Η Moody’s και η τσέπη μας
Τετάρτη, 19-Μαρ-2025 00:03
Το πρώτο και πιο άμεσο αποτέλεσμα αφορά το κόστος δανεισμού. Η αναβάθμιση συνεπάγεται φθηνότερη χρηματοδότηση για το ελληνικό Δημόσιο, μειώνοντας τα επιτόκια με τα οποία δανείζεται η χώρα από τις διεθνείς αγορές. Αυτό σημαίνει χαμηλότερο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και λιγότερη πίεση στα δημόσια οικονομικά, περιορίζοντας την ανάγκη για νέους φόρους ή περικοπές σε κρίσιμους τομείς. Οι επιχειρήσεις θα μπορούν επίσης να δανείζονται με καλύτερους όρους, επιτρέποντας επενδύσεις που μέχρι πρότινος θεωρούνταν πολυτέλεια. Αυτό αναπόφευκτα οδηγεί σε αυξημένη οικονομική δραστηριότητα και σε έναν πιο δυναμικό ιδιωτικό τομέα, που μπορεί να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες εργασίας.
Η αναβάθμιση δεν έχει όμως μόνο άμεσες επιπτώσεις στον δανεισμό. Ανοίγει τον δρόμο για μεγάλες θεσμικές επενδύσεις, καθώς πολλά διεθνή επενδυτικά κεφάλαια είχαν ως προϋπόθεση την πλήρη επενδυτική βαθμίδα για να τοποθετηθούν στην ελληνική αγορά. Αυτό σημαίνει ότι κεφάλαια που μέχρι σήμερα διοχετεύονταν σε πιο ασφαλείς προορισμούς, μπορούν πλέον να επενδυθούν σε ελληνικά ομόλογα, εταιρείες και υποδομές. Το ερώτημα είναι πού ακριβώς θα κατευθυνθούν αυτά τα χρήματα. Αν επικεντρωθούν αποκλειστικά στον τραπεζικό και χρηματοοικονομικό τομέα, το όφελος θα είναι περιορισμένο. Αντίθετα, αν κατευθυνθούν σε παραγωγικούς κλάδους, όπως η τεχνολογία, η βιομηχανία και η πράσινη ανάπτυξη, μπορούν να αποτελέσουν καταλύτη για μια πραγματική οικονομική μεταμόρφωση.
Ένα ακόμη ζήτημα που επηρεάζεται άμεσα, είναι η αγορά εργασίας. Με περισσότερες επενδύσεις και φθηνότερη χρηματοδότηση, οι επιχειρήσεις έχουν πλέον τη δυνατότητα να επεκταθούν, να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και να βελτιώσουν τις αμοιβές των εργαζομένων. Ωστόσο, υπάρχει μια κρίσιμη λεπτομέρεια: αν οι νέες θέσεις εργασίας είναι χαμηλής εξειδίκευσης και επικεντρωμένες σε τομείς όπως ο τουρισμός και οι υπηρεσίες, το μακροπρόθεσμο όφελος θα είναι περιορισμένο. Από την άλλη, αν οι επενδύσεις στραφούν προς τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας, τότε θα μπορούσαμε να μιλάμε για μια ουσιαστική αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, με νέες ευκαιρίες για τους εργαζόμενους και υψηλότερες αμοιβές.
Μια ακόμη σημαντική παράμετρος είναι η σταθερότητα των τιμών. Η μεγαλύτερη πρόσβαση σε κεφάλαια και η αύξηση της εμπιστοσύνης στις αγορές μπορεί να οδηγήσει σε σταθεροποίηση του πληθωρισμού. Όταν η οικονομία μιας χώρας θεωρείται ασφαλής και αξιόπιστη, οι προμηθευτές και οι επιχειρήσεις λειτουργούν σε περιβάλλον μικρότερης αβεβαιότητας, κάτι που περιορίζει τις ανοδικές πιέσεις στις τιμές. Ωστόσο, για να έχει αυτό πραγματικό αποτέλεσμα στο κόστος ζωής, απαιτείται παράλληλη μείωση των φόρων στην ενέργεια και στα βασικά αγαθά, καθώς και ενίσχυση του ανταγωνισμού.
Το συνολικό αποτέλεσμα αυτής της αναβάθμισης είναι η οικονομική σταθερότητα. Η Ελλάδα πλέον δεν θεωρείται ένας αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης, αλλά μια χώρα με αξιόπιστα δημόσια οικονομικά και προοπτικές ανάπτυξης. Αυτό ενισχύει την εμπιστοσύνη όχι μόνο των αγορών, αλλά και των ίδιων των πολιτών, οι οποίοι βλέπουν ότι η οικονομία της χώρας τους μπορεί να σταθεί στα πόδια της χωρίς εξωτερικές παρεμβάσεις. Το μεγάλο ερώτημα είναι αν η Ελλάδα θα αξιοποιήσει αυτή τη στιγμή για να προχωρήσει στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις ή αν θα επαναπαυθεί στις δάφνες μιας επιτυχίας που μπορεί να αποδειχθεί προσωρινή.
Η αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα δεν είναι απλώς μια τεχνική εξέλιξη. Είναι μια ευκαιρία για την Ελλάδα να γυρίσει σελίδα και να αφήσει πίσω της μια δεκαετία κρίσης και αβεβαιότητας. Το αν αυτή η ευκαιρία θα αξιοποιηθεί προς όφελος της πραγματικής οικονομίας και της κοινωνίας, ή αν θα σπαταληθεί σε βραχυπρόθεσμα οφέλη, είναι κάτι που θα καθορίσει το μέλλον της χώρας για τα επόμενα χρόνια.
Πέτρος Λάζος
petros.lazos@capital.gr