Το πορτοφόλι του Έλληνα, στα… Στενά του Ορμούζ!
Τετάρτη, 18-Ιουν-2025 00:03
Πρόκειται για μία κρίση που θα εξελίσσεται σε εξωτερικό γεωγραφικό χώρο, αλλά θα ακουμπά βασικούς τομείς του εγχώριου οικονομικού οικοδομήματος: ενεργειακή ασφάλεια, σταθερότητα τιμών, εμπορική και ναυτιλιακή κινητικότητα, πληθωρισμό, τουρισμό, αλλά και τις κεφαλαιακές κινήσεις που η Ελλάδα εξακολουθεί να χρειάζεται για να μπορέσει να συνεχίσει το αφήγημα της "εξόδου από την κρίση", μέχρι να κατορθώσει να διορθώσει τις δομικές δημοσιονομικές και διαρθρωτικές της αδυναμίες.
Η πρώτη και πλέον προφανής απειλή αφορά τις διεθνείς τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Μια πολεμική σύρραξη που θα δυσχεράνει την λειτουργία των Στενών του Ορμούζ (θέμα κλεισίματος δεν τίθεται μιας και δεν έχουν κλείσει ποτέ και υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες είναι πρακτικά αδύνατον για το Ιράν), από τα οποία διέρχεται σχεδόν το 20% της παγκόσμιας διακίνησης πετρελαίου, αναπόφευκτα θα εκτοξεύσει τις τιμές. Η Ελλάδα, παρά την προσπάθεια για διαφοροποίηση πηγών μέσω της Αλεξανδρούπολης ή των LNG terminals, εξακολουθεί να εξαρτάται σε σημαντικότατο ποσοστό από εισαγόμενη ενέργεια. Οποιαδήποτε τέτοια μεταβλητότητα μετακυλίεται ταχύτατα στο τελικό καταναλωτικό κόστος και κατ’ επέκταση στον δείκτη τιμών καταναλωτή, επιβαρύνοντας δραματικά το εισόδημα των νοικοκυριών. Οι συνέπειες δεν είναι μόνο λογιστικές: επιφέρουν απορρύθμιση στις δημοσιονομικές προβλέψεις, με αύξηση των κοινωνικών ενισχύσεων και ανάγκη διατήρησης ή και ενίσχυσης, των επιδοματικών εργαλείων. Με ταυτόχρονη μείωση δημοσιονομικών εσόδων κ.λπ.
Μια νέα ενεργειακή αναστάτωση οδηγεί επίσης, σχεδόν αυτόματα, σε αυξημένες πληθωριστικές πιέσεις. Για την ελληνική οικονομία, που εξακολουθεί να διαχειρίζεται τις συνέπειες της προηγούμενης κρίσης ακρίβειας, το ενδεχόμενο ενός νέου πληθωριστικού κύκλου είναι όχι μόνο οικονομικά ανεπιθύμητο, αλλά και πολιτικά πολύ δύσκολα διαχειρίσιμο. Η μείωση του πληθωρισμού κάτω από το 3% το 2024, ήταν κομβικό σημείο στην επικοινωνιακή στρατηγική της κυβέρνησης στην μείωση του χρέους, δημοσιονομική σταθερότητα κ.λπ. Επανεμφάνιση πληθωρισμού, ανεξαρτήτως αιτίας, υπονομεύει όχι μόνο τις θεσμικές προσδοκίες αλλά και τη σταθερότητα των μεσοπρόθεσμων σχεδίων ανάκαμψης. Επιπλέον, η ΕΚΤ δεν θα μπορέσει να παραμείνει αδιάφορη απέναντι σε νέο εξωτερικό πληθωριστικό σοκ. Η όποια ανάγκη σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής θα δυσκολέψει περαιτέρω τον δανεισμό χωρών όπως η Ελλάδα, που προσδοκά να αυξήσει την πιστοληπτική της ικανότητα, μόνιμα και βιώσιμα.
Η ελληνική ναυτιλία, μολονότι ίσως επωφεληθεί βραχυπρόθεσμα από την αύξηση των ημερήσιων ναύλων, θα βρεθεί αντιμέτωπη με ισχυρούς γεωπολιτικούς κινδύνους. Ενδεχόμενη στοχοποίηση δεξαμενόπλοιων ή ευρύτερη αστάθεια στο πέρασμα από τη Διώρυγα του Σουέζ θα οδηγήσει σε ραγδαία άνοδο των ασφαλίστρων ή διαφοροποίηση των διαδρομών, επιβαρύνοντας έμμεσα το σύνολο του κόστους μεταφοράς και περιορίζοντας τη δυνατότητα κερδοφορίας. Ταυτόχρονα, μια παρατεταμένη διατάραξη των θαλάσσιων εμπορικών οδών θα υπονομεύσει την αξιοπιστία της χώρας ως κόμβου διαμετακόμισης και θα φρενάρει επενδυτικά project logistics (π.χ. πέριξ Θριασίου) που έχουν σχεδιαστεί για την επόμενη τριετία.
Η γεωγραφική εγγύτητα της Ελλάδας στη ζώνη της έντασης καθιστά την τουριστική της βιομηχανία ευάλωτη σε διακυμάνσεις της διεθνούς ζήτησης. Δεν πρόκειται τόσο για απώλεια επισκεπτών από τις εμπόλεμες περιοχές, όσο για την ψυχολογία των δυτικοευρωπαίων ταξιδιωτών, οι οποίοι πιθανότατα να εκλάβουν την Ανατολική Μεσόγειο συνολικά ως μη ασφαλή ζώνη. Περιοχές όπως τα Δωδεκάνησα και το Ανατολικό Αιγαίο είναι πιθανό να επηρεαστούν δυσανάλογα των γεγονότων, την ώρα που η αεροπορική βιομηχανία θα προχωρά σε αυξήσεις τιμών λόγω ακριβότερων καυσίμων και ανάγκης αλλαγής διαδρομών.
Η εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά, που αναζωογονήθηκε τα τελευταία δύο χρόνια, είναι παραδοσιακά, εξαιρετικά ευαίσθητη σε γεωπολιτικά σοκ. Η αυξημένη μεταβλητότητα θα επηρεάσει αρνητικά τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, ενώ η πιθανότητα παράτασης της διεθνούς αβεβαιότητας θα οδηγήσει διεθνείς επενδυτές σε τοποθετήσεις χαμηλότερου ρίσκου, μειώνοντας την ελκυστικότητα ελληνικών assets που, παρά την βελτίωση των τελευταίων χρόνων, εξακολουθούν να θεωρούνται υψηλού ρίσκου. Πέραν της ψυχολογικής επίδρασης, η ίδια η επανεξέταση των κεφαλαιακών σχεδίων από διεθνή funds θα μπορούσε να επιφέρει καθυστερήσεις σε δρομολογημένα projects, αλλά και αυξημένο κόστος κεφαλαίου για τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Η ελληνική κυβέρνηση ενδέχεται να αναγκαστεί να επανέλθει σε έκτακτα μέτρα ενίσχυσης των ευάλωτων νοικοκυριών. Όμως, η δημοσιονομική δυνατότητα για διαδοχικές παρεμβάσεις είναι περιορισμένη, ιδιαίτερα σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο όπου έχουμε ήδη επαναφορά αυστηρότερης δημοσιονομικής εποπτείας από φέτος πανευρωπαϊκά. Κάθε επιπλέον δημοσιονομική πίεση επανενεργοποιεί τις ενστάσεις των οίκων αξιολόγησης, οι οποίοι εξακολουθούν να παρακολουθούν τις ελληνικές δημοσιονομικές εξελίξεις με αυξημένη προσοχή, παρά την πρόσφατη αναβάθμιση.
Η Ελλάδα δεν αποτελεί πρωταγωνιστή στο μέτωπο Ισραήλ–Ιράν. Παραμένει όμως εκτεθειμένη σε όλο το εύρος των δευτερογενών συνεπειών, με ευδιάκριτες αλληλεπιδράσεις στον πληθωρισμό, τον τουρισμό, τη ναυτιλία, την ενεργειακή επάρκεια και την ψυχολογία των αγορών. Στην πράξη, πρόκειται για ένα stress test προερχόμενο εκτός των συνόρων, που όμως ενδέχεται να έχει βαθύτερες συνέπειες στην εσωτερική οικονομική δυναμική απ’ ό,τι αρχικά διαφαίνεται. Η ελληνική πολιτεία και το οικονομικό επιτελείο καλούνται όχι απλώς να παρακολουθούν, αλλά να σχεδιάσουν προκαταβολικά. Διότι, όπως έχει επανειλημμένα αποδείξει η πρόσφατη ιστορία, το κόστος της αδράνειας σε περιόδους γεωοικονομικών αναταράξεων, πολλαπλασιάζεται εκθετικά.
Πέτρος Λάζος
petros.lazos@capital.gr