Παρίσι, όπως Αθήνα;
Τετάρτη, 10-Σεπ-2025 00:01
Η Γαλλία περνάει μια παρατεταμένη περίοδο πολιτικής δυσανεξίας: κανείς δεν μπορεί να χωνέψει κανέναν από τους υπόλοιπους!
Το κοινοβουλευτικό τοπίο έχει τριχοτομηθεί. Χάσμα υπάρχει ανάμεσα στην αριστερά, την κεντρώα προεδρική παράταξη και την εθνικιστική δεξιά, χωρίς ορατές γέφυρες διακυβέρνησης.
Σε αντίθεση με τον Σηκουάνα, οι απέναντι όχθες του Γαλλικού πολιτικού ανάγλυφου δεν υποστηρίζουν στερεές γέφυρες. Οι κυβερνήσεις σχηματίζονται δύσκολα, πέφτουν εύκολα, και τα νομοσχέδια του προϋπολογισμού μοιάζουν με ναρκοπέδια.
Σε αυτό το σκηνικό, οι μακροοικονομικοί δείκτες (έλλειμμα, λόγος χρέους/ΑΕΠ, απόδοση δεκαετών ομολόγων Γαλλικού δημοσίου) παύουν να είναι σύνολο αριθμών και γίνονται πολιτικά όπλα. Οι αγορές διαβάζουν αυτό το αδιέξοδο και φυσικά, όπως πάντα, τιμολογούν την αβεβαιότητα. Τα επιτόκια, που κάποτε θεωρούνταν δεδομένα χαμηλά για έναν από τους δυο "πυρήνες" της Ευρωζώνης (η Γερμανία είναι ο άλλος) τιμολογούν την αστάθεια.
Η εικόνα θυμίζει σε πρώτη ανάγνωση τη γνωστή μας ελληνική περιπέτεια:
- η πολιτική αστάθεια μετατρέπεται σε χρηματοοικονομικό ρίσκο,
- το ρίσκο μετουσιώνεται σε αύξηση του spread δανεισμού,
- το αυξημένο κόστος δανεισμού επιστρέφει ως δημοσιονομική στενότητα.
Όμως αν και υπαρκτές, οι ομοιότητες δεν είναι ταυτόσημες.
Η Ελλάδα το 2010 μπήκε στην καταιγίδα με δίδυμα ελλείμματα, με αυτο-αμφισβητούμενη αξιοπιστία στα στατιστικά της και περιορισμένη πρόσβαση σε αγορές βάθους.
Η Γαλλία αντιθέτως ξεκινά από άλλη αφετηρία: μεγάλη οικονομία, βαθιές κεφαλαιαγορές, βαρύ βιομηχανικό αποτύπωμα, θεσμική ισχύς. Κι όμως, η πολιτική αποσύνδεση μεταξύ Εκτελεστικής και Νομοθετικής λειτουργίας προκαλεί την σύμπηξη ενός μηχανισμού "βέτο παντού”, τύπου Τσίπρα του ‘14.
Και οι αγορές δεν αγοράζουν βέτο, αγοράζουν προβλεψιμότητα.
Στον πυρήνα του προβλήματος βρίσκεται η αρχιτεκτονική της Πέμπτης Δημοκρατίας. Ένα υπερ-προεδρικό σύστημα, σχεδιασμένο για καθαρές εντολές, λειτουργεί δύσκολα σε εποχή κατακερματισμού. Εργαλεία όπως το 49.3, που επιτρέπει προώθηση νομοσχεδίων χωρίς ψηφοφορία, λύνουν βραχυπρόθεσμα την εξίσωση, αλλά χτίζουν μακροπρόθεσμη καχυποψία.
Κάθε παράκαμψη του Κοινοβουλίου πληρώνεται με πολιτικό κεφάλαιο μετέπειτα: κινητοποιήσεις, απεργίες, κοινωνική ένταση. Ο λογαριασμός επιστρέφει στην οικονομία.
Μέχρι παραινέσεις προς τους πολίτες, να προετοιμάζονται με προμήθειες για πόλεμο, αρθρώνονται από την Προεδρία, κάτι που όχι μόνο προκαλεί ανησυχία στη γαλλική κοινωνία, αλλά και υποθάλπει δυσάρεστα ερωτήματα για τα πολιτικά κίνητρα μιας τέτοιας προειδοποίησης.
Εδώ μοιάζει να αναδύεται μια ουσιαστική ομοιότητα με το ελληνικό 2010: η κρίση εμπιστοσύνης.
Τότε, η Ελλάδα βρέθηκε χωρίς πειστικό πιστωτικό αφήγημα, οι αριθμοί δεν έπειθαν κανέναν, ούτε καν εκείνους που τους άρθρωναν, οι απανωτές αναθεωρήσεις στατιστικών στοιχείων δηλητηρίαζαν την αξιοπιστία, κι όταν χάθηκε ολοκληρωτικά η εμπιστοσύνη, τότε χάθηκε και ο έλεγχος των spreads.
Σήμερα, η Γαλλία δεν βιώνει τέτοιας κλίμακας αποκοπή από την πραγματικότητα. Όμως η αίσθηση ότι "δεν μπορεί να ληφθεί απόφαση που να αντέξει στο χρόνο" είναι ανησυχητική.
Οι οίκοι αξιολόγησης και οι διαχειριστές κεφαλαίων δεν περιμένουν θαύματα στον προϋπολογισμό. Ζητούν όμως ορατότητα και προβλεψιμότητα πολιτικών αποφάσεων που να περνούν από τη θεσμική οδό, και όχι να εκκρεμούν επ’ αόριστον. Όταν λείπουν τα παραπάνω, ο κίνδυνος και η αβεβαιότητα τιμολογούνται.
Άλλη ομοιότητα στο ελληνικό τότε και το γαλλικό τώρα: η κοινωνική κόπωση.
Η Ελλάδα μπήκε στο 2010 με χρόνια στασιμότητα εισοδημάτων, φορολογική κόπωση, αίσθηση αδικίας.
Η Γαλλία κουβαλά τη δική της κούραση: κύματα διαμαρτυριών από τα "κίτρινα γιλέκα" (το εκεί ΠΑΜΕ) ως τις συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις, ανισότητες μεταξύ μητροπολιτικών κέντρων και περιφέρειας, ανησυχία για το κόστος ζωής. Η πολιτική δείχνει να υπολείπεται της κοινωνικής απαίτησης για δικαιοσύνη και σταθερότητα, και στο κενό αυτό ανθεί η ψήφος-διαμαρτυρίας και όχι η ψήφος-εντολή. Σας θυμίζει κάτι αυτό;
Υπάρχουν όμως και ξεκάθαρες διαφορές.
Η Ελλάδα του 2010 ήταν μια μικρή οικονομία παγιδευμένη σε μια προαναγγελθείσα εσωτερική υποτίμηση-μονόδρομο, χωρίς νομισματικά εργαλεία και με ένα τραπεζικό σύστημα που γρήγορα μετατράπηκε σε κινούμενη άμμο.
Η Γαλλία, με ουσιαστικά βαθύτερη αγορά ομολόγων, μεγαλύτερη βάση επενδυτών και βαρύ βιομηχανικό ιστό, έχει πολύ μεγαλύτερες αντοχές στα σοκ. Επίσης, ο ρόλος της στον ευρωπαϊκό πυρήνα είναι καταστατικός. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν κάθε κίνητρο να διατηρήσουν τη σταθερότητα, και κανένα κίνητρο να χρησιμοποιήσουν τη Γαλλία ως παράδειγμα προς αποφυγή για τις υπόλοιπες χώρες-μέλη.
Αυτά όμως δεν ακυρώνουν τον κίνδυνο. Όταν το πολιτικό σύστημα μαγκώσει, η οικονομία κλυδωνίζεται, και οι κανόνες της Ε.Ε. για τα ελλείμματα λειτουργούν ως αντίστροφη μέτρηση για την επερχόμενη κρίση.
Στην Ελλάδα του 2010, η κρίση έμοιαζε ξαφνική παρά το γεγονός ότι είχε προϊστορία. Χρόνια χαμηλής παραγωγικότητας, δημοσιονομικές υπερβάσεις για ενίσχυση συντάξεων και ψηφοθηρικών προσλήψεων, και απελπιστική αναβλητικότητα στις μεταρρυθμίσεις.
Στη Γαλλία, το σημερινό πρόβλημα δεν είναι ξαφνικό. Εμφορείται από τη συσσώρευση μιας δεκαετίας κοινωνικών αντιστάσεων και θεσμικών τριβών των παικτών της πολιτικής σκακιέρας.
Αν στην Αθήνα η σπίθα ήταν τα σπρεντ των αγορών, στο Παρίσι η σπίθα είναι η πολιτική αριθμητική που δεν βγαίνει. Και στις δύο περιπτώσεις, το κοινό σημείο είναι μια κρίση νομιμοποίησης, δηλαδή το ποιος μιλά για λογαριασμό της πλειοψηφίας, και ποιος μπορεί να την συγκρατήσει ενωμένη όταν έρθει η ώρα των δύσκολων αποφάσεων: ποιος θα χάσει τί από πότε και για πόσο καιρό; Είναι βέβαιο ότι κάποιοι θα χάσουν κάτι, αλλά μοιάζει ότι κανείς δεν είναι σε θέση να συγκεκριμενοποιήσει πολιτικά αυτή την δημοσιονομική βεβαιότητα.
Η Γαλλία του 2025 μάλλον δεν θα γίνει "Ελλάδα του 2010". Ή τουλάχιστον έτσι ελπίζουμε όλοι!
Όμως, η προειδοποίηση της ελληνικής κρίσης είναι ξεκάθαρη: οι αγορές συγχωρούν τα λάθη, αλλά όχι την αβεβαιότητα!
Η στείρα πολιτική αντιπαράθεση, χωρίς σταθερούς θεσμικούς αρμούς και χωρίς ηθικό πλαίσο, τύπου "βέτο στα πάντα”, τύπου "όχι σε όλα”, τύπου "θα τα επαναφέρουμε όλα, με-ένα-άρθρο-και-ένα-νόμο”, παράγει υπέρμετρη κοινωνική αντιπαλότητα και διχασμό με υπερβάλλοντα θόρυβο. Αυτά δηλαδή τα οποία στο τέλος μετατρέπονται σε πραγματικό κοινωνικό και οικονομικό κόστος.
Και όπως έδειξε η ελληνική εμπειρία της χρεοκοπίας του 2010, όταν το αφήγημα γκρεμιστεί οι αριθμοί δεν αργούν να επιβεβαιώσουν αυτή του την κατάρρευση.
Η διαφορά μας ίσως είναι ότι, μετά την Ελληνική Εμπειρία, σήμερα όλοι ξέρουν πού οδηγεί ο πολιτικός κατήφορος, ο "όχι-σε-όλα-ισμός” και η λαϊκίστικη αντιπολίτευση του "όλοι οι άλλοι απατεώνες, ενώ εμείς είμαστε οι μόνοι καλοί”, το "ή εμείς ή αυτοί”, και γενικά ο μανιχαϊσμός στον πολιτικό διάλογο!
Γι’ αυτό οι αγορές θα παρακολουθούν κάθε ψήφο, κάθε πρόταση προϋπολογισμού, κάθε δείκτη εμπιστοσύνης με την ψυχρή προσοχή που έχουν όταν οσμίζονται το αίμα ενός ανατέλλοντος πολιτικού "Αποκλεισμού” από όλους προς όλους τους υπόλοιπους. Ασυνεννοησία δηλαδή.
Ο Θεός να τους βάλει μυαλό, να μη καταντήσουν σαν εμάς το 2010 να μας λένε αδιάφοροι ξένοι γραφειοκράτες "Kalo kouragio”, ή "Βon courage” στην προκειμένη περίπτωση...