Συνεχης ενημερωση

    Τετάρτη, 08-Φεβ-2023 00:03

    Ο πληθωρισμός τιμών και κερδών στην αγορά ηλεκτρισμού

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του  Κωνσταντίνου Β. Γιωτόπουλου  
                           
    Στις μονοπωλιακές και ολιγοπωλιακές αγορές κρίσιμων αγαθών, ο ανταγωνισμός, με την ουσιαστική έννοια του όρου,  δεν είναι εφικτός.

    Σε αυτές τις αγορές, η κρατική παρέμβαση για την αποτροπή καταχρηστικών πρακτικών από την πλευρά των προμηθευτών, ήταν και εξακολουθεί να είναι επιβεβλημένη.

    Στον κλάδο της Φαρμακοβιομηχανίας π.χ. όπου η αγορά ελέγχεται από έναν περιορισμένο αριθμό μεγάλων φαρμακοβιομηχανιών, οι οποίες δαπανούν πολύ σημαντικά ποσά, σε μόνιμη βάση, για έρευνα και ανάπτυξη νέων φαρμακευτικών προϊόντων, οι τιμές διάθεσης των προϊόντων τους  δεν ορίζονται αυθαίρετα και αυτοβούλως από τους προμηθευτές. 

    Πριν φθάσουν στο ράφι του φαρμακείου, γίνεται διαβούλευση με τις αρμόδιες Κυβερνητικές Αρχές, για τον ορισμό της εύλογης λιανικής τιμής, ώστε να αποτραπεί η εκμετάλλευση του καταναλωτή. Ουδείς διανοήθηκε να σχεδιάσει "Χρηματιστήριο Αντιβιοτικών και Εμβολίων", στο οποίο θα διαμορφώνονται ελεύθερα οι τιμές, με βάση τις προσφορές των Φαρμακοβιομηχάνων.

    Στη βιομηχανία ηλεκτρισμού, όπου παράγεται ένα εξαιρετικά κρίσιμο προϊόν, που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό, άμεσα και έμμεσα, το κόστος και την ποιότητα ζωής των ανθρώπων, η κρατική παρέμβαση στο θέμα της διαμόρφωσης των τιμών του ρεύματος  ήταν πάντα και παντού αποφασιστική, ανεξάρτητα από τον πολιτικό προσανατολισμό των Κυβερνήσεων.

    Στις ΗΠΑ π.χ. είχε συγκροτηθεί η "Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ηλεκτρισμού", η οποία εξέταζε και αποφάσιζε για το εύλογο ή μη εύλογο των δαπανών των Επιχειρήσεων Ηλεκτρισμού και για το εύλογο ή μη εύλογο του διεκδικούμενου περιθωρίου κέρδους.

    Ανάλογη περίπου πρακτική εφαρμόζονταν και στην Ελλάδα.

    Εδώ, ο ρόλος της εποπτεύουσας κρατικής Αρχής στην αγορά ηλεκτρισμού, ασκούνταν από την Κυβέρνηση, δια του εποπτεύοντος τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού υπουργείου. Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας αντιμετωπίζονταν πάντα ως πολιτικές τιμές και το περιθώριο κέρδους ήταν της τάξεως του 3-4%.

    Με αυτό το περιθώριο κέρδους, η ΔΕΗ κατόρθωνε να εξασφαλίζει πάρα πολύ καλές αξιολογήσεις από τους κορυφαίους διεθνείς οίκους αξιολόγησης Moody’s , Standard and Poor’s και Fitch,  πράγμα που της επέτρεπε να έχει άνετη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου, με εξαιρετικούς όρους, ώστε να αντλεί τα αναγκαία κεφάλαια για τη μερική χρηματοδότηση των επενδύσεών της σε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, σε μεγάλα φράγματα στα ελληνικά ποτάμια, που εκτός από την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας  εξασφάλισαν και την άρδευση μεγάλων γεωργικών εκτάσεων, και σε δίκτυα μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας μήκους χιλιάδων χιλιομέτρων, που κάλυψαν ολόκληρη τη χώρα.

    Τα περί "χρεοκοπημένης" ΔΕΗ, που κατά καιρούς διοχετεύονταν στην αγορά, μπορεί να υπηρετούσαν άλλες σκοπιμότητες.

    Όλα αυτά, μέχρι τη στιγμή που κρίθηκε, σε επίπεδο Βρυξελλών, ότι οι  Ευρωπαίοι καταναλωτές θα ωφελούνταν από μία "απελευθέρωση"  της αγοράς ηλεκτρισμού, η οποία θα έφερνε νέες επιχειρήσεις στον κλάδο, θα αναπτύσσονταν ανταγωνισμός και οι καταναλωτές θα απολάμβαναν χαμηλότερες τιμές. Η κρατική παρέμβαση για τη συγκράτηση των τιμών και την αποτροπή της κερδοσκοπίας θα ήταν περιττή. Όλη τη "δουλειά" θα την έκανε η ανοικτή αγορά και ο ανταγωνισμός μεταξύ των νέων παραγωγών/προμηθευτών.

    Εδώ έγινε το πρώτο  "λάθος". Αγνοήθηκε ότι, στις ολιγοπωλιακές αγορές, οι άτυπες συμφωνίες μεταξύ των ολιγοπωλητών, για τη διαμόρφωση των τιμών, δεν μπορεί να αποκλειστούν.

    Παρ’ όλα αυτά, επιλέγεται το μοντέλο του "Χρηματιστηρίου", στο οποίο οι προμηθευτές  ηλεκτρισμού θα υποβάλλουν κάθε μέρα τις προσφορές τους και με βάση την προσφορά του οριακού (ακριβότερου) προμηθευτή θα διαμορφώνεται η τιμή της μεγαβατώρας στην αγορά. 

    Καλή ιδέα για τα οικονομικά των μελών του ολιγοπωλίου, κακή όμως για τα  οικονομικά των εκατομμυρίων καταναλωτών.

    Ο πόλεμος στην Ουκρανία ασφαλώς και ευθύνεται για ένα μεγάλο μέρος της αύξησης των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας, κυρίως στον βαθμό που επηρεάζει την αύξηση του κόστους καυσίμου στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Η εκτόξευση όμως των κερδών των επιχειρήσεων ηλεκτρισμού σε πρωτοφανή επίπεδα, είναι άλλη υπόθεση.

    Έχει να κάνει με τον τρόπο οργάνωσης της αγοράς ηλεκτρισμού και ειδικότερα με την επιλογή, σε επίπεδο Βρυξελλών, του μοντέλου του χρηματιστηρίου. 

    Η παρέμβαση της Κυβέρνησης για υψηλή φορολόγηση των υπερκερδών και επιδότηση των καταναλωτών είναι ασφαλώς κινήσεις  προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά η γρήγορη  ανάληψη πρωτοβουλίας για εγκατάλειψη του αποτυχημένου μοντέλου του χρηματιστηρίου, είναι επιβεβλημένη. Ο πληθωρισμός τιμών και κερδών δεν μπορεί να συνεχιστεί. Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας δεν έχουν παύσει να είναι πολιτικές τιμές, ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς των επιχειρήσεων παραγωγής και εμπορίας.

    * Ο Κ.Β. Γιωτόπουλος είναι τ.  Γενικός Διευθυντής Οικον. ΔΕΗ, τ.  Πρόεδρος της ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ του CEEP (Βρυξέλλες ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΕΝΤΡΟ      ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕ ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ), τ.  Διευθύνων Σύμβουλος ΤΡΑΜ Α.Ε.
     

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ