Βγαίνει η Ευρώπη από τον αμυντικό της λήθαργο;
Τρίτη, 02-Δεκ-2025 00:01
Υπάρχουν στιγμές που ένα φαινομενικά απλό σχόλιο λειτουργεί σαν φωτοβολίδα και ρίχνει φως σε ένα θέμα που προσποιούμασταν όλοι ότι δεν βλέπαμε. Μια τέτοια στιγμή έδωσε ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, τόσο στο Athens Security Forum όσο και στη χθεσινή παρέμβασή του ενώπιον των Ευρωπαίων Υπουργών Άμυνας στις Βρυξέλλες.
Με λόγο ξεκάθαρο και νηφάλιο, τόνισε ότι η Ευρώπη οφείλει να εγκαταλείψει την "Απόλεμη Κουλτούρα" που έχει καλλιεργήσει επί δεκαετίες, και να αντιληφθεί ότι η ιστορία δεν θα σταματήσει επειδή εμείς το επιθυμούμε. Ο κόσμος γύρω μας αλλάζει με ταχύτητα και ένταση που θυμίζουν σκοτεινότερες εποχές, κι εμείς ρισκάρουμε παραμένοντας με εργαλεία και νοοτροπίες μιας περιόδου που δεν υφίσταται πλέον!
Η χθεσινή ομιλία του Δένδια στις Βρυξέλλες ήταν απροκάλυπτη ως προς αυτό. Επισήμανε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις καλές προθέσεις και τις ανακοινώσεις περί "στρατηγικής αυτονομίας", εξακολουθεί να στηρίζεται σχεδόν ολοκληρωτικά στις ΗΠΑ για την άμυνά της.
Στηλίτευσε το γεγονός ότι η ήπειρος που κάποτε καθόριζε την τεχνολογική και στρατιωτική υπεροχή της Δύσης, σήμερα αδυνατεί ακόμη και να παράσχει επαρκές πυροβολικό στη σύμμαχο Ουκρανία. Και δήλωσε το αυτονόητο, αυτό που όλοι βλέπουν αλλά λίγοι τολμούν να πουν ξεκάθαρα: ότι η ασφάλεια της Ευρώπης δεν μπορεί να εξαρτάται από τις εναλλαγές των πολιτικών διαθέσεων μιας άλλης χώρας [σσ: δηλαδή των ΗΠΑ], όσο φίλια κι αν είναι αυτή.
Δεν χρειάζεται κανείς να συμφωνεί σε όλα με τον Δένδια για να αναγνωρίσει πως περιέγραψε την πραγματικότητα με ακρίβεια. Από το 1945 και μετά, η Ευρώπη έζησε εβδομήντα χρόνια ειρήνης, αναπτύσσοντας σιγά-σιγά μια ιδιότυπη "μεταπολεμική αθωότητα", μια πίστη πως ο πόλεμος είχε πλέον εξοριστεί οριστικά από την ήπειρο.
Οι κοινωνίες εθίστηκαν στην ιδέα ότι η άμυνα είναι ένα δευτερεύον ζήτημα, σχεδόν ασήμαντο για μια ήπειρο πολιτισμένη. Οι πολιτικές ηγεσίες προτίμησαν να δρέπουν τους καρπούς ενός "ειρηνικού μερίσματος" [Peace Dividend], διοχετεύοντας πόρους σε κοινωνικά και αναπτυξιακά προγράμματα και όχι σε εξοπλισμούς. Η ίδια η ΕΕ, που χτίστηκε επάνω στην υπόσχεση της ειρήνης, ανέπτυξε μια κουλτούρα αποδέσμευσης από την στρατιωτική ισχύ, θεωρώντας ότι το διεθνές δίκαιο και ο διάλογος αρκούν για να κρατήσουν την πραγματικότητα σε τάξη.
Δυστυχώς, η πραγματικότητα αρνείται επίμονα να συμμορφωθεί με τις επιθυμίες μας.
Ο πόλεμος επέστρεψε στην ευρωπαϊκή ήπειρο, πρώτα στη Γεωργία, μετά στην Ουκρανία, και τώρα απειλεί να επεκταθεί σε ολόκληρη την Ανατολική Ευρώπη. Η Ρωσία έχει επιλέξει μια στρατηγική εδαφικού αναθεωρητισμού, αμφισβητώντας ευθέως τα σύνορα που προέκυψαν μετά τον Ψυχρό Πόλεμο.
Η Μέση Ανατολή είναι ξανά σε αναβρασμό, με τους κινδύνους να ακουμπούν άμεσα στην Ανατολική Μεσόγειο. Και η αμερικανική πολιτική, ανεξάρτητα από το ποιος βρίσκεται στον Λευκό Οίκο, δεν προσφέρει βεβαιότητες. Αυτή τη χρονική στιγμή, η ευρωπαϊκή ασφάλεια βρίσκεται σε μια ιστορική μετάβαση, κι όμως η Ένωση παραμένει μετέωρη ανάμεσα στην ανάγκη δράσης και στη συνήθεια της αδράνειας.
Εδώ ακριβώς έρχεται η Ελλάδα, όχι απλώς ως ειδική περίπτωση, αλλά ως παράδειγμα προειδοποίησης.
Η χώρα μας δεν ασπάστηκε την ευρωπαϊκή "Απόλεμη Κουλτούρα" απλώς επειδή δεν της το επέτρεψε η γεωγραφία της και οι γείτονές της. Η Ελλάδα είχε πάντα ένα μέτωπο ανοιχτό, σε μια γειτονιά γεμάτη εντάσεις, με μια Τουρκία που στην καλύτερη περίπτωση είναι απρόβλεπτη και στη χειρότερη αναθεωρητική.
Όσοι θεωρούν ότι η ελληνική κοινωνία διατηρεί έναν αυξημένο "αμυντικό ρεαλισμό" από υπερβολή, θα έπρεπε να θυμηθούν πόσες φορές τα τελευταία χρόνια η χώρα μας βρέθηκε σε γκρίζες ζώνες κρίσης: στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο, στον Έβρο. Οι Έλληνες γνωρίζουν, σε αντίθεση με πολλούς Ευρωπαίους, ότι η ειρήνη είναι μια λεπτή ισορροπία που συντηρείται μόνο με αποτρεπτική ισχύ, και ποτέ με ευχολόγια.
Γι’ αυτό και η Ελλάδα λειτούργησε όλα αυτά τα χρόνια σαν ο "κακός μαθητής" της τάξης, που όμως είχε γράψει σωστά όλες τις απαντήσεις. Επενδύσαμε σε σύγχρονα οπλικά συστήματα όταν άλλοι μείωσαν δραστικά τις αμυντικές τους δαπάνες. Διατηρήσαμε υποχρεωτική την στρατιωτική θητεία των κληρωτών όταν η υπόλοιπη Ευρώπη την αποδόμησε. Αναβαθμίσαμε το ναυτικό μας, θωρακίσαμε τα νησιά μας, διατηρήσαμε αξιόμαχες τις μονάδες μας. Δεν το κάναμε επειδή είμαστε εμμονικοί, αλλά επειδή η πραγματικότητα μάς το επέβαλε.
Τώρα η πραγματικότητα επιβάλλει κάτι ακόμη: να μετατραπεί η Ελλάδα από παθητικός αποδέκτης της στρατηγικής των άλλων, σε ενεργό συνδιαμορφωτή της ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής. Αυτό είναι το βασικό μήνυμα που προσπάθησε νομίζω να περάσει ο κ. Δένδιας στις Βρυξέλλες. Ότι μια χώρα που έχει ζήσει στο πετσί της τι σημαίνει αποτροπή, με εμπειρία διαχείρισης πραγματικών κρίσεων και καθημερινών προκλήσεων, μπορεί και πρέπει να παίξει ρόλο στον στρατηγικό σχεδιασμό της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας. Βλέπετε δεν έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε την ΕΕ να "ωριμάσει" σε δύο δεκαετίες.
Η Ελλάδα πρέπει να παραμένει πρωταγωνιστής σε κάθε συζήτηση περί κοινών εξοπλισμών, επιχειρησιακής συνεργασίας, αμυντικής βιομηχανίας και στρατηγικού σχεδιασμού.
Η Ευρώπη δεν χρειάζεται απλώς έναν μεγαλύτερο στρατό. Χρειάζεται να δημιουργήσει μια κοινή στρατιωτική σκέψη. Χρειάζεται μια νέα στρατηγική κουλτούρα, που αναγνωρίζει πως ο κόσμος δεν είναι πια το θερμοκήπιο ασφάλειας των δεκαετιών του ’80 και ’90. Και για αυτό χρειάζεται ηγέτες που θα πουν τις δυσάρεστες αλήθειες χωρίς να κομπιάζουν. Μια τέτοια προσπάθεια ξεκίνησε σήμερα από τις Βρυξέλλες, και η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να την προωθήσει.
Η ειρήνη δεν είναι κάτι που κληρονομούμε.
Είναι κάτι που χτίζουμε καθημερινά.
Η Ελλάδα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά στην πρόσφατη ευρωπαϊκή ιστορία, έχει την ευθύνη να γίνει η χώρα που θα υπενθυμίσει στην Ευρώπη αυτό που εκείνη ξέχασε:
ότι ο κόσμος γίνεται ολοένα και πιο επικίνδυνος, και ότι όποιος επιθυμεί την ειρήνη σε αυτό τον κόσμο, οφείλει πρωτίστως να είναι έτοιμος για πόλεμο.