Το Νόμπελ Οικονομίας και η Νότια Κορέα δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση
Τετάρτη, 12-Νοε-2025 00:04
Η καινοτομία ως μοχλός ανάπτυξης
Το φετινό Βραβείο Νόμπελ Οικονομικών απονεμήθηκε στους Joel Mokyr, Philippe Aghion και Peter Howitt για το έργο τους σχετικά με τον ρόλο της καινοτομίας και της "δημιουργικής καταστροφής" στην οικονομική ανάπτυξη. Η βασική τους θέση είναι ότι η μακροχρόνια πρόοδος εξαρτάται από τη συνεχή ανανέωση τεχνολογιών και ιδεών, και ότι οι κοινωνίες που επενδύουν στην έρευνα, τη γνώση και τα ανοικτά θεσμικά πλαίσια είναι εκείνες που επιτυγχάνουν βιώσιμη ανάπτυξη.
Η καινοτομία δεν είναι μεμονωμένο γεγονός, αλλά μια συστηματική διαδικασία που απαιτεί θεσμική υποστήριξη, εκπαίδευση και προσαρμοστικότητα. Χωρίς ένα κατάλληλο οικοσύστημα, ακόμη και οι πιο πρωτοποριακές ιδέες δύσκολα μετατρέπονται σε αναπτυξιακό αποτέλεσμα.
Παρά τη σημασία της, η φετινή απονομή πέρασε σχεδόν απαρατήρητη στη χώρα μας. Η υπερβολική ενασχόληση της πολιτικής και μιντιακής ελίτ με μικροπολιτικά ή σκανδαλοθηρικά ζητήματα δεν αφήνει χώρο για ουσιαστικούς προβληματισμούς γύρω από την ανάπτυξη και την καινοτομία.
Το Υπουργείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Νότια Κορέας
Η Νότια Κορέα εφαρμόζει εδώ και δεκαετίες τις αρχές που ανέδειξαν οι φετινοί Νομπελίστες. Πρόσφατα, μάλιστα, αναβάθμισε το προϋπάρχον Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας (Korean Intellectual Property Office – KIPO) σε Υπουργείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας (Ministry of Intellectual Property – MOIP). Η μεταρρύθμιση αυτή στοχεύει στη στενότερη σύνδεση της καινοτομίας με την οικονομική πολιτική, στην ενίσχυση της προστασίας και της εμπορευματοποίησης των δικαιωμάτων Διανοητικής Ιδιοκτησίας (διπλώματα ευρεσιτεχνίας, εμπορικά σήματα, βιομηχανικά σχέδια, πνευματική ιδιοκτησία κ.ά.), καθώς και στον καλύτερο συντονισμό μεταξύ των υπουργείων Τεχνολογίας, Βιομηχανίας και Εμπορίου.
Η Κορέα θεωρεί τη διανοητική της ιδιοκτησία "Εθνικό Στρατηγικό Κεφάλαιο" και αναγνωρίζει ότι η ανάπτυξή της βασίζεται πρωτίστως στην οικονομία της γνώσης. Η Διανοητική ιδιοκτησία δεν μπορεί πλέον να αντιμετωπίζεται ως δευτερεύον τεχνικό ζήτημα, αλλά ως στρατηγικός πόρος που ενισχύει την ανταγωνιστικότητα, τις εξαγωγές και τη μακροχρόνια ανάπτυξη.
Η Νότια Κορέα και η Ελλάδα
Η Νότια Κορέα βγήκε από τον πόλεμο 1950-53 διαιρεμένη και κατεστραμμένη, με ανύπαρκτες υποδομές- όπως περίπου και η Ελλάδα το 1949, μετά την Κατοχή και τον Εμφύλιο. Και οι δύο χώρες είχαν διαρκείς εξωτερικές απειλές και γνώρισαν ταχεία ανάπτυξη τις επόμενες δύο δεκαετίες, βασιζόμενες εν μέρει σε αμερικανική βοήθεια αλλά κυρίως στο ανθρώπινο δυναμικό τους.
Ωστόσο, εδώ τελειώνουν οι ομοιότητες και αρχίζουν οι διαφορές.
Πρώτον, η εκπαίδευση στη Νότια Κορέα έδωσε έμφαση στις θετικές επιστήμες και την τεχνολογία, σε αντίθεση με την Ελλάδα, όπου η εκπαίδευση παραμένει προσανατολισμένη στο παρελθόν. Μεγάλο μέρος του χρόνου των μαθητών καταναλώνεται ακόμα σε αποστήθιση Θρησκευτικών, Αρχαίων Ελληνικών και Ιστορίας και δεν συνδέεται με σύγχρονες τεχνολογίες και τις ανάγκες της αγοράς. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι μισοί απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ειδικά οι απόφοιτη μη τεχνολογικών σχολών, δυσκολεύονται να βρουν εργασία, σχεδόν όλοι υποαμείβονται, ενώ η βιομηχανία δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της σε εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό.
Δεύτερον, η κορεατική οικονομία, βάσει κρατικού σχεδιασμού, είναι προσανατολισμένη στη βιομηχανική ανάπτυξη και στις εξαγωγές, με έμφαση στην καινοτομία. Αντίθετα, η ελληνική ανάπτυξη μετά τη δεκαετία του ’70 προχώρησε χωρίς στρατηγικό σχέδιο, στηριζόμενη στον τουρισμό, τις εισαγωγές και την κατανάλωση. Η διαφθορά —είτε με τη μορφή του πελατειακού κράτους είτε της διαπλοκής και του χρηματισμού— υπονόμευσε κάθε προσπάθεια μακροπρόθεσμου σχεδιασμού.
Οι παραπάνω διαφορές δημιούργησαν, από τη μία πλευρά του πλανήτη, έναν τεχνολογικό και οικονομικό γίγαντα, και από την άλλη μια χώρα που, παρά τις υψηλές δυνατότητες των πολιτών της, εξακολουθεί να δοκιμάζεται από οικονομικές, ηθικές και πολιτικές κρίσεις.
Τι μπορεί να γίνει;
Η Ελλάδα διαθέτει εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό, όπως και πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα ικανά να παράξουν σημαντικό έργο καινοτομίας. Ωστόσο, απαιτείται μια θεσμική αναγέννηση ώστε η καινοτομία να μετατραπεί σε πραγματική οικονομική δύναμη.
Η χώρα χρειάζεται καταρχήν μια ριζική αναβάθμιση του πλαισίου της Διανοητικής Ιδιοκτησίας. Παρότι ο Οργανισμός Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ) έχει καθιερωθεί ως ο βασικός θεσμός κατοχύρωσης καινοτομιών, το θεσμικό πλαίσιο που τον περιβάλλει παραμένει αναχρονιστικό. Μόλις το 2025 πιστοποιήθηκαν οι πρώτοι Σύμβουλοι Διανοητικής Ιδιοκτησίας, πολλές δεκαετίες μετά από τους ανταγωνιστές μας. Εξακολουθεί επίσης, να ισχύει ο αναχρονιστικός νόμος του 1963, που υποχρεώνει κάθε Έλληνα ερευνητή να καταθέτει πρώτα στον ΟΒΙ, ακόμη κι αν εργάζεται στο εξωτερικό. Ο βασικός νόμος 1733/1987 χρειάζεται ριζική αναθεώρηση, ώστε να ευθυγραμμιστεί με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και τη σχετική νομολογία.
Η Ελλάδα πρέπει επίσης να επικυρώσει τη συμμετοχή της στο Ενιαίο Ευρωπαϊκό Δίπλωμα Ευρεσιτεχνίας και το Ενοποιημένο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, που λειτουργούν ήδη με επιτυχία επί δυόμιση χρόνια, ώστε να πάψει να βρίσκεται στο περιθώριο της ευρωπαϊκής καινοτομίας, όπως αναπτύξαμε σε προηγούμενο άρθρο.
Η μετατροπή του ΟΒΙ σε Υπουργείο, απλώς για να ακολουθήσουμε ένα επιτυχημένο πρότυπο, θα ήταν σπατάλη πόρων και υπερβολή. Αντίθετα, η αναβάθμισή του με σαφή στρατηγικό ρόλο επιβάλλεται. Η κατάρτιση ενός Εθνικού Σχεδίου για τη Διανοητική Ιδιοκτησία, που θα συνδέει ρητά την καινοτομία με τη βιομηχανία και την ανάπτυξη —ξεκινώντας, για παράδειγμα, από τις προτάσεις του Τομεακού Επιστημονικού Συμβουλίου "Μεταφορά Τεχνολογίας και Διανοητική Ιδιοκτησία"— αποτελεί ένα πρώτο ουσιαστικό βήμα που δεν πρέπει να καθυστερήσει.
Ο Δημήτρης Κουζέλης είναι European and Greek Patent Attorney, πρώην Διευθυντής στο European Patent Office, συνιδρυτής της Intellex, εκπρόσωπος του ΣΕΒ στην Business Europe, μέλος του ΤΕΣ Καινοτομία και Διανοητική Ιδιοκτησία, Πρόεδρος της Επιτροπής Διανοητικής Ιδιοκτησίας του ICC-Hellas.