Προϋπολογισμός 2025: Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου!
Παρασκευή, 22-Νοε-2024 00:03
Οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις, με κόστος που ξεπερνά τα 2,9 δισ. ευρώ για το 2025, επικεντρώνονται σε αυξήσεις μισθών, συντάξεων και κοινωνικών επιδομάτων. Το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών αυτών δεν αγγίζει το μεγάλο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, την προσέλκυση επενδύσεων. Κατευθύνεται σε επαναλαμβανόμενες μεταβιβάσεις που διογκώνουν το κράτος χωρίς να δημιουργούν καμία προϋπόθεση για δημιουργία υψηλής προστιθέμενης αξίας, μακροχρόνια. Αντί να μειωθεί η κρατική παρεμβατικότητα και να δοθεί στην αγορά αυξημένη δυνατότητα να παράξει πλούτο (μέσω κινήτρων, περαιτέρω φορολογικών και ασφαλιστικών ελαφρύνσεων κ.λπ.), η προσπάθεια επικεντρώνεται στο να διατηρήσει το δημόσιο τον προβληματικό του τρόπο λειτουργίας, βάζοντας φρένο στις πραγματικές δυνατότητες ανάπτυξης.
Οι φορολογικές μειώσεις, αν και σε πρώτη ανάγνωση θετικές, είναι αποσπασματικές και στερούνται στρατηγικής κατεύθυνσης. Για παράδειγμα, η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος είναι βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά συνοδεύεται από άλλες αυξήσεις, όπως π.χ. το τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση, που επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις και τις αποθαρρύνουν από επενδυτικές πρωτοβουλίες. Αντί να υπάρξει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την ουσιαστική μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης μέσω ανάπτυξης, επιλέγεται η διατήρηση του ίδιου κατακερματισμένου πλαισίου και της αναιμικής κίνησης προς τα εμπρός.
Ομοίως, η αύξηση των δαπανών για μισθούς και συντάξεις όχι μόνο δεν δημιουργεί δυναμική ανάπτυξης, αλλά απορροφά πόρους που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την ενίσχυση των επιχειρήσεων. Ειδικά η αναμόρφωση του μισθολογίου στον δημόσιο τομέα, με κόστος άνω του 1 δισ. ευρώ ετησίως και ποσοστιαία μεγαλύτερη της ανάπτυξης, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός κράτους που αρνείται πεισματικά να μειώσει τη σπατάλη του. Αντί να δοθεί έμφαση στην ελαχιστοποίηση του κρατικού μηχανισμού και στη βελτίωση της αποδοτικότητάς του, συνεχίζονται οι δαπάνες δίχως κανένα όραμα για μακροχρόνια οφέλη στην οικονομία, με ανατροφοδότηση του πληθωρισμού και της ακρίβειας, χωρίς απτή ελπίδα αύξησης της παραγωγικότητας!
Η εξάρτηση από τον δημόσιο τομέα και η έλλειψη ουσιαστικών κινήτρων για την ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας, μετατρέπουν αυτό τον Προϋπολογισμό σε αναποτελεσματικό και ευάλωτο. Παρά τη ρητορική για ανάπτυξη, η ελληνική οικονομία παραμένει δέσμια ενός κρατισμού που πνίγει την καινοτομία και την παραγωγικότητα. Η προβλεπόμενη ανάπτυξη 2,3% είναι απλώς ανεπαρκής για να υποστηρίξει τη χρηματοδότηση του διογκούμενου κράτους, ενώ τα μέτρα δεν προδιαγράφουν καμία θετική μεταβολή στη διάρθρωση της οικονομίας.
Ναι ξέρω, οι δείκτες πηγαίνουν καταπληκτικά αυτή η ανάπτυξη είναι πολύ μεγαλύτερη από τους μέσους όρους Ευρωζώνης και ΕΕ, οπότε κι από αυτήν των περισσοτέρων χωρών-μελών. Κανείς δεν λέει το αντίθετο. Το ζήτημα είναι ότι αυτό επιτυγχάνεται με τους λάθος τρόπους. Εκείνο που ξεχνούν όλοι όσοι κάνουν αυτή την (προβλεπόμενη) επίδοση σημαία θριάμβου, είναι αφενός η πραγματική θέση της ελληνικής οικονομίας, σε σχέση με αυτές που συγκρίνεται, και αφετέρου ποιες είναι οι πραγματικές της ανάγκες, ώστε να φτάσει κάποια ημέρα σε σημείο ώστε η σύγκριση να έχει νόημα. Γιατί σήμερα οι συγκρίσεις αυτές δεν είναι τίποτε περισσότερο από έναν προσωρινό φερετζέ των αδυναμιών της ελληνικής οικονομίας που υπάρχουν επί δεκαετίες, αλλά τις οποίες κανείς δεν ενδιαφέρεται πραγματικά να εξαλείψει.
Αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι μια ριζική αλλαγή κατεύθυνσης, μια άλλη λογική στη λειτουργία του κράτους. Η μείωση της φορολογίας για τις επιχειρήσεις σε συνάρτηση με τις πραγματοποιούμενες επενδύσεις, η δυνητικά προνομιακή μεταχείριση στις κρατικές προμήθειες εκείνων που πιστοποιημένα (μέσω π.χ. ξένων ελεγκτών από το Big 4) επενδύουν περισσότερο και με ποιοτικότερο τρόπο, η απλοποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου και ο στρατηγικά μελετημένος περιορισμός του δημόσιου τομέα είναι μερικά απλά, αλλά χαρακτηριστικά, παραδείγματα. Αντί για διαρκείς παρεμβάσεις και επιδοματικές πολιτικές, οι πόροι θα έπρεπε να επενδύονται σε έργα σύγχρονης υποδομής, τεχνολογία και καινοτομία. Έργα που θα επέτρεπαν στον ιδιωτικό τομέα να πρωταγωνιστήσει και να παράγει υψηλή προστιθέμενη αξία, σε βάθος και διάρκεια χρόνου. Με τον δημόσιο τομέα να υποστηρίζει όλη την ιδιωτική δραστηριότητα και όχι να τον στηρίζει αυτή σχεδόν ολοκληρωτικά, όπως συμβαίνει σήμερα.
Δυστυχώς δεν μπορεί κανείς να πει ότι ο Προϋπολογισμός του 2025 ανταποκρίνεται στις προκλήσεις της εποχής. Η έλλειψη οραματικής φιλελεύθερης στρατηγικής και η εμμονή σε πολιτικές μονόπλευρης ενίσχυσης του κράτους "κονταίνουν" τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Αν δεν υπάρξει χειροπιαστή αλλαγή λογικής και στρατηγικής, με βαθιές μεταρρυθμίσεις που να ενισχύουν αποτελεσματικά την επιχειρηματικότητα και να μειώνουν το βάρος του κράτους, η χώρα θα συνεχίσει να κινείται με βραδείς ρυθμούς, καθηλωμένη σε μια κινούμενη στασιμότητα (sic), η οποία απέχει έτη φωτός από τις δυνατότητές της.
Πέτρος Λάζος
petros.lazos@capital.gr