Η εξωστρέφεια της ΔΕΗ και η ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας
Παρασκευή, 12-Ιουν-2009 08:20
Του Νίκου Κοντινάκη
Θα μπορέσει η ΔΕΗ να επιδείξει πραγματική εξωστρέφεια βοηθώντας στην επίλυση κάποιων μακροχρόνιων διλημμάτων της επιχείρησης και της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας; Πρόσφατα, το Δ.Σ. της επιχείρησης ενέκρινε δύο Μνημόνια Συνεργασίας με στόχο τις αγορές του Μαυροβουνίου και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Την ίδια ώρα, το πρακτορείο ειδήσεων Novinite, δημοσίευε δηλώσεις του Προέδρου της Βουλγαρίας επιβεβαιώνοντας εμμέσως τις φήμες που θέλουν την ΔΕΗ να προωθεί τη συμμετοχή της στις νέες πυρηνικές μονάδες στο Belene. Συνεργασίες που ακολουθούν τη συμμετοχή στην κοινοπραξία SENCAP και το μνημόνιο με την RWE, επίσης με στόχο αγορές των Βαλκανίων.
Η ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας δημιουργήθηκε σε μία βάση ήπιας προσαρμογής στις κοινοτικές οδηγίες, με τις πολιτικές και ρυθμιστικές αρχές να προσπαθούν, από τη μία, να διατηρήσουν τα προνόμια της ΔΕΗ και τις μηδενικού κόστους, για την κυβέρνηση, κοινωνικές παροχές και τιμολόγια και, από τη άλλη, να εισάγουν ανταγωνιστές παραγωγούς και συνθήκες μίας ελεύθερης και αναπτυσσόμενης αγοράς! Μια δύσκολη εξίσωση στην οποία πρέπει, πλέον, να προστεθούν το κόστος του Κιότο για το ρυπογόνο ελληνικό σύστημα, η ανάγκη εισαγωγής των ΑΠΕ στο ισοζύγιο, η απελευθέρωση της διανομής και η συντήρηση και επέκταση του συστήματος μεταφοράς.
Παράλληλα, και ενώ καλείται να μειώσει το μέγεθός της με στέρηση ακόμη και του δικαιώματος σε νέες μονάδες, η ΔΕΗ προσπαθεί να ισορροπήσει το αίτημα για επιχειρηματική ανάπτυξη με τα συσσωρευμένα χρέη από προηγούμενες κρατικές πολιτικές, τις πιέσεις των εργαζομένων της και τον κοινωνικό της ρόλο, που, παρεμπιπτόντως, τελευταία προσπαθεί να επιστρέψει στον φυσικό της ανάδοχο, την πολιτεία.
Τα προβλήματα αυτής της προσέγγισης δεν άργησαν να φανούν καθώς όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς δεν λειτουργούν με γνώμονα τον σχεδιασμό και την προληπτική δράση, αλλά την βραχυπρόθεσμη εκμετάλλευση των αδυναμιών του συστήματος. Οι τρεις αλλαγές, μέχρι σήμερα, του τρόπου υπολογισμού της οριακής τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας στο σύστημα και η αναστάτωση που τις ακολούθησε, οι κατηγορίες από τους ιδιώτες προς τη ΔΕΗ για χειραγώγηση της παραγωγής μέσω των υδροηλεκτρικών και των τεχνικών ελαχίστων των θερμικών μονάδων της, οι αντίθετης κατεύθυνσης κατηγορίες για τον χρόνο και τον τρόπο λειτουργίας των νέων ιδιωτικών μονάδων, είναι μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ακόμη και η, εν εξελίξει, ιστορία με την υπογραφή μεγάλων εμπορικών πελατών της ΔΕΗ από την εταιρεία εμπορίας Verbund, είναι αποτέλεσμα μιας αγοράς που λειτουργεί με σταυροειδείς επιδοτήσεις και έξωθεν καθορισμένα τιμολόγια.
Οι ιδιωτικοί όμιλοι, με τις συνεργασίες που έχουν αναπτύξει, δείχνουν ότι εκτός από πρόθυμοι είναι και έτοιμοι να αναλάβουν ένα κομμάτι της αγοράς. Οι θεσμικοί παράγοντες θα υποχρεωθούν να δημιουργήσουν ένα ομαλό θεσμικό πλαίσιο προκειμένου να εξασφαλίσουν, πάνω από όλα, την αδιάλειπτη και εύρυθμη λειτουργία και ανάπτυξη της αγοράς. Τέλος, το πρώην κρατικό μονοπώλιο, θα πρέπει να προσδιορίσει έναν νέο ρόλο, ως επιχείρηση που δραστηριοποιείται σε μία αγορά μη προστατευτική, και νέους χώρους που θα ενισχύσουν τα οικονομικά μεγέθη της. Η ΔΕΗ θα πρέπει, έστω και αργοπορημένα, να ακολουθήσει το παράδειγμα του ΟΤΕ και των ΕΛΠΕ, αναπτυσσόμενη στην περιοχή της Ν.Α. Ευρώπης. Έτσι, θα μπορέσει να διατηρήσει την παραγωγική ισχύ της και να προσεγγίσει νέες αγορές και πελάτες καθώς θα αφήνει χώρο στην εγχώρια αγορά για τον ανταγωνισμό, διευκολύνοντας την δημιουργία μιας υγιούς αγοράς.
*Ο Νίκος Κοντινάκης είναι σύμβουλος ενεργειακής πολιτικής και αγορών ενέργειας, "VRS Investment Research & Analysis Journal"
Θα μπορέσει η ΔΕΗ να επιδείξει πραγματική εξωστρέφεια βοηθώντας στην επίλυση κάποιων μακροχρόνιων διλημμάτων της επιχείρησης και της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας; Πρόσφατα, το Δ.Σ. της επιχείρησης ενέκρινε δύο Μνημόνια Συνεργασίας με στόχο τις αγορές του Μαυροβουνίου και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Την ίδια ώρα, το πρακτορείο ειδήσεων Novinite, δημοσίευε δηλώσεις του Προέδρου της Βουλγαρίας επιβεβαιώνοντας εμμέσως τις φήμες που θέλουν την ΔΕΗ να προωθεί τη συμμετοχή της στις νέες πυρηνικές μονάδες στο Belene. Συνεργασίες που ακολουθούν τη συμμετοχή στην κοινοπραξία SENCAP και το μνημόνιο με την RWE, επίσης με στόχο αγορές των Βαλκανίων.
Η ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας δημιουργήθηκε σε μία βάση ήπιας προσαρμογής στις κοινοτικές οδηγίες, με τις πολιτικές και ρυθμιστικές αρχές να προσπαθούν, από τη μία, να διατηρήσουν τα προνόμια της ΔΕΗ και τις μηδενικού κόστους, για την κυβέρνηση, κοινωνικές παροχές και τιμολόγια και, από τη άλλη, να εισάγουν ανταγωνιστές παραγωγούς και συνθήκες μίας ελεύθερης και αναπτυσσόμενης αγοράς! Μια δύσκολη εξίσωση στην οποία πρέπει, πλέον, να προστεθούν το κόστος του Κιότο για το ρυπογόνο ελληνικό σύστημα, η ανάγκη εισαγωγής των ΑΠΕ στο ισοζύγιο, η απελευθέρωση της διανομής και η συντήρηση και επέκταση του συστήματος μεταφοράς.
Παράλληλα, και ενώ καλείται να μειώσει το μέγεθός της με στέρηση ακόμη και του δικαιώματος σε νέες μονάδες, η ΔΕΗ προσπαθεί να ισορροπήσει το αίτημα για επιχειρηματική ανάπτυξη με τα συσσωρευμένα χρέη από προηγούμενες κρατικές πολιτικές, τις πιέσεις των εργαζομένων της και τον κοινωνικό της ρόλο, που, παρεμπιπτόντως, τελευταία προσπαθεί να επιστρέψει στον φυσικό της ανάδοχο, την πολιτεία.
Τα προβλήματα αυτής της προσέγγισης δεν άργησαν να φανούν καθώς όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς δεν λειτουργούν με γνώμονα τον σχεδιασμό και την προληπτική δράση, αλλά την βραχυπρόθεσμη εκμετάλλευση των αδυναμιών του συστήματος. Οι τρεις αλλαγές, μέχρι σήμερα, του τρόπου υπολογισμού της οριακής τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας στο σύστημα και η αναστάτωση που τις ακολούθησε, οι κατηγορίες από τους ιδιώτες προς τη ΔΕΗ για χειραγώγηση της παραγωγής μέσω των υδροηλεκτρικών και των τεχνικών ελαχίστων των θερμικών μονάδων της, οι αντίθετης κατεύθυνσης κατηγορίες για τον χρόνο και τον τρόπο λειτουργίας των νέων ιδιωτικών μονάδων, είναι μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ακόμη και η, εν εξελίξει, ιστορία με την υπογραφή μεγάλων εμπορικών πελατών της ΔΕΗ από την εταιρεία εμπορίας Verbund, είναι αποτέλεσμα μιας αγοράς που λειτουργεί με σταυροειδείς επιδοτήσεις και έξωθεν καθορισμένα τιμολόγια.
Οι ιδιωτικοί όμιλοι, με τις συνεργασίες που έχουν αναπτύξει, δείχνουν ότι εκτός από πρόθυμοι είναι και έτοιμοι να αναλάβουν ένα κομμάτι της αγοράς. Οι θεσμικοί παράγοντες θα υποχρεωθούν να δημιουργήσουν ένα ομαλό θεσμικό πλαίσιο προκειμένου να εξασφαλίσουν, πάνω από όλα, την αδιάλειπτη και εύρυθμη λειτουργία και ανάπτυξη της αγοράς. Τέλος, το πρώην κρατικό μονοπώλιο, θα πρέπει να προσδιορίσει έναν νέο ρόλο, ως επιχείρηση που δραστηριοποιείται σε μία αγορά μη προστατευτική, και νέους χώρους που θα ενισχύσουν τα οικονομικά μεγέθη της. Η ΔΕΗ θα πρέπει, έστω και αργοπορημένα, να ακολουθήσει το παράδειγμα του ΟΤΕ και των ΕΛΠΕ, αναπτυσσόμενη στην περιοχή της Ν.Α. Ευρώπης. Έτσι, θα μπορέσει να διατηρήσει την παραγωγική ισχύ της και να προσεγγίσει νέες αγορές και πελάτες καθώς θα αφήνει χώρο στην εγχώρια αγορά για τον ανταγωνισμό, διευκολύνοντας την δημιουργία μιας υγιούς αγοράς.
*Ο Νίκος Κοντινάκης είναι σύμβουλος ενεργειακής πολιτικής και αγορών ενέργειας, "VRS Investment Research & Analysis Journal"