Νανόπουλος: Συγκυριακό το πρόβλημα ρευστότητας
Τρίτη, 07-Ιουν-2011 11:03
«Η χώρα βρίσκεται μπροστά σε μια ιστορική πρόκληση και τα περιθώρια για τη λήψη των αποφάσεων είναι ασφυκτικά. Πρέπει να εφαρμόσουμε με συνέπεια τις δεσμεύσεις έναντι των εταίρων μας», τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, κ. Νίκος Νανόπουλος στο συνέδριο των Financial Times για το μέλλον του τραπεζικού κλάδου. Όπως είπε, λόγω της κρατικοδίαιτης ανάπτυξης η οικονομία έχει εμπλακεί σε ένα δραματικό κύκλο ελλειμμάτων και χρέους που μας οδήγησαν σε αδιέξοδο.
Παρά τις θυσίες και το βηματισμό των τελευταίων δώδεκα μηνών το δημόσιο συνεχίζει να δαπανά 10% περισσότερα από όσα εισπράττει και η χώρα 10% περισσότερα από όσα παράγει, στηριζόμενη σε δανεισμό από τους εταίρους της. Η αβεβαιότητα στο περιβάλλον αυτό τροφοδοτεί ακραία κι επικίνδυνα σενάρια για τη χώρα. Χρειάζεται επανασχεδιασμός της πορείας και εντατικοποίηση των προσπαθειών προσαρμογής. Οι εταίροι μας είναι διατεθειμένοι να συνδράμουν υπό προϋποθέσεις, δίνοντάς μας μια δεύτερη ευκαιρία και μεγαλύτερα χρονικά περιθώρια για την προσαρμογή. Τα μέτρα θα είναι επώδυνα, είπε ο κ. Νανόπουλος, όμως η απραξία και η άρνηση δεν αποτελούν λύση.
«Δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές και εύκολες λύσεις. Πρέπει να πείσουμε για τη συλλογική μας δέσμευση να κάνουμε πράξη όσα λέμε», τόνισε εκφράζοντας την πεποίθηση ότι το πολιτικό σύστημα θα αντιληφθεί το μέγεθος του διακυβεύματος και θα υπάρξει ευρύτερη πολιτική και κοινωνική συναίνεση για να δοθεί διέξοδος από την κρίση και την ανυποληψία. Ο κ. Νανόπουλος είπε ότι πρέπει να ακολουθηθεί ένα μίγμα μεταρρυθμίσεων με στόχο τη μείωση της σπατάλης, την πάταξη της φοροδιαφυγής με λιγότερους φόρους που δεν θα θίγουν τους συνεπείς και τους ασθενέστερους, με ριζική αναμόρφωση του δημόσιου τομέα, με δομικές μεταρρυθμίσεις, ιδιωτικοποιήσεις και αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Αναφερόμενος στο τραπεζικό σύστημα ο κ. Νανόπουλος είπε ότι διαχειρίζεται με αποτελεσματικό τρόπο τις αντιξοότητες και τις προκλήσεις. Η διάρθρωση του είναι συντηρητική με χαμηλό βαθμό μόχλευσης και διαμεσολάβησης. Ο δανεισμός του ιδιωτικού τομέα κινείται στο 110% του ΑΠΕ, χαμηλότερος από την ευρωζώνη, ο λόγος δανείων προς καταθέσεις κινείται κοντά στο 118%, ενώ το σύνολο των τραπεζικών εργασιών ως προς το ΑΕΠ κινείται στο 225% όταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 17 κινείται στο 350% και στην Ιρλανδία πάνω από το 900%. Παράλληλα, όπως είπε ο κ. Νανόπουλος, η άνοδος στην τιμή των ακινήτων την τελευταία δεκαετία ήταν ανάλογη με την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ, χωρίς να δημιουργούνται φαινόμενα «φούσκας».
Ως προς το ποσοστό της έκθεσης των ελληνικών τραπεζών σε κρατικά ομόλογα, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank σημείωσε ότι επενδύουν γενικά στις χώρες όπου έχουν παρουσία, ενώ τόνισε ότι ως ποσοστό του ενεργητικού τους κινούνται λίγο άνω του 10%, δηλαδή σε επίπεδα αντίστοιχα με αρκετές ευρωπαϊκές χώρες.
Αναφερόμενος στην κεφαλαιακή ενίσχυση των ελληνικών τραπεζών είπε ότι από τις αρχές του 2007 έχουν αντλήσει κεφάλαια 12 δισ. ευρώ είτε με ΑΜΚ είτε με διάθεση περιουσιακών στοιχείων, ποσό που ξεπερνά κατά πολύ τα μερίσματα που έχουν δώσει.
Ο κ. Νανόπουλος αναφέρθηκε στον εξωστρεφή προσανατολισμό των ελληνικών τραπεζών ο οποίος πρέπει να συνεχιστεί. Όπως είπε οι ελληνικές τράπεζες έχουν κατακτήσει συστημική θέση στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή, ελέγχοντας σε ορισμένες χώρες και το 25-30% των τραπεζικών συστημάτων. Πρόκειται, όπως είπε, για μια επιτυχημένη στρατηγική που στην παρούσα φάση λειτουργεί και ως επιμερισμός των κινδύνων. Όπως τόνισε, ενώ μεγάλες ξένες τράπεζες έχουν δυσκολευτεί να μπουν στην ελληνική αγορά οι ελληνικές τράπεζες το έχουν πράξει επιτυχώς στο εξωτερικό ανταγωνιζόμενες ευθέως μεγάλους ξένους τραπεζικούς ομίλους.
Στον αντίποδα, είπε ότι ενδεχομένως τη δεκαετία του 2000 να ακολούθησαν εξαιρετικά ταχύρυθμη ανάπτυξη αλλά και πάλη αυτή δεν βρισκόταν σε αναντιστοιχία με τις αναπτυξιακές ανάγκες της εποχής.
Ο κ. Νανόπουλος τόνισε ότι τώρα οι τράπεζες έχουν πρόβλημα ρευστότητας και όχι κεφαλαίων, ενώ παράλληλα η ύφεση επιδεινώνει την ποιότητα των χαρτοφυλακίων, αυξάνει τις προβλέψεις και μειώνει την κερδοφορία. Ωστόσο, θεώρησε ότι τα προβλήματα αυτά είναι διαχειρίσιμα και αναφέρθηκε στις περίπου 300.000 περιπτώσεις αναδιαρθρώσεων χρεών πελατών των τραπεζών.
Αναφέρθηκε επίσης στον ανασχηματισμό του συνόλου του τραπεζικού συστήματος. Όπως είπε θα απαιτηθούν σύνθετες πρωτοβουλίες, καλός σχεδιασμός και συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων ώστε να υπάρξει τελικό όφελος για όλη την οικονομία.
Τέλος, όσον αφορά το πρόβλημα της ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες, είπε ότι είναι συγκυριακό και η αξιοπιστία θα αποκατασταθεί εφόσον εφαρμοστεί το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα και μπορέσει η χώρα να επανέλθει στις αγορές. Η αποκατάσταση της αξιοπιστίας θα μπορούσε να περιορίσει και την εξάρτηση των τραπεζών από την ΕΚΤ περίπου στο μισό. Ωστόσο, η απεξάρτηση αυτή πρέπει να είναι σταδιακή και συμβατή με τις χρηματοδοτικές ανάγκες της οικονομίας διότι αν είναι βίαιη θα βυθίσει τη χώρα σε μεγαλύτερη ύφεση.
Ν. Μαλλιάρα