Ο Μπάφετ της γειτονιάς στην ουρά της τράπεζας...
Δευτέρα, 03-Νοε-2008 00:13
Τα πράγματα στο χρηματιστήριο με τα μάτια ενός συνταξιούχου δάσκαλου, είναι απλά, αρκεί να ξέρει κάθε φορά σε ποιο ημισφαίριο του χρηματιστηριακού κύκλου βρίσκεται στο περίπου. Φυσικά και να διαθέτει την πολυτέλεια της αναμονής.
Αυτή ήταν η κεντρική ιδέα, όσων μου έλεγε πριν λίγες μέρες ένας αυτοδίδακτος κερδοσκόπος, δάσκαλος στο επάγγελμα όταν ακόμη το ασκούσε, γιατί εδώ και πολλά χρόνια είναι συνταξιούχος.
Ο κυρ- Μενέλαος έχει καταφέρει να προικίσει τρια παιδιά με δυο διαμερίσματα το καθένα και να κρατήσει για τον εαυτό του και την κυρία Βασιλική, άλλα δυο. Ένα για διαμονή και ένα για βοήθεια στη σύνταξη.
«Όταν παντρεύτηκα όχι κεραμίδι δεν είχα, αλλά ούτε κοστούμι. Με δανεικό κοστούμι παντρεύτηκα. Αλλά με το πρώτο κομπόδεμα που μαζέψαμε αγόρασα μετοχές, γιατί έτσι με συμβούλεψε τότε ένα φίλος.
Κάθε φορά που οι μετοχές ανέβαιναν τις πωλούσα και τα μισά λεφτά τα έβαζα στην άκρη. Με τα άλλα μισά περίμενα να αγοράσω πάλι φθηνά. Μπορεί να αργούσαν, αλλά πάντα έρχονταν οι ευκαιρίες.
Αργότερα το κομπόδεμα μεγάλωσε, κάθε φορά που πωλούσα αγόραζα ένα ακίνητο με τα μισά λεφτά. Τα άλλα μισά τα άφηνα να περιμένουν. Κάποιες φορές από τα μισά που κράταγα για ΄φώλι΄, άφηνα το ένα τρίτο μέσα, όπως έκανα και την Άνοιξη του ΄99. Από αυτό το ένα τρίτο που άφησα μέσα, λίγους μήνες αργότερα έβγαλα άλλο ένα διαμέρισμα.
Πάντα διάλεγα μετοχές που πληρώνουν καλό μέρισμα τράπεζες, αλλά και τσιμέντα και τρόφιμα».
Όταν τον ρώτησα πως εντοπίζει τη στιγμή που πρέπει να αγοράσει και τη στιγμή που πρέπει να πουλήσει, η απάντηση που έλαβα ήταν απλοϊκή.
«Κάθε φορά αγόραζα όταν ο κύκλος γύριζε και ο δείκτης έχανε το τουλάχιστον το 60% των κερδών του τελευταίου γύρου. Αγόραζα σταδιακά και ποτέ δεν πρόλαβα να βάλω όλα τα λεφτά που είχα για το χρηματιστήριο. Το ΄87 αγόρασα κάτω από τις 300 μονάδες και πούλησα πάνω από τις 1.000. Το 1990 έφτασε και τις 1.800 μονάδες. Έκανε 1.500 μονάδες κέρδος τότε περίπου. Ξεκίνησα να αγοράζω πάλι όταν έπεσε κάτω από τις 800 μονάδες. Πούλησα στις 3.500 μονάδες και παραπάνω. Οι 3.500 ήταν περίπου το στρογγυλό κοντά στο διπλάσιο των 1.800 που ήταν το προηγούμενο υψηλό. Όταν άρχισε να πέφτει πάλι άρχισα να αγοράζω κάτω από τις 2.500 γιατί οι 3.000 ήταν στο μισό της κορυφής και πάντα δίνω και ένα περιθώριο να πέσει περισσότερο...»
Η αλήθεια είναι ότι πίσω από τις κινήσεις δεν διάκρινα κάποια συστηματική μέθοδο τεχνικής ή θεμελιώδους ανάλυσης. Κατάλαβα επίσης ότι ακολουθούσε ένα γενικό σχέδιο χωρίς αυστηρές προδιαγραφές. Μάλλον το ένστικτο και η πολυτέλεια της υπομονής αποτελούν το κλειδί αυτής της επιτυχίας.
Αλήθεια είναι επίσης ότι ο κυρ-Μενέλαος, που ξεκίνησε με μερικές χιλιάδες δραχμές κομπόδεμα το 1963, κατάφερε μέσα σε μισό αιώνα να τινάξει την μπάνκα του ελληνικού χρηματιστηρίου στο αέρα. Υπολογίζει ότι η αξία των πενήντα χιλιάδων δραχμών περίπου που ξεκίνησε το 1965 σήμερα έχει φτάσει να αποτιμάται σε 2 εκατ. ευρώ. Ή απλά 700 εκατ. δραχμές. Είναι και η αξία των διαμερισμάτων που έχει ανέβει, αλλά τα πιο πολλά από αυτά βγήκαν από τη Σοφοκλέους.
Υπολόγισα ότι οι 50.000 δρχ. που έγιναν 700.000 εκατ. δρχ. γράφουν μια απόδοση της τάξης των 1.399.900% Όταν διαίρεσα τον αριθμό με τα 45 χρόνια μου έβγαλε ετήσια απόδοση της τάξης 31.108%. Το πρώτο διαμέρισμα το αγόρασε το 1973 100.000 δρχ. Είναι αυτό που μένει σήμερα και υπολογίζει την αξία του σε 100.000 ευρώ. Ήτοι 34 εκατ. δρχ. Τουτέστιν σε ονομαστικό επίπεδο 33.900%. Βοήθησε και η άνοδος των ακινήτων.
Ο κυρ- Μενέλαος με τη χρηματιστηριακώς «αναλφάβητη» τακτική έχει βάλει τα γυαλιά στα περισσότερα από τα golden boys, και λομπίστες (της Κυριακής χαρά - της Δευτέρας λύπη) που έχω γνωρίσει.
Τον συνάντησα στην ουρά της τράπεζας να περιμένει να δώσει εντολή να του αγοράσουν τραπεζικές μετοχές τις μέρες του χαλασμού. Το μυστικό είναι, μου είπε, να βλέπεις μακροπρόθεσμα. Αυτό το είπε ένας άνθρωπός 70 χρονών.