Τι ψάχνει η... ΕΚΤ στις ρυθμίσεις δανείων

Παρασκευή, 23-Μαϊ-2014 08:25

του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Όλο το βάρος πέφτει στις ρυθμίσεις... Στα αρμόδια τμήματα της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής (EBA) που διενεργούν την αξιολόγηση της ποιότητας του ενεργητικού (AQR) βρίσκονται οι φάκελοι των ελληνικών τραπεζών με τα “δείγματα” δανείων που έχουν ζητηθεί. Σύμφωνα με πληροφορίες του Capital.gr, τόσο η EBA όσο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δίνουν ιδιαίτερη σημασία στις “καλύψεις” των δανείων – άσχετα με το αν είναι εξυπηρετούμενα ή όχι – καθώς και στα ρυθμισμένα δάνεια. 

Η δεύτερη “κατηγορία” είναι ιδιαίτερα σημαντική τόσο για την ετυμηγορία της EBA, από την οποία ενδέχεται να αυξηθούν οι προβλέψεις από πλευράς ελληνικών τραπεζών, όσο και για την πορεία των πιστωτικών ομίλων, αφού η συμπεριφορά των ρυθμίσεων εκτιμάται ότι θα κρίνει εν πολλοίς το πότε θα “γυρίσει” το φαινόμενο των μη εξυπηρετούμενων δανείων. 

Οι τράπεζες από την πλευρά τους έχουν επιδοθεί σε ένα «σαφάρι» ρυθμίσεων σε μια προσπάθεια να βελτιώσουν την εικόνα τους στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Όπως, ωστόσο, σημειώνουν τραπεζικά στελέχη που έχουν επιφορτιστεί να φέρουν εις πέρας το τιτάνιο έργο της διαχείρισης των προβληματικών χορηγήσεων, οι ρυθμίσεις έγιναν με βάση τις προοπτικές ανάκτησης μέρους της απαίτησης. Η εξυπηρέτηση των ρυθμισμένων δανείων είναι κρίσιμη και είναι ενδεικτικό ότι σε ποσοστό της τάξης του 60% οι αναδιαρθρώσεις δανείων αφορούν δάνεια που έχουν ήδη ρυθμιστεί στο παρελθόν.

Όπως είχε αναφέρει το Capital.gr, για την αξιολόγηση των χορηγήσεων των οποίων έχουν μεταβληθεί οι όροι, έχουν δηλαδή υπαχθεί σε καθεστώς ρύθμισης, η EBA υιοθετεί μία πιο συντηρητική προσέγγιση στον τρόπο με τον ποίο “ταξινομεί” τα “κόκκινα” δάνεια. Την ίδια ώρα, τραπεζικά στελέχη σημειώνουν ότι η βασική διαφορά μεταξύ της αξιολόγησης της BlackRock και του αντίστοιχου ελέγχου της EBA είναι ότι στην ευρωπαϊκή άσκηση οι έλεγχοι γίνονται σε πολύ μεγαλύτερο δείγμα χορηγήσεων. 

Ανώτερα τραπεζικά στελέχη που έχουν επιφορτιστεί να φέρουν εις πέρας το τιτάνιο έργο της διαχείρισης των προβληματικών χορηγήσεων εκτιμούν ότι με τον τρόπο που διεξάγεται η διαδικασία και τις παραδοχές που έχουν ληφθεί υπόψη είναι πολύ δύσκολο να μην προκύψουν νέες προβλέψεις για τις ελληνικές τράπεζες, μετά την ολοκλήρωση της πανευρωπαϊκής άσκησης. Οι ίδιοι, ωστόσο, υπογραμμίζουν ότι  πλέον οι ελληνικοί όμιλοι είναι θωρακισμένοι κεφαλαιακά και μπορούν να αντέξουν πολλαπλάσιες προβλέψεις από αυτές που ενδέχεται να απαιτηθούν μετά το AQR. Κατά μέσο όρο οι προβλέψεις των ελληνικών τραπεζών επί του συνόλου των χορηγήσεων διαμορφώνεται περί το 16%.

Τα αναδιαρθρωμένα δάνεια των ελληνικών τραπεζών στο τέλος του 2013 έφτασαν, κατά μέσο όρο,  στο 13% επί του συνόλου, έναντι 11% το 2012. Για την Τρ. Πειραιώς το ποσοστό των αναδιαρθρωμένων δανείων διαμορφώθηκε στο 15%, για την ΕΤΕ στο 13%, για την Eurobank στο 11,5% και για την Alpha Bank στο 11%.

Σημειώνεται ότι η Τράπεζα της Ελλάδος διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στη διαδικασία, ως εθνική εποπτική Αρχή, καθώς έχει αναλάβει να «τρέξει» τα stress tests για λογαριασμό της EKT, αμέσως μετά το AQR.
 
Η διενέργεια της πανευρωπαϊκής άσκησης, βάσει της οποίας θα γίνει η μετάβαση, σε πρώτο χρόνο, στον Ενιαίο Μηχανισμό Εποπτείας και στη συνέχεια στην τραπεζική ένωση, θα πρέπει να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος Οκτωβρίου. Οι ασκήσεις προσομοίωσης από την ΤτΕ αναμένεται να ξεκινήσουν τον ερχόμενο Ιούνιο και να ολοκληρωθούν το φθινόπωρο. Σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερα σημαντική θεωρείται η εμπειρία των εγχώριων τεστ κοπώσεως, ενώ τόσο κλιμάκιο της ΤτΕ, όσο και διοικητικά στελέχη των τραπεζών έχουν ήδη συμμετάσχει σε σεμινάρια της EBA για τα stress tests. 

Η άσκηση αναμένεται να επικεντρωθεί σε τρεις βασικούς άξονες: α) στην εποπτική αξιολόγηση του κινδύνου η οποία θα εξετάσει, ποσοτικά και ποιοτικά, τους βασικούς κινδύνους σε επίπεδο ρευστότητας, μόχλευσης και χρηματοδότησης, β) στην αξιολόγηση του ενεργητικού για την ενίσχυση της διαφάνειας, όπου θα εξεταστεί η ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών, καθώς και η επάρκεια των στοιχείων και της αποτίμησης των εξασφαλίσεων και των σχετικών προβλέψεων και γ) στην αξιολόγηση της ανθεκτικότητας των ισολογισμών των τραπεζών σε διαφορετικά σενάρια.