Η ψήφος των ΗΠΑ είναι δύσκολο να αναζωογονήσει τους δεσμούς με την Τουρκία

Παρασκευή, 15-Νοε-2024 00:04

Του Νικήτα Σίμου

Το αποτέλεσμα των εκλογών της 5ης Νοεμβρίου στις ΗΠΑ είναι μάλλον δύσκολο να έχει μεγάλο αντίκτυπο στους χλιαρούς δεσμούς μεταξύ Ουάσιγκτον και Άγκυρας, αν και η προεδρική χημεία μπορεί να βοηθήσει, λένε οι ειδικοί.

Η εγγύτητα της δεκαετίας του 1990, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Τουρκία έβλεπαν η μια την άλλη ως απαραίτητους συμμάχους, έχει παρέλθει προ πολλού.

Μετά από μια παρατεταμένη περίοδο αναζήτησης, οι δύο σύμμαχοι του ΝΑΤΟ έχουν άτυπα δεχθεί μια ανίερη συμμαχία, όπου συμφωνούν να διαφωνούν σε πολλά ζητήματα, διατηρώντας παράλληλα τον διάλογο ανοιχτό.

"Φαίνεται ότι και οι δύο αποφάσισαν να συμφωνήσουν σε ορισμένα θέματα, να διαφωνήσουν σε άλλα και να αναζητήσουν τομείς συνεργασίας", δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο αμερικανο-τούρκος αναλυτής Soner Cagaptay του Ινστιτούτου της Ουάσιγκτον για την Πολιτική στην Εγγύς Ανατολής.

Μια τέτοια άτυπη συμφωνία συνεργασίας μπορεί να περιλαμβάνει περιοχές πχ στην Αφρική όπου η Τουρκία έχει δομήσει την επιρροή της ( Σομαλία, Αιθιοπία, Χώρες Σαχέλ κ.α)  και τη μουσουλμανική Ευρασία, όπου η Τουρκία έχει ιστορική επιρροή (εθνοτικά συγγενείς χώρες-ισταν). 

Υπάρχουν βέβαια και ζητήματα όπου οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας έχουν διαταραχθεί.

Το 2019, η Ουάσιγκτον απέκλεισε την Άγκυρα από το πρόγραμμα μαχητικών αεροσκαφών F-35, ως αντίποινα για την απόφαση της Τουρκίας να αποκτήσει το προηγμένο ρωσικό σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας S400.

Θα μπορούσε να λεχθεί, ότι η Τουρκία τρέφει εδώ και καιρό μια μνησικακία, για τη συμμαχία της Ουάσιγκτον με την συριακή κουρδική πολιτοφυλακή YPG, στη μάχη της εναντίον των ανταρτών του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία.

H Άγκυρα φοβάται, ότι η υβριδική ανεξαρτητοποίηση της YPG από το συριακό κράτος κλιμακούμενη παραπέρα, θα μπορούσε να δημιουργήσει προηγούμενο και για τους Κούρδους της Τουρκίας, καθώς και οι Κούρδοι του Ιράκ έχουν σημαντική ανεξαρτησία από την Βαγδάτη. Δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχει η αντίληψη, ότι η Άγκυρα κάνει σιωπηλά σκέψεις για μια ομοσπονδοποίηση των Κούρδων της Τουρκίας. 

Επίσης οι αμφιλεγόμενες επιλογές εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας έχουν εξοργίσει την Ουάσιγκτον. Ιδίως οι δεσμοί της πρώτης με τη Ρωσία και την Κίνα και η άρνηση να συμμετάσχει στις δυτικές κυρώσεις κατά της Μόσχας, πέρα από την προ μηνών κρίση που δημιουργήθηκε στο ΝΑΤΟ, όταν η Τουρκία καθυστερούσε την εισδοχή της Φινλανδίας και της Σουηδίας στην συμμαχία, διαπραγματευόμενη την αγορά των 40 νέων F16.

Ίσως η γέφυρα είναι μακριά

Σε ένα σχόλιο του Brookings ο γεωπολιτικός αναλυτής Rich Outzen είπε, ότι οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας είχαν πάντα τις δυσκολίες τους, αλλά τώρα υπήρχε μια αίσθηση ότι τα πράγματα ήταν περισσότερο περίπλοκα για να επιλυθούν.

"Μια άποψη έχει κερδίσει έδαφος στην Ουάσιγκτον, που επικεντρώνεται στην υπόθεση ότι οι εντάσεις ΗΠΑ-Τουρκίας μπορεί να μην αξίζει να επιλυθούν", έγραψε ο αναλυτής.

Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η Ουάσιγκτον δεν έχει πολλά να κερδίσει από την αντιμετώπιση των τουρκικών ανησυχιών. Η Άγκυρα δεν μπορεί ή δεν θα έχει πάντα την πρόθεση να διατηρήσει αξιόπιστες θέσεις, ή έχει υιοθετήσει θέσεις τόσο ασυμβίβαστες με τα συμφέροντα των ΗΠΑ και της Δύσης, που δεν  έχει νόημα μια προσπάθεια μεγαλύτερης προσέγγισής της.

Η απροθυμία του απερχόμενου προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να συνομιλήσει με τον Τούρκο ομόλογό του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δυσχέρανε την όλη κατάσταση.

Ο Μπάιντεν είχε αποκάλεσε τον Ερντογάν "αυταρχικό" σε μια συνέντευξη στους New York Times το 2020, προτού εκλεγεί.

Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο Μπάιντεν δεν επισκέφθηκε ποτέ την Τουρκία, ούτε είχε φιλοξενήσει τον Ερντογάν.

Μια συνάντηση στον Λευκό Οίκο που είχε προγραμματιστεί για τον Μάιο 2024 αναβλήθηκε.

Τα πράγματα χαλάρωσαν όταν η Άγκυρα ήρε το βέτο της για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, με την Ουάσιγκτον τον Ιανουάριο να εγκρίνει την πώληση πολεμικών αεροσκαφών F-16 στην Τουρκία.

Αλλά αυτή η δυναμική έχει μάλλον σταματήσει, με ένα βαθύτερο χάσμα μεταξύ Ερντογάν και Αμερικανικής διοίκησης σχετικά με τη συμπεριφορά του Ισραήλ στον πόλεμο της Γάζας

Ωστόσο, ορισμένοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ήταν στην εξουσία το 2016-2020, θα μπορούσε να είναι ευνοϊκότερος για τα τουρκικά συμφέροντα, δεδομένης της προσωπικής σχέσης του με τον Ερντογάν.

Δύσκολες αναμνήσεις

Από μια ευρύτερη οπτική, ορισμένοι πιστεύουν ότι θα ήταν "περισσότερο επωφελές" για την Τουρκία, εάν οι Δημοκρατικοί παρέμεναν στην εξουσία στις Ηνωμένες Πολιτείες, δήλωσε ο αναλυτής εξωτερικής πολιτικής Σερκάν Ντεμιρτάς, καθώς η εποχή Τραμπ δεν άφησε θετικές αναμνήσεις στις τουρκο-αμερικανικές σχέσεις". 

"Οι βαθιές κρίσεις και οι επιθέσεις του Τραμπ με στόχο την τουρκική οικονομία άφησαν την Άγκυρα σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση".

Το 2018, το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ επέβαλε κυρώσεις στους υπουργούς Δικαιοσύνης και Εσωτερικών της Τουρκίας για την κράτηση του Αμερικανού πάστορα, Μπράνσον, με αποτέλεσμα η τουρκική λίρα να πέσει σε ιστορικά χαμηλά. 

Και η υποστήριξη του Τραμπ στο Ισραήλ θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα, καθώς η Μέση Ανατολή πλησιάζει στο χείλος μιας ολοκληρωτικής σύγκρουσης.

"Ενδεχομένως η νίκη Τραμπ μπορεί να μην είναι ευνοϊκή για την Άγκυρα εν μέσω του αυξανόμενου κινδύνου σύγκρουσης Ισραήλ-Ιράν", είπε ο Ντεμιρτάς.

Σε συνέντευξη που δημοσιεύτηκε την Κυριακή ( προ των εκλογών) στην εφημερίδα Hurriyet, ο υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, είπε ότι το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας στις ΗΠΑ θα μπορούσε να επιδεινώσει τις περιφερειακές εντάσεις.

"Ανάλογα με το αποτέλεσμα των εκλογών στις ΗΠΑ, η επεκτατική στρατηγική του (Ισραηλινού πρωθυπουργού) Νετανιάχου στην περιοχή μπορεί να αυξηθεί", είπε, προφανώς αναφερόμενος σε νίκη Τραμπ.

Όταν ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας ήταν στην εξουσία, καλλιέργησε προσωπική σχέση με τον Ερντογάν, ο οποίος επισκέφθηκε τον Λευκό Οίκο το 2017 και το 2019.

Ο Τραμπ συμφώνησε να ανταποδώσει την επίσκεψη το 2018 αλλά δεν τα κατάφερε.

Αν και η "προεδρική χημεία" -- ή η έλλειψή της -- πιθανότατα θα επηρεάσει τους μελλοντικούς δεσμούς, είναι μάλλον απίθανο να αλλάξει τις λεπτομέρειες της σχέσης των δυο κρατών .

Η εκλογή Τραμπ αν και δημιουργεί μια νέα δυναμική στην περιοχή της Εγγύς Ανατολής, δεν εκτιμάται ότι θα επηρεάσει την σχέση Ελλάδας -Τουρκίας αυτή καθαυτή, ειδικά αν η περίοδος καλής γειτονίας συνεχισθεί, όπως τα δύο μέρη φαίνονται να προτίθενται, γεγονός το οποίο γίνεται αποδεκτό από τον Αμερικανικό παράγοντα με ευαρέσκεια. Σε κάθε περίπτωση όμως και με δεδομένη την ρευστότητα του γεωπολιτικού τοπίου, η επιλογή της χώρας μας για ισχυρή αμυντική θωράκιση παραμένει αταλάντευτη. 

* Ο Νικήτας Σίμος είναι οικονομολόγος, γεωπολιτικός αναλυτής