Η Ελλάδα που δουλεύει για να δουλεύει
Παρασκευή, 10-Οκτ-2025 00:03
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Σπύρος Θεοδωρόπουλος στην τελευταία γενική συνέλευση, το είπε καθαρά: η παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας βρίσκεται μόλις στο 54% του ευρωπαϊκού μέσου όρου· στη βιομηχανία φτάνει το 75%. Το πρόβλημα δεν είναι καινούργιο, απλώς το έχουμε συνηθίσει. Τρεις δεκαετίες σχεδόν στάσιμης παραγωγικότητας σημαίνουν ότι η Ελλάδα αναπτύσσεται κυρίως με κατανάλωση και όχι με αξία. Μπορεί να βελτιώνει το ΑΕΠ της, αλλά δεν αλλάζει το είδος της ανάπτυξής της. Κι αυτό, μακροπρόθεσμα, είναι το απόλυτο αδιέξοδο.
Η πραγματική παραγωγικότητα δεν έχει σχέση με περισσότερες ώρες δουλειάς ή με "εντατικοποίηση της εργασίας”, όπως συχνά πιστεύεται κι επικαλούνται οι συνδικαλιστές. Εξάλλου, η Ελλάδα παραμένει σταθερά στις πρώτες θέσεις της Ευρώπης σε ώρες εργασίας ανά εργαζόμενο, αλλά στις τελευταίες ως προς την απόδοση ανά ώρα. Η αντίθεση αυτή λέει περισσότερα για το σύστημα, παρά για τους ανθρώπους του.
Αντίθετα, προϋποθέτει την απελευθέρωση του ανθρώπινου δυναμικού από την καθημερινή τριβή: λιγότερη γραφειοκρατία, λιγότερα εμπόδια, ταχύτερες διαδικασίες. Ο εργαζόμενος αποδίδει περισσότερο όταν το σύστημα γύρω του λειτουργεί με λογική, όταν δεν χρειάζεται να αναλώνεται σε περιττές εγκρίσεις και ανούσιες καθυστερήσεις. Η παραγωγικότητα, με άλλα λόγια, είναι πρωτίστως διοικητικό και θεσμικό φαινόμενο.
Το κράτος κατέχει καθοριστικό ρόλο, στη βελτίωσή της. Αν δεν επιταχύνει τη δικαιοσύνη, αν δεν μειώσει τα διοικητικά βάρη, αν δεν παρέχει σταθερούς κανόνες και διαφάνεια, τότε καμία επιχείρηση δεν μπορεί να γίνει πραγματικά αποδοτική. Και οι επιχειρήσεις, από τη μεριά τους, πρέπει να πάψουν να βλέπουν την τεχνολογική αναβάθμιση σαν πολυτέλεια και την εκπαίδευση των ανθρώπων τους σαν έξοδο. Η παραγωγικότητα είναι το άθροισμα των επιλογών τους: της οργάνωσης, της επένδυσης, της εμπιστοσύνης στο ανθρώπινο κεφάλαιο.
Η χώρα διαθέτει, ίσως για πρώτη φορά, τα μέσα να αλλάξει σελίδα. Η αύξηση της παραγωγικότητας δεν θα προέλθει από συμπίεση κόστους, αλλά από αύξηση γνώσης και κεφαλαίου. Η καινοτομία, η τεχνολογική αναβάθμιση και η ψηφιοποίηση διαδικασιών είναι οι πραγματικοί πολλαπλασιαστές της. Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, τα κίνητρα των υπεραποσβέσεων (δηλαδή η δυνατότητα μιας επιχείρησης να εκπέσει των κερδών ποσό μεγαλύτερο από το πραγματικό ύψος της επένδυσης, λειτουργώντας έτσι ως έμμεσο αλλά ισχυρό κίνητρο εκσυγχρονισμού), η μείωση του ενεργειακού κόστους και η σταθερότητα της οικονομικής πολιτικής συνθέτουν ένα περιβάλλον σπάνιας ευκαιρίας. Το ερώτημα είναι αν θα αξιοποιηθεί για να χτιστεί μια νέα παραγωγική βάση ή αν θα χαθεί πάλι σε αποσπασματικές δράσεις χωρίς συνέχεια.
Η αύξηση της παραγωγικότητας δεν είναι εχθρός των μισθών, είναι η προϋπόθεση για ουσιαστική αύξησή τους. Καμία κοινωνία δεν μπορεί να πληρώνει καλύτερα, αν δεν παράγει καλύτερα και περισσότερο. Η αλήθεια αυτή δεν είναι ιδεολογική· είναι μαθηματική. Ο δρόμος προς τα υψηλότερα εισοδήματα περνά μέσα από την αύξηση της παραγωγικής αξίας κάθε ώρας εργασίας, όχι μέσα από την τεχνητή πίεση στις τιμές ή τις συλλογικές απαιτήσεις.
Όμως η παραγωγικότητα δεν είναι μόνο οικονομικό θέμα. Είναι ζήτημα αυτοσεβασμού και πολιτισμού. Σημαίνει να απαιτούμε από τον εαυτό μας και από τους θεσμούς να λειτουργούν σωστά· να αναζητούμε λύσεις αντί να συνηθίζουμε τις καθυστερήσεις· να επενδύουμε στη γνώση, όχι να την υποτιμούμε. Μια κοινωνία που αδιαφορεί για την παραγωγικότητά της καταλήγει να αδιαφορεί και για την ποιότητα της ζωής της.
Ο κύριος Θεοδωρόπουλος έθεσε το θέμα στη σωστή βάση: να γίνει η παραγωγικότητα εθνικός στόχος με σχεδιασμό, μετρήσιμους στόχους, σαφείς δείκτες προόδου και δημόσια λογοδοσία. Αν το εννοούμε, τότε χρειάζεται κοινή δράση: κράτος που λειτουργεί, επιχειρήσεις που επενδύουν, εργαζόμενοι που εκπαιδεύονται και συμμετέχουν. Όχι για να δουλεύουμε περισσότερο αλλά, αντιθέτως, για να δουλεύουμε καλύτερα και να αμειβόμαστε υψηλότερα.
Η Ελλάδα έχει φτάσει σ’ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Θα επιλέξει τον δρόμο της αξίας ή θα παραμείνει στην άνεση της μετριότητας; Θα καταφέρει να μετατρέψει την εργασία σε δημιουργία ή θα συνεχίσει να μετράει ώρες αντί για αποτελέσματα; Η απάντηση θα καθορίσει όχι μόνο το εισόδημά μας, αλλά το μέλλον μας σαν χώρα, η οποία θέλει να ανήκει στους παραγωγούς πλούτου, όχι απλά σε καταναλωτές του.
Πέτρος Λάζος
petros.lazos@capital.gr