Τι προβλέπουν και πόσο μπορούν να αλλάξουν τα σχέδια αναδιάρθρωσης
Παρασκευή, 25-Ιουλ-2014 09:36
Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Τα σχέδια αναδιάρθρωσης των ελληνικών τραπεζών που εγκρίθηκαν από την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν (DGComp) είναι δεσμευτικά. Αυτό είναι γνωστό, ωστόσο δεν σημαίνει, ότι δεν μπορούν να αλλάξουν, αφού ήδη έχουν δεχτεί προσαρμογές λόγω της δεύτερης φάσης ανακεφαλαιοποίησης και της πρωτοφανούς συγκέντρωσης του κλάδου.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Capital.gr, οι ελληνικές τράπεζες κατάφεραν να “αποσπάσουν” από την DGComp μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας στις ενέργειες που θα υλοποιήσουν βάσει χρονοδιαγράμματος. Ανάλογα, βέβαια, πάντα με τις συνθήκες στην ελληνική –και όχι μόνο– οικονομία.
Ορόσημο και για αυτήν την “πτυχή” του εγχώριου τραπεζικού κλάδου θα αποτελέσουν τα αποτελέσματα των stress tests. Σημειώνεται ότι οι διοικήσεις των ελληνικών πιστωτικών ομίλων πήραν το “ΟΚ” του Μάριο Ντράγκι για να συμπεριληφθούν τα σχέδια αναδιάρθρωσης στην άσκηση του Οκτωβρίου.
Σε γενικό πλαίσιο, οι ενέργειες που περιλαμβάνονται στα εγκεκριμένα πλάνα στοχεύουν στην μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των τραπεζών και στην επιστροφή σε, επίσης βιώσιμη, κερδοφορία. Αυτή σχεδιάζεται να επιτευχθεί μέσω κινήσεων εξορθολογισμού σε όλο το φάσμα των λειτουργιών τόσο στις εγχώριες όσο και στις διεθνείς δραστηριότητες.
Η ενίσχυση των τραπεζικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα θα βασιστεί στον εξορθολογισμό των λειτουργικών δαπανών, στην αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους και στη συνετή διαχείριση των κινδύνων. Η DGComp έχει θέσει συγκεκριμένους στόχους και όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το Capital.gr, σε ορισμένες περιπτώσεις απαίτησε να επιταχυνθούν οι προσπάθειες, ενώ για την πιστωτική επέκταση τα πράγματα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα αφού η ικανότητα των τραπεζών να επιτύχουν τους στόχους θα εξαρτηθεί από μία σειρά παραγόντων που σχετίζονται και με την πορεία της οικονομίας.
Σε ό,τι αφορά τις διεθνείς δραστηριότητες, εκεί σαφέστατα δεσπόζει η Finansbank. Η τουρκική τράπεζα αποτελεί τον βασικό “αιμοδότη” της Εθνικής και ευθύνεται για το γεγονός ότι η ΕΤΕ είναι σήμερα η μοναδική κερδοφόρος ελληνική τράπεζα. Ο χρονικός ορίζοντας για την πώληση μειοψηφικού πακέτου της Finansbank (έως 40%) εκτείνεται έως και το 2015. Το πως θα υλοποιηθεί η δέσμευση και το αν η διοίκηση της τράπεζας θα καταφέρει να περιορίσει εντέλει το μερίδιο που θα διαθέσει προς πώληση θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις των επόμενων μηνών στα μέτωπα της ελληνικής και της τουρκικής οικονομίας καθώς και των stress tests.
Στο ίδιο μοτίβο, η απομόχλευση από τα Βαλκάνια αναμένεται να πραγματοποιηθεί μέσω της εξόδου των τραπεζών από ζημιογόνες αγορές.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι για τις θυγατρικές στα Βαλκάνια η DGComp δεν... έβαλε το μαχαίρι στο λαιμό των ελληνικών τραπεζών. Μέχρι το 2018 θα πρέπει να έχουν μειώσει αισθητά την έκθεσή τους στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης με την καθεμία να επιλέγει τις πιο σημαντικές αγορές στις οποίες θα παραμείνει αφού πρώτα επιτύχει εξορθολογισμό λειτουργιών. Για παράδειγμα, στην Alpha Bank, κυρίως λόγω του γεγονότος ότι έχει λάβει την μικρότερη κρατική ενίσχυση, αλλά και εξαιτίας της συγκριτικά μικρής της έκθεσης στο εξωτερικό δόθηκαν μεγαλύτερα περιθώρια κινήσεων.
Στο μεταξύ, μέχρι το 2018 που εκτείνεται η περίοδος υλοποίησης των σχεδίων αναδιάρθρωσης οι τράπεζες υπόκεινται σε συγκεκριμένους περιορισμούς, όπως η μη διανομή μερίσματος. Για το συγκεκριμένο, ωστόσο, θέμα ανώτερα τραπεζικά στελέχη εμφανίζονται αισιόδοξα, εκτιμώντας πως όταν έρθει η ώρα (επιστροφή σε κερδοφορία, αποπληρωμή προνομιούχων) και αποφασίσουν να διανείμουν μέρισμα θα καταφέρουν να εξασφαλίσουν τη συγκατάθεση της DGComp, αφού πρώτα αποδείξουν ότι οι τράπεζες είναι κεφαλαιακά ισχυρές και τα σχέδια αναδιάρθρωσης εφαρμόζονται πιστά.
Όπως, ωστόσο, εξηγούν πηγές από τις Βρυξέλλες, τα σχέδια αναδιάρθρωσης δεν είναι “στατικά” και δεν αποκλείεται να προσαρμοστούν εκ νέου στο μέλλον, αν αυτό κριθεί απαραίτητο. Αυτό θα μπορούσε να γίνει, στην περίπτωση που προκύψουν επιπρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες στα stress tests του Οκτωβρίου – οπότε και θα απαιτηθεί ένα capital plan για την κάλυψή τους, το οποίο ενδεχομένως να αλλάξει τον σχεδιασμό. Θα μπορούσαν, επίσης, θα τροποποιηθούν στην περίπτωση που η οικονομία ανακάμψει ταχύτερα του αναμενόμενου και οι πιστωτικοί όμιλοι εμφανίσουν σημάδια βιώσιμης κερδοφορίας.