αλλά θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η αγορά τώρα ανοίγει. Ως εκ τούτου θα υπάρξουν πολλαπλάσιες αιτήσεις στο άμεσο μέλλον.

Παρ΄ όλο βέβαια που οι επενδύσεις αυτές θεωρούνται εξαιρετικά ελκυστικές -λόγω και των επιδοτήσεων από τον Αναπτυξιακό Νόμο που θα κυμαίνονται από 30-60%- υπάρχουν πολλά σημεία που πρέπει οι επενδυτές να είναι εξαιρετικά προσεκτικοί στη διαμόρφωση των επενδυτικών τους σχεδίων και πριν τη λήψη της τελικής τους απόφασης: Η καταλληλότητα του οικοπέδου, ο χαρακτηρισμός της χρήσης της γης στην οποία θα γίνει η επένδυση, οι απαραίτητες εγγυήσεις του εξοπλισμού μαζί με τις εγγυήσεις καλής τοποθέτησης και λειτουργίας, το "υποχρεωτικό" ασφαλιστήριο συμβόλαιο κατά παντός κινδύνου είναι από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία που πρέπει να αντιμετωπιστούν από την αρχή. Μην ξεχνάμε πως πρόκειται για μια επένδυση με χρόνο ζωής 20 έτη.

Η Τράπεζα Πειραιώς, αξιοποιώντας αυτές τις νέες δυνατότητες και πιστή στην απόφασή της να διευρύνει τις επενδύσεις στις "πράσινες" αγορές, αναφέρει ο κ. Βρασίδας Ζάβρας, Ειδικός Σύμβουλος Περιβαλλοντικών Θεμάτων της Τράπεζας Πειραιώς, σχεδίασε μία σειρά συγκεκριμένων προϊόντων για την χρηματοδότηση τέτοιων επενδύσεων. Με αυτή την ενέργεια υποδηλώνει την πρωτοπορία της ως περιβαλλοντικά υπεύθυνος φορέας του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Το "πακέτο" των προϊόντων και των υπηρεσιών περιλαμβάνει μεταξύ άλλων: Αξιολόγηση και συμβουλές για τη βελτίωση της επένδυσης καθώς και για την προμήθεια, εγκατάσταση και λειτουργία του εξοπλισμού. Ασφαλιστικά προγράμματα για την προστασία της επένδυσης. Επίσης, περιλαμβάνει στήριξη του επενδυτή σε όλη την διάρκεια της επένδυσης, κίνηση η οποία γίνεται με τη μορφή τεχνικών συμβουλών και με σύνθετα προϊόντα που στοχεύουν στην ενίσχυση του κέρδους της επένδυσης, αλλά και αυτόνομη χρηματοδότηση του έργου, χωρίς την ανάγκη άλλων μορφών εξασφαλίσεων. Παράλληλα, αφορά ιδιαίτερα χαμηλό κόστος δανεισμού, λόγω του ότι αφενός η Τράπεζα Πειραιώς κατατάσσει τα έργα αυτά σε επενδύσεις χαμηλού ρίσκου και αφετέρου γιατί η γνώση και η ενεργή συμμετοχή μας στην εξέλιξη αυτών των έργων διασφαλίζει την ομαλή λειτουργία τους.